Ο Τζέφρι Ντιν Μόργκαν και ο Σαμ Γουόρδινγκτον, είναι δυο ντετέκτιβ της αστυνομίας μιας μικρής πόλης του Τέξας, στα ίχνη ενός δολοφόνου που σκοτώνει νεαρές γυναίκες και σκορπά τα πτώματα τους σε μια βαλτώδη περιοχή, γεμάτη από τους σκελετούς νεκρών δέντρων.
Ο πρώτος έχει έρθει στο Τέξας από τη Νέα Υόρκη, αλλά οι τρόποι του δεν θυμίζουν σκληρό αστυνομικό μιας μεγάλης πόλη. Πιστός στο θεό, προσεύχεται για κάθε θύμα που βρίσκει, ενώ παίρνει υπό την προστασία του ένα νεαρό κορίτσι (Κλοε Μόρεντζ), που μοιάζει ιδανικό δόλωμα για τον δολοφόνο που αναζητούν.
Ο δεύτερος, είναι γέννημα θρέμμα του Τέξας, κυνικός αλλά αφοσιωμένος στο καθήκον του, χωρισμένος από μια επίσης ντετέκτιβ, την οποίο υποδύεται η μάλλον διακοσμητική εδώ Τζέσικα Τσαστέιν.
H ιστορία κινείται με ράθυμους (αληθινά αργούς), ρυθμούς, η έρευνα των δύο αστυνομικών δεν έχει τίποτα από τον τρόπο που έχεις συνηθίσει να βλέπεις ανάλογες ιστορίες σε χολιγουντιανά crime stories ή τηλεοπτικές σειρές. Η ατμόσφαιρα μοιάζει να ενδιαφέρει την Εϊμι Κάνααν Μαν περισσότερο από τη δράση, όμως, πέρα από μια gothic αίσθηση των σπαρμένων με πτώματα (γυναικών και δέντρων) βάλτων, ελάχιστα ενδιαφέροντα στοιχεία μπορείς να ανακαλύψεις στο φιλμ.
Το σενάριο είναι γεμάτο τρύπες και άκρες που δεν οδηγούν πουθενά, οι χαρακτήρες σκιαγραφούνται απολύτως επιδερμικά, η σχέση των δύο συναδέλφων δεν αναπτύσσεται, το παρελθόν τους αναφέρεται, αλλά δεν βοηθά στην βαθύτερη κατανόηση τους, δεν αποκτάς ποτέ καμιά αίσθηση του τόπου, του χώρου, των ανθρώπων.
Οσο για τη δράση και την αγωνία; Παρ’ ότι το σενάριο κάνει ότι μπορεί να σε αποπροσανατολίσει από την αληθινή ταυτότητα του ενόχου, στην πραγματικότητα δεν κάνει πολύ καλή δουλειά: Ξέρεις ποιος είναι, από την πρώτη στιγμή που θα τον αντικρίσεις, κάτι που δεν βοηθά το φιλμ να κερδίσει το ενδιαφέρον σου.
Το ίδιο ισχύει και για τις ερμηνείες, που παρά τα αναγνωρίσιμα ονόματα και τους καλούς ηθοποιούς, δεν βοηθούν κανέναν χαρακτήρα να ξεχωρίσει, αφήνοντας μια μουντή αίσθηση από μηχανικές κινήσεις, αναμενόμενες αντιδράσεις, και μασημένα λόγια. Οι προφορές είναι τόσο βαριές και ο ήχος (της προβολής;) τόσο κακός που ακόμη και Αμερικάνοι συνάδελφοι είχαν πρόβλημα να καταλάβουν τι ακριβώς λεγόταν σε συγκεκριμένες στιγμές.
Οχι ότι έχει μεγάλη σημασία, μια που παρά τις προσπάθειές του να ξεχωρίσει με το ύφος και τον τόνο του, το «Texas Killing Fileds» παραμένει μια αδιάφορη, υπερβολικά γνώριμη εκδοχή μιας ταινίας που έχετε δει πολλές φορές και πολύ καλύτερα στο παρελθόν.
Δείτε το τρέιλερ και τέσσερα ακόμη κλίπ από το φιλμ.
Tags: βενετία 2011