Το Χόλιγουντ δεν με συμπάθησε ποτέ. Με κατηγόρησαν επειδή πίστεψαν ότι προσπάθησα να ανατρέψω το σύστημα. Η αντίδραση μου ήταν πάντα: "Αστείευεστε μάλλον. Την κυβέρνηση ναι, το Χόλιγουντ ποτέ".»
Η εικόνα του Πίτερ Φόντα με την μηχανή και το κράνος με τη σημαία της Αμερικής, βγαλμένη σαν από ένα κόμικ που δεν έφτασε ποτέ στο χαρτί, αφού πριν από οτιδήποτε γεννήθηκε και πέθανε στους σκονισμένους δρόμους της αμερικανικής ενδοχώρας, είναι μια εικόνα που δεν μπορείς να ξεχάσεις εύκολα. Μια εικόνα από αυτές που σε ακολουθούν για πάντα, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Μια εικόνα που ή επιλέγεις να αναθεματίσεις προκειμένου να απελευθερωθείς από αυτήν ή που ευλογείς καθημερινά επειδή ακόμη και ερήμην σου σε έκανε έναν ήρωα για όλες τις εποχές.
Ισως γι' αυτό και ο Πίτερ Φόντα δεν προσπάθησε ποτέ να αποκηρύξει τον Γουάιατ στον «Ξένοιαστο Καβαλάρη» του Ντένις Χόπερ, τον πιο διάσημο κινηματογραφικό του ήρωα και αυτόν που για πολλούς προφανείς λόγους είναι αυτός που περιγράφει καλύτερα τι ήταν και θα είναι για πάντα η έννοια «Πίτερ Φόντα» για το αμερικανικό και διεθνές σινεμά.
Γιος του Χένρι Φόντα και αδερφός της Τζέιν, ο Πίτερ Φόντα ήταν σαν να ετοίμαζε από πάντα τη ζωή και την καριέρα του για να ανέβει στη διάσημη μηχανή του «Ξένοιαστου Καβαλάρη» που ακριβώς λόγω του διάκοσμου της με τις αμερικανικές σημαίες έγινε γνωστή ως το μοντέλο «Captain America».
Γεννημένος το 1940 στη Νέα Υόρκη, ο Πίτερ Φόντα σπούδασε υποκριτική στο Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα (και στο Omaha Community Playhouse όπου είχε ξεκινήσει την καριέρα του και ο πατέρας του και ο Μάρλον Μπράντο) και έπαιξε τον πρώτο του ρόλο στο Μπρόντγουεϊ, στο «Blood, Sweat and Stanley Poole» του 1961, ταυτόχρονα με εμφανίσεις στην τηλεόραση («Naked City», «The New Breed», «Wagon Train», «The Defenders», «The Alfred Hitchcock Hour»)
Με την Σάντρα Ντι και τον Μακντόναλντ Κάρεϊ στο «Tammy and the Doctor»
Με τον Νικ Ανταμς και την Ντέμπορα Γουόλεϊ στο «The Young Lovers»
Η πρώτη του ταινία ήταν το «Tammy and the Doctor» του Ρος Χάντερ το 1963, ενώ ο ρόλος του στο «The Victors» του Καρλ Φόρμαν το 1963 του χάρισε μια Χρυσή Σφαίρα για τον πιο πολλά υποσχόμενο πρωτοεμφανιζόμενο ηθοποιό. Το 1964 έπαιξε στο «Lilith» του Ρόμπερτ Ρόσεν και πρωταγωνίστησε στο «The Young Lovers» του Σάμιουελ Γκόλντγουιν Τζ. το 1964.
Ο πρώτος του σημαντικός ρόλος όμως ήρθε το 1966, όταν η αντισυμβατική του προσωπικότητα, ήδη διάσημη στο περιθώριο της βιομηχανίας, συνάντησε το διαρκές ριζοσπαστικό όραμα του Ρότζερ Κόρμαν για τις ανάγκες του «The Wild Angels», την ταινία στην οποία πρωταγωνίστησε με τον Μπρους Ντερν, τη Νάνσι Σινάτρα και την Ντάιαν Λαντ και την ταινία που όρισε την απαρχή της μόδας των ταινιών με μηχανές και με την τεράστια επιτυχία της (καλλιτεχνικά και εμπορικά) καθιέρωσε τον Πίτερ Φόντα ως πρωταγωνιστή.
Η επιτυχία του «The Wild Angels», ήταν υπεύθυνη και για τη δευτερη συνεργασία του με τον Ρότζερ Κόρμαν στο (cult ήδη από την εποχή του) «The Trip», μια ταινία για την εμπειρία του να παίρνεις LSD που έγραψε ο Τζακ Νίκολσον, στην οποία ο Φόντα έπαιξε μαζί με την Σούζαν Στράσμπεργκ, τον Μπρους Ντερν και τον Ντένις Χόπερ.
Με τη Νάνσι Σινάτρα στο «The Wild Angels»
Από το «The Trip»
Το 1968, η ομάδα του «The Trip», με αμύθητες ποσότητες LSD και τα χρήματα του Πίτερ Φόντα έφτιαξε τον «Ξέγνοιαστο Καβαλάρη», την ταινία που έγραψε ο Φόντα μαζί με τον Χόπερ και σκηνοθέτησε ο τελευταίος, ορίζοντας την απαρχή του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά και μαζί το τέλος των ψευδαισθήσεων για το πολύπαθο αμερικάνικο όνειρο. Στην παρέα προστέθηκε και ο Τζακ Νίκολσον σε ένα χαρακτηριστικό ρόλο, το πρότζεκτ πίστεψε αρχικά η Columbia Pictures, με την ιστορία να γραφει με χρυσά γράμματα μια τεράστια εμπορική επιτυχία και στην πραγματικότητα την είσοδο στο mainsteam μιας ολόκληρης κουλτούρας που μέχρι τότε βρίσκοταν στο περιθώριο.
Η ταινία προτάθηκε για Οσκαρ Σεναρίου, με τους Πίτερ Φόντα, Ντένις Χόπερ και Τέρι Σάουδερν να είναι υποψήφιοι και για Οσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου για τον Τζακ Νίκολσον.
Ο Ντένις Χόπερ και ο Πίτερ Φόντα στα γυρίσματα του «Easy Rider»
Ο Ντένις Χόπερ και ο Πίτερ Φόντα φωτογραφίζονται σε μια εκδήλωση για το «Easy Rider»
Παρά την επιτυχία του «Easy Rider» και τις καριέρες των Ντένις Χόπερ και Τζακ Νίκολσον που απογειώθηκαν, ο Πίτερ Φόντα δεν σταμάτησε να εργάζεται ποτέ (είτε μπροστά είτε πίσω από την κάμερα) παράγοντας μια τεράστια φιλμογραφία που όμως δεν υπήρξε ακριβώς αντάξια της φήμης που φαινόταν ότι του είχαν εξασφαλίσει τα ξέφρενα 60s.
Σκηνοθέτησε το γουέστερν «The Hired Hand», το φιλμ επιστημονικής φαντασίας «Transfer» (1973), έπαιξε στο «Two People» του Ρόμπερτ Γουάιζ, σε μια σειρά από ταινίες δράσης των 70s («Open Season», «Race with the Devil», «Killer Force», «Futureworld»), στο διάσημο «Outlaw Blues» του Ρίτσαρντ Τ. Χέφρον το 1977 και το «Wanda Nevada» του 1979 που σκηνοθέτησε ο ίδιος, παίζοντας με την 13χρονη τότε Μπρουκ Σιλντς και τον πατέρα του Χένρι για τη μία και μοναδική φορά που βρέθηκαν μαζί σε κινηματογραφικό πλατό.
Με την Μπρουκ Σιλντς στα γυρίσματα του «Wanda Nevada»
Οι εμφανίσεις του (κάποιες από αυτές απρόσμενα επιτυχημένες) δεν σταμάτησαν ούτε στα 80s, ούτε στα 90s. Θα ξεχώριζε κανείς το «The Cannonball Run» του 1981 και τους μικρούς αλλά χαρακτηριστικούς ρόλους του στο «Nadja» του Μάικλ Αλμερέιντα το 1994 και στο «Απόδραση από το Λος Αντζελες» του Τζον Κάρπεντερ το 1996. Σημαντικότερος όλων και ο δεύτερος πιο σημαντικός σε όλη την καριέρα του, ο πρωταγωνιστικό ρόλος στο «Χρυσάφι του Οδυσσέα» του 1997, όπου ο Πίτερ Φόντα υποδύεται έναν ηλικιωμένο μελισσοκόμο που προσπαθεί να σώσει το γιο του και την εγγονή του από τα ναρκωτικά.
Ο Πίτερ Φόντα προτάθηκε για Οσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου για το «Χρυσάφι του Οδυσσέα», φέρνοντας τον ίδιο και την για πολλούς παρεξηγήμένη καριέρα του στο προσκήνιο.
Το 1973 έπαιξα στο "Dirty Mary, Crazy Larry" που έκανε ένα σκασμό λεφτά. Πολλά περισσότερα από οποιαδήποτε ταινία έκανε ποτέ ο Ντένις Χόπερ. Το Χόλιγουντ όμως θεώρησε ότι επέστρεψα στο σινεμά μόνο όταν έκανα το "Χρυσάφι του Οδυσσέα". Εχω κάνει 70 ταινίες, θέατρο, ίσως πήρα και δυο τρεις μήνες άδεια, αλλά δούλευα πάντα. Ο κόσμος απλά πίστευε ότι μετά τον "Ξέγνοιαστο Καβαλάρη" αγόρασα μια βάρκα και ζούσα σε αυτή, ταξιδεύοντας μαστουρωμένος.»
Απο το «Χρυσάφι του Οδυσσέα»
Ο Πίτερ Φόντα δεν σταμάτησε να παίζει μέχρι και το 2018 (θυμηθείτε τον στο ριμέικ του «3:10 to Yuma» ή το «Ghost Rider»), αλλά, παρά την πικρή του διαπίστωση, δεν κρατούσε κακία σε όποιον πίστευε ότι είχε σταματήσει να παίζει ήδη από τα 60s. Οπως ποτέ δεν κράτησε κακία σε όποιον συνέχιζε να τον αποκαλεί ως «γιο του Χένρι».
Απενοχοποιημένος, βαθιά πολιτικοποιημένος όπως και η αδερφή του Τζέιν Φόντα (το 2018 ενεπλάκη σε ένα μικρό σκάνδαλο, όταν έγραψε ένα σκληρό tweet αναφερόμενος στον γιο των Τραμπ, Μπάρον σε σχέση με την μεταναστευτική πολιτική των ΗΠΑ), αντι-ήρωας από αυτούς που τελικά μοιάζουν σημαντικότεροι για το ηθικό μιας ολόκληρης χώρας περισσότερο από κάθε χάρτινο superhero με ατσάλινη ασπίδα, ο Πίτερ Φόντα έγραψε το 1998 την αυτοβιογραφία του με τον (υπερόχο) τίτλο: «Don't Tell Dad», γεμάτη από ιστορίες μιας ολόκληρης εποχής που έμοιαζε να αλλάζει τον κόσμο.
Μια θα ήταν αυτή η τραγική που στα 15 του χρόνια έμαθε ότι η μητέρα του που ο πατέρας του του είχε πει ότι πέθανε όταν ήταν 10 ετών, είχε αυτοκτονήσει. Μια άλλη θα ήταν ότι χρειάστηκε ο «καλός Captain America» για να καταλάβουν όλοι πως ήταν κάτι περισσότερο από απλά γιος του Χένρι Φόντα.
Η σημαντικότερη από αυτές τις ιστορίες βρίσκεται κρυμμένη στο στίχο «I know what it's like to be dead» από το «She Said She Said» των Beatles. Σε ηλικία 11 ετών, ο Ντένις Χόπερ αυτοπυροβολήθηκε κατα λαθος στο στέρνο και βρέθηκε πολύ κοντά στο να πεθάνει και εμεινε μήνες στο νοσοκομείο για να αναρρώσει. Οταν χρόνια αργότερα, παίρνοντας LSD αφηγήθηκε την ιστορία στον Τζον Λένον και τον Τζορτζ Χάρισον λέγοντας «Ξέρω τι είναι να είσαι νεκρός».
Ο Πίτερ Φόντα πέθανε στα 79 του χρόνια από αναπνευστική ανεπάρκεια. Η αδερφή του Τζέιν Φόντα δήλωσε «Είμαι πολύ στεναχωρημένη. Ηταν ο γλυκός μικρός μου αδερφός. Ο πολυλογάς της οικογένειας. Περάσαμε μαζί υπέροχες στιγμές τις τελευταίες αυτές μέρες. Εφυγε γελώντας.»
Δείτε εδώ ένα making of του «Easy Rider» με τον Πίτερ Φόντα ανάμεσα σε όσους μιλούν για την ταινία: