«We girls can do anything. Right, Barbie?» Αυτό ήταν το σύνθημα της διαφημιστικής καμπάνιας της κούκλας Barbie στα μέσα της δεκαετίας του 80. Οταν οι μέτοχοι της πολυεθνικής κατασκευάστριας εταιρίας Mattel συνειδητοποίησαν ότι την εποχή των γιάπηδων, όπου γυναίκες είχαν πια πιστωτικές κάρτες στο όνομά τους και κατείχαν θέσεις σε μάρκετινγκ και μάνατζμεντ, η απλώς τέλεια ξανθιά κούκλα του 1959 όφειλε να εξελιχθεί. Για αυτό δημιούργησαν τέλειες ξανθιές/μελαχρινές/κοκκινομάλλες κούκλες με φορεσιές διευθύντριας, γιατρού, επιστήμονα, αστροναύτη, εξερευνήτριας. Τα «κοστούμια» της εταιρίας φόρεσαν στην εταιρία το κοστούμι «εμπνέουμε τη γυναικεία χειραφέτηση από μικρές ηλικίες». Φυσικά, η «στερεοτυπική Barbie» συνέχισε να υπάρχει - ξανθιά, χαμογελαστή, λαμπερή, καθησυχαστική. Τέλεια. Σαν υπόσχεση σε όλα τα κοριτσάκια: δεν έχεις παρά να μεγαλώσεις. Θα ψηλώσεις αρμονικά, η μέση θα λεπτύνει, οι γάμπες σου θα μακρύνουν, τα δόντια σου θα ισιώσουν σε κατάλευκο, αστραφτερό χαμόγελο. Θα ζήσεις στο τέλειο ροζ κουκλόσπιτο και θα οδηγείς το τέλειο ροζ κάμπριο. Α, ναι, και ταυτόχρονα θα είσαι διευθύντρια, γιατρός, επιστήμονας, αστροναύτης, εξερευνήτρια. Οπου όλοι οι Κεν του κόσμου θα σε θαυμάζουν και θα σε αγαπούν. Θα κάθονται στην άκρη και θα σου επιτρέπουν να λάμπεις.

Σ' αυτή την Barbieland προσγειωνόμαστε το 2023 στην νέα ταινία της Γκρέτα Γκέργουιγκ («Μικρές Κυρίες», «Lady bird»). Οπου η μορφή της κούκλας έχει εξελιχθεί κι άλλο - κερδίζει βραβεία Νόμπελ, είναι και μαύρη και Πρόεδρος της Αμερικής, μία στις τόσες της επιτρέπεται να έχει και παραπάνω κιλά. Οπως η φωνή της Ελεν Μίρεν μάς εξηγεί: επί 64 χρόνια η Mattel έχει επιλύσει τις γυναικείες διεκδικήσεις και δεν χρειάζεται να αγωνιζόμαστε άλλο. Για αυτό και η στερεοτυπική Barbie ξυπνά κάθε μέρα χαρούμενη. Είναι όμορφη, είναι τέλεια, χαιρετά τις τέλειες φίλες της, κολυμπούν, χορεύουν, παίρνουν βραβεία για την ευφυΐα τους, ψηφίζουν γυναίκες αρχηγούς κρατών, φοράνε τέλεια ρούχα και c'mon Barbie let's go party. Ανάμεσά τους ζουν και οι Κεν. Εχουν κι αυτοί «εξελιχθεί»: βγαίνουν σε περισσότερες εθνικές και πολιτισμικές «αποχρώσεις». Ο ξανθός, μόνιμα ηλιοκαμένος, «παραλίας» Κεν έχει παραμεριστεί ακόμα περισσότερο. Με τον καημό ζει: να του δώσει σημασία η Barbie για «να υπάρχει». Να τον βγάλει από το κουτί του το κοριτσάκι και να παίξει μαζί του.

Μόνο που μια μέρα, πάνω στο glitter κέφι και τον ξέφρενο χορό, ο αέναα παστέλ κόσμος της Barbie μαυρίζει: αρχίζει να σκέφτεται τον θάνατο, να την πονάνε τα τακούνια της να βγάζει κυτταρίτιδα. Η «φρικιό Barbie» που ζει (όπως και στα παραμύθια οι μάγισσες) στο περιθώριο της Barbieland, δεν έχει μαντζούνι να της δώσει για να της περάσει. Η μόνη λύση είναι να επισκεφθεί τον πραγματικό κόσμο. Να βρει το κοριτσάκι που παίζει μαζί της και της έχει μεταφέρει την θλίψη και τη σκοτεινιά του. Να το παρηγορήσει και να γίνουν όλα πάλι τέλεια. Αλλωστε τι έχει να φοβηθεί; Μία επίσκεψη στον αληθινό κόσμο θα είναι τιμητική και δοξασμένη: οι γυναίκες θα την ευχαριστούν για την προσφορά της. Εχει άλλωστε «επιλύσει τις γυναικείες διεκδικήσεις και έχει βοηθήσει στη χειραφέτησή τους». Είναι ηρωίδα. Μαζί της θα έρθει κι ο Κεν, προσπαθώντας να την πείσει ότι τον χρειάζεται στην αποστολή της («μπορεί να έχει παραλίες ο αληθινός κόσμος κι εκεί τι θα κάνεις;»)

Μαζί θα ανακαλύψουν την τρομακτική αλήθεια. Οχι, οι γυναίκες δεν κυκλοφορούν με τέλειες αναλογίες, ανέμελα χαμόγελα, βραβεία Νόμπελ και μαλλιά στον ανεμιστήρα. Το «κοριτσάκι» που πρέπει να παρηγορήσει είναι μία 40χρονη single mother που η έφηβη κόρη της είναι στην φάση να την απαξιώνει να την απορρίπτει. «Barbie, σε μισούμε: κάνεις τις γυναίκες να αισθάνονται άσχημα για τον εαυτό τους από το 1959» της ξεστομίζει η woke έφηβη. Κι τη συνθλίβει. Αντιθέτως, ο Κεν ξυπνά στον επίγειο παράδεισο: την πατριαρχία. Τι; Οι άντρες μπορούν να είναι αβίαστα στο επίκεντρο του κόσμου, να έχουν τις Barbie στο μπράτσο σαν τρόπαια που τους θαυμάζουν και τους φέρνουν παγωμένες μπύρες; Το σοκ του αληθινού κόσμου θα κλονίσει συθέμελα αυτόν της Barbieland και η αστραφτερή γυναικεία εξουσία θα γκρεμιστεί. Πώς θα την επαναφέρει η Barbie (και οι μεγαλομέτοχοι της Mattel που χρειάζονται κατεπειγόντως να αποκαταστήσουν τα κέρδη) να ξαναβάψει τα όνειρα ροζ;

Η Γκέργουιγκ (σε σενάριο που για ακόμα μία φορά συνυπογράφει με τον Νόα Μπόμπακ) είχε μία ιδέα πολυεπίπεδη, σύνθετη και πανέξυπνη. Θα μιλήσει για την συστηματική αδικία έναντι των γυναικών, δημιουργώντας έναν κόσμο που οι κανόνες είναι αντίστροφοι. Μισό λεπτό, αυτός ο κόσμος υπάρχει: είναι ο κόσμος της Barbie. Ο Κεν είναι περιφερειακό αξεσουάρ, εκείνος δεν έχει μία ξεκάθαρη ταυτότητα ή εργασία, ο άντρας δεν υπάρχει παρά δίπλα σε μια γυναίκα. Η Barbie δεν χρειάζεται να κάνει πολλά και τα έχει όλα. Η γυναίκα ξυπνά το πρωί κι ο κόσμος της ανήκει. Κι έχει αυτή την αδιόρατη, συγκαταβατική βεβαιότητα κι αλαζονεία ότι αυτό είναι το δεδομένο, το νορμάλ.

Κι αυτό είναι το επιτυχημένο στην ιδέα της Γκέργουιγκ: με (αυτο)σαρκαστικό χιούμορ, (θεο)πικρό σχόλιο και ωμή ειλικρίνεια δεν εξηγεί μόνο στα αγόρια ότι η πατριαρχία δεν είναι το «νορμάλ» (κατασκευάστηκε κάποτε, επιβλήθηκε σαν φορεσιά μιας κοινωνίας, χτίστηκε σαν Kenland). Οχι δεν σταματάει εκεί. Γελάει πολύ και με τις ατυχείς αστοχίες του φεμινιστικού κινήματος, περνάει από γενεές 14 και τις υπερβολές, ψάχνει τις ισορροπίες. Κι είναι ο τρόπος που το κάνει απίστευτα έξυπνος, απολαυστικός και κανιβαλιστικά αστείος - ενώ λέει τα πιο σοβαρά πράγματα.

Σκηνοθετικά είναι επίσης τολμηρή: δεν φοβάται το πλαστικό, το ψεύτικο, το εκτυφλωτικά χρωματιστό, το κόντρα στο φακό αστραφτερό, ώστε το βλέμμα του θεατή να θαμπώνει στα κοντινά με την τελειότητα που είναι Barbie. Αντιθέτως, η επιφάνεια της δισδιάστατης εικόνας δίνει τρεις διαστάσεις στην ουσία. Ειδικά όταν συνοδεύεται με τις κοφτερά τσουχτερές ατάκες του σεναρίου.

Ολες οι επιλογές της Γκέργουιγκ είναι προσεγμένες. Η Μάργκο Ρόμπι είναι η ίδια η Barbie: το ακτινοβόλο, τέλειο κορίτσι που θα σε παρασύρει να το χαζεύεις, ενώ έχει πολλά περισσότερα να σου πει. Εχει αυτό το αβίαστο βλέμμα που λάμπει και σκοτεινιάζει στο ίδιο δευτερόλεπτο. Το γέλιο που σαρκάζεται και πονά στον ίδιο ήχο. Το να συμπεριλαμβάνεις πολλές συμβολικές φιγούρες για τις υπόλοιπες Barbie (από την Ισα Ρέι μέχρι την Dua Lipa) κλείνει το μάτι σε όλα όσα θέλεις να σχολιάσεις για την ποπ κουλτούρα και στη νέα γενιά στο ακροατήριό σου. Ξεκαρδιστική και επιλογή του Ράιαν Γκόσλινγκ να σατιρίσει την «Hey Girl» περσόνα του με την γνωστή του τόλμη (αν και η εξέλιξη των Κεν είναι η πιο κακογραμμένη διάσταση του σεναρίου).

Δυστυχώς όμως, σε κάθε τέτοιο εγχείρημα ελλοχεύει και μία μεγάλη παγίδα. Ολο αυτό πρέπει κάπου να καταλήξει. Οταν γκρεμίζεις (όχι έναν αλλά δύο) κόσμους οφείλεις με κάτι (καλύτερο) να τους αντικαταστήσεις. Οταν πετσοκόβεις μία πλαστή πραγματικότητα που μάς έχουν σερβίρει (σε άντρες και γυναίκες) είναι μονόδρομος να προσφέρεις ένα καλύτερο, δικό σου βλέμμα. Και τότε, είναι σχεδόν αδύνατον να μην υποπέσεις στον μελό διδακτισμό, τα στρογγυλά διδάγματα, «το μήνυμα».

Η Γκέργουιγκ είναι πολύ πιο έξυπνη από αυτό, αλλά δεν μπορεί να το αποφύγει. Δε θα το κάνει με κλισέ τρόπο (δεν εγκαταλείπει ποτέ το αποκαθηλωτικό της χιούμορ), αλλά θα το κάνει. Θα υπάρξουν μονόλογοι που οι γυναίκες θα απαιτήσουν το δικαίωμά τους να αυτοπροσδιορίζονται όπως γουστάρουν. Θα συνομιλήσει η Barbie με τον Κεν σ' ένα πανανθρώπινο ξεκαθάρισμα ανάμεσα στα δύο φύλα. Θα ξεβαφτεί η τέλεια γυναίκα και θα κοιτάξει πιο γήινα την εγκλωβισμένη ζωή στην Barbieland της. Πώς αλλιώς μπορεί να τελειώσει μία ταινία που προσφέρει ιδεολογικές συζητήσεις για έναν ουτοπικό κόσμο, σ' έναν... ψεύτικο κόσμο; Με ψεύτικη αισιοδοξία.

Βέβαια, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, αυτό κάνει ανέκαθεν κι ο ψεύτικος κόσμος του σινεμά. Και όχι μόνο η Ηollywoodland του. Ακόμα κι όταν κατακρεουργεί τα κλισέ του mainstream, ακόμα κι όταν προέρχεται από δημιουργούς που «ανδρώθηκαν» (καθόλου τυχαίο ότι δεν υπάρχει αντίστοιχο γυναικείο ρήμα) στο indie, arthouse περιθώριό του Χόλιγουντ, το σινεμά προσφέρει το πιο αναγκαίο ψέμα. Οπότε, μία φεμινιστική ταινία που φέρει τη στάμπα του blockbuster, είναι κατά βάθος μία Barbie που φοράει τη φορεσιά της φεμινίστριας. Εναλλακτική, καλογραμμένη (μέχρι ένα σημείο) με τις καλύτερες προθέσεις; Ναι. Αλλά, εξίσου εγκλωβισμένη στην οθόνη, το παραμύθι, την εικονική της πραγματικότητα.

Στο τέλος αρκεί να παραδεχθεί κανείς ότι όλοι θα παίξουμε με κούκλες. Ολοι θα ονειρευτούμε έναν τέλειο εαυτό σε έναν τέλειο κόσμο. Ολοι θα δείξουμε στα παιδιά μας ταινίες. Ποιες θα θέλαμε να δουν οι έφηβοι και οι έφηβοι εαυτοί μας; Μία ταινία της Γκρέτα Γκέργουιγκ είναι πάντα μία καλή αρχή.