Ο Αϊβαν Ράιτμαν, σκηνοθέτης και παραγωγός σε μερικές από τις μεγαλύτερες κωμωδίες του Χόλιγουντ τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 και, φυσικά, της ταινίας «Ghostbusters», πέθανε χτες στον ύπνο στο σπίτι του στο Μοντεσίτο της Καλιφόρνια σε ηλικία 75 ετών.
Τα παιδιά του Τζέισον, Κάθριν και Κάρολιν Ράιτμαν ανέφεραν σε κοινή τους δήλωση: «Η οικογένειά μας θρηνεί για την απροσδόκητη απώλεια ενός συζύγου, πατέρα και παππού που μας δίδαξε να αναζητούμε πάντα τη μαγεία στη ζωή. Παρηγορούμαστε που η δουλειά του ως σκηνοθέτης έφερε γέλιο και ευτυχία σε αμέτρητους άλλους σε όλο τον κόσμο. Ενώ θρηνούμε, ελπίζουμε όσοι τον γνώρισαν μέσα από τις ταινίες του να τον θυμούνται πάντα».
Γεννημένος στο Κομάνο της Τσεχοσλοβακία και μεγαλωμένος στον Καναδά (όπου γνώρισε για πρώτη φορά τους νεαρούς τότε κωμικούς Νταν Ακρόιντ και Ρικ Μοράνις) ο Ράιτμαν έκανε την πρώτη του σημαντική εντύπωση ως παραγωγός του «National Lampoon's Animal House (1978), την τρελή και επιτυχημένη κωμωδία που σύστησε τον πρωταγωνιστή του «Saturday Night Live» Τζον Μπελούσι στο κοινό της μεγάλης οθόνης. Γρήγορα όμως ασχολήθηκε και με την σκηνοθεσία και οι δυο πρώτες του επιτυχίες, το «Meatballs» (1979) και το «Stripes» (1980) σύστησαν στο κοινό έναν ακόμα μεγάλο σταρ του «SNL», τον Μπιλ Μάρεϊ.
_«Υπάρχει μια στιγμή που οι ηθοποιοί μπορούν να πουν ό,τι θέλουν, και μετά, μέρος της διασκέδασης για μένα ως σκηνοθέτης, είναι να παίρνω αυτό το ακατέργαστο υλικό και απλώς να το ξαναδουλεύω και να το προσαρμόζω πάνω στο χαρακτήρα και την πλοκή. Είναι ένας τρόπος να είσαι συν-σεναριογράφος μιας ταινίας καθώς γυρίζεται. Αλλά αυτό δεν επιτρέπει μια πιο εστιασμένη σκηνοθεσίας και ένα κομψό στιλ που συνήθως οδηγεί σε μεγάλη αναγνώριση για τον δημιουργό μιας ταινίας», είχε δηλώσει παλιότερα ο Ράιτμαν σε μια συνέντευξή του για το πώς προσεγγίζει την δουλειά του ως σκηνοθέτης.
Αλλά καμία από αυτές τις ταινίες δεν γνώρισε την τεράστια επιτυχία στο box office που είχε η ταινία του 1984 «Ghostbusters», την οποία σκηνοθέτησε και ανέλαβε την παραγωγή ο ίδιος ο Ράιτμαν. Οι Ακρόιντ και Ράμις, οι οποίοι έγραψαν το σενάριο, πρωταγωνίστησαν μαζί με τους Μάρεϊ, Μοράνις και την Σιγκούρνεϊ Γουίβερ, σε μια αξεπέραστη για την εποχή της ταινία η οποία συνδύαζε την κωμωδία μαζί με εφέ και δράση. Το «Ghostbusters» κατάφερε να συγκεντρώσει 229 εκατομμύρια δολάρια στην Αμερική ενώ απέκτησε κι ένα σίκουελ το 1989 αλλά και δυο ακόμα ταινίες, η μία το 2016 από τον Πολ Φέιγκ και η άλλη μόλις πέρσι με τίτλο «Ghostbusters: Legacy» από τον γιο του Ράιτμαν, τον Τζέισον.
Ο Ράιτμαν είχε δηλώσει σε μια συνέντευξή του για το «Ghostbusters» πως _«ήταν μια τεράστια ταινία, και ειλικρινά αδύνατο να γίνει πραγματικά. Ιδιαίτερα το 1980. [Αλλά] είχε αυτή την πραγματικά λαμπρή ιδέα στον πυρήνα της, η οποία ήταν _«ένα σωρό άνθρωποι που μοιάζουν πολύ με πυροσβέστες, που κάνουν αυτή τη σημαντική δουλειά, και ότι υπάρχουν φαντάσματα και ήταν δυνατό να τα πιάσουν».
Αν και καμία από τις επόμενες ταινίες του Ράιτμαν δεν έφτασε σε παρόμοια ύψη στο box office, διατήρησε το προφίλ παραγωγής/σκηνοθεσίας του με μια σειρά από κωμωδίες που αναδιαμόρφωσαν την καριέρα του Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ όπως τα «Twins» (1988), «Kindergarten Cop» (1990) και «Junior» (1994). Εκανε επίσης και την παραγωγή στις φιλικές προς τις οικογένειες κωμωδίες, όπως το «Μπετόβεν» με πρωταγωνιστή τον ομώνυμο σκύλο του Αγίου Βερνάρδου.
Οι πιο πρόσφατες σκηνοθετικές προσπάθειες του Ράιτμαν περιλάμβαναν την τελευταία του μεγάλου μήκους ταινία, το «Draft Day» με τον Κέβιν Κόστνερ και τις ρομαντικές κομεντί «No Strings Attached» και «My Super Ex-Girlfriend». Το 2009 ήταν συμπαραγωγός του «Up in the Air», μιας δραμεντί με πρωταγωνιστή τον Τζορτζ Κλούνεϊ και σε σκηνοθεσία και σενάριο από τον γιο του Τζέισον. Η ταινία κατάφερε να αποσπάσει μια υποψηφιότητα για Οσκαρ καλύτερης ταινίας και κέρδισε το Οσκαρ καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου.