Πολλά (και συνήθως αρνητικά) γράφονται τα τελευταία χρόνια για την ανεξέλεγκτη τάση πολλών arthouse φεστιβαλικών auteurs να πετούν τη δραματουργική οικονομία από το παράθυρο για μεγαλειώδους διάρκειας υπαρξιακές οδύσσειες που κατηγορούνται (συχνά όχι αδικαιολόγητα) ότι κάλλιστα θα μπορούσαν, δίχως σημαντικές επιπτώσεις στο τελικό αποτέλεσμα, να απολέσουν τουλάχιστον μισή ώρα αντί να προσφέρουν μια απρόσμενη λύση στα προβλήματα αϋπνίας των θεατών.
Το ζήτημα δεν είναι ακριβώς καινούργιο: από τα κλασικά χολιγουντιανά έπη τύπου «Μπεν Χουρ» και «Οσα Παίρνει ο Ανεμος» μέχρι τη μακρά παράδοση του λεγόμενου slow cinema κινηματογραφιστών όπως η Σαντάλ Ακερμάν, ο Μπέλα Ταρ και ο Λαβ Ντίαζ, που για μεγάλη μερίδα του ευρέος κοινού έχει γίνει συνώνυμο μιας κακώς εννοούμενης «βαριάς κουλτούρας», κι από κει έως τις ανοικονόμητες εξτραβαγκάντζες της βιομηχανίας του Bollywood, για το κοινό του οποίου -ως γνωστόν- το μέγεθος μετράει, ταυτίζοντας την ιδανική αναλογία εισιτηρίου και ταινίας με όσο το δυνατόν περισσότερες ώρες ασυμμάζευτης ψυχαγωγίας, το σινεμά έχει δοκιμάσει συχνά τα όρια των θεατών στην προσπάθειά του να χωρέσει όσο το δυνατόν περισσότερη ιστορία, δράση ή «περιεχόμενο» σε μια ταινία, με συχνά αντιφατικά αποτελέσματα – ανάλογα και με τα γούστα, βέβαια.
Διαβάστε ακόμη: «To τέλος είναι κομμάτι του ταξιδιού»: Το «Avengers: Endgame» έχει τρέιλερ
Κι αυτή η τάση είναι κάτι που έχουν αρχίσει να ενστερνίζονται ολοένα και συχνότερα και τα πιο πρόσφατα χολιγουντιανά μπλοκμπάστερ, και ιδίως τα υπερηρωικά franchise, στην προσπάθειά τους να εντάξουν ακόμα περισσότερο θέαμα και επιπλέον ήρωες σε κάθε ταινία τους. Το πιο φρέσκο παράδειγμα είναι αυτό του επερχόμενου «Avengers: Endgame», το οποίο σύμφωνα με έγκυρες πρόσφατες πληροφορίες θα έχει διάρκεια 182’ λεπτά (δηλαδή λίγο πάνω από τρεις ώρες). Πρόκειται για έναν άνευ προηγουμένου αριθμό ρεκόρ για το είδος, τουλάχιστον για ταινία της Marvel, για την οποία το ρεκόρ κατείχε μέχρι τώρα το «Avengers: Infinity War», με τη διόλου αμελητέα διάρκεια των 149 λεπτών.
Φυσικά, κάθε ταινία έχει τον δικό της ρυθμό, που –στην καλύτερη περίπτωση– καθορίζει αρμονικά τις ισορροπίες της, ασχέτως διάρκειας. Είναι όμως πραγματικά αναγκαία μια τόσο ιλιγγιώδης διάρκεια σε μια τέτοια ταινία, όπου το πιθανότερο είναι ότι θα αναλωθεί στην προσπάθεια να ικανοποιήσει τις επιθυμίες των φανατικών θαυμαστών για εμφάνιση ολοένα και περισσότερων χαρακτήρων, χωρίς απαραίτητα να συνοδεύονται από ανάλογη εμβάθυνση, και σε ακόμα περισσότερες επικές και εκκωφαντικές σκηνές δράσης και μαχών.
Υπό αυτήν την έννοια, η τάση αυτή δεν μοιάζει να διαφέρει και πολύ από την παραδοσιακή αντίληψη περί ιδανικής, χορταστικής διασκέδασης του Bollywood, και τη φιλοσοφία ότι όσο πιο πολλή ώρα σε κρατήσει μια ταινία στο κάθισμά της κινηματογραφικής αίθουσας τόσο περισσότερο αξίζει και τα λεφτά που έδωσες για το εισιτήριό της.
Εξακολουθεί, ωστόσο, να μοιάζει επιπλέον με άνιση μεταχείριση (όσο και εύλογη, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι παραγωγοί των ταινιών της Marvel δεν έχουν πια και πολλές αμφιβολίες για το αν μια ταινία τους θα φέρει πίσω τα λεφτά της – αυτό είναι πια εγγυημένο, ακόμα κι αν στην προκειμένη περίπτωση η διάρκεια περιορίσει των αριθμό των προβολών ανά αίθουσα), όταν το ίδιο Χόλιγουντ στερεί συχνά από πολλούς σκηνοθέτες που λειτουργούν έξω από το συγκεκριμένο υπερηρωικό κύκλωμα τη δυνατότητα να ολοκληρώσουν τις δικές τους δημιουργίες με τη διάρκεια και τον τρόπο που οραματίζονταν.
Με την ταινία να αναμένεται στις αίθουσες στις 26 Απριλίου, θα χρειαστεί να περιμένουμε έναν ακόμα μήνα για να διαπιστώσουμε αν το «Avengers: Endgame» θα αξιοποιήσει πραγματικά όλον αυτόν τον άπλετο χρόνο που θα έχει στη διάθεσή του. Καλού κακού, όμως, αποφύγετε τα πολλά υγρά πριν μπείτε στη σκοτεινή αίθουσα.
Διαβάστε ακόμη
Tags: Marvel, Avengers: Endgame