Ο κεντρικός άξονας της ιστορίας, η αναγκαιότητα να την αφηγηθείς, η σιωπηλή καρδιά που χτυπά εκκωφαντικά στο «Lost in Translation» είναι η μοναξιά. Η μοναξιά όταν είσαι μόνος, η μοναξιά όταν είσαι αταίριαστο ζευγάρι, η μοναξιά της ερημιάς σου όταν είσαι στο κέντρο μίας πολύβοης μητρόπολης, η μοναξιά τα άυπνα βράδια, η μοναξιά τα απασχολημένα σου πρωινά.
Ο τρόπος της Κόπολα να την αφηγηθεί ήταν υπόγειος, σιωπηλός, αλλά γεμάτος ένταση. Εχτισε το κενό με τέτοια συνέπεια που στο τέλος η ανάγκη ο Μπομπ και η Σάρλοτ να συναντηθούν ήταν παλλόμενη, εκρηκτική, ξεπερνούσε τη μεγάλη οθόνη. Κι αυτό, τεχνικά, το κατάφερε με σχέδιο, συνέπεια και γεωμετρικές ισορροπίες. Κάθε μονή λήψη της Σάρλοτ ζευγάρωνε με την μονή λήψη του Μπομπ. Σκηνοθετικά, είχαν συναντηθεί σε μία τέλεια αρμονία, πολύ πριν συνευρεθούν στη γραμμική αφήγηση της ιστορίας τους.
Δείτε το βίντεο των Between Frames που μας υποδεικνύει τα πλάνα αυτά, βάζοντάς τα δίπλα δίπλα, και βιώστε την επιρροή που έχει αυτό το παράλληλο χτίσιμο στη ψυχολογική ανάγνωση της ταινίας από το θεατή. Για αυτό η αγκαλιά του τέλους καταλήγει να έχει τέτοια ωστική δύναμη.
Κι επειδή είναι Κυριακή βράδυ, κάντε ένα δώρο στον εαυτό σας και βάλτε την ταινία να παίξει ξανά. Ταιριάζει με την μελαγχολία της μέρας, με το πρώτο κρύο - κυριολεκτικό και συμβολικό. Για να σας βάλουμε στο κλίμα, επαναδημοσιεύουμε μία παλιότερή μας κριτική...
Πολλά έχουν γραφτεί από τη στιγμή που η ταινία έκανε πρεμιέρα μία φεστιβαλική αθηναϊκή νύχτα 12 χρόνια πριν. Αλλα τόσα έχουν συμβεί. Η κωδικοποιημένη αγκαλιά που έδωσε η Σοφία Κόπολα στους ήρωές της, και κατά συνέπεια στους θεατές της, το κλείσιμο του ματιού για όσα δεν συμβαίνουν ούτε στις ταινίες, ούτε στη ζωή, αυτό το ενδιάμεσο "τίποτα" που μπορεί να σε κάνει να χαμογελάς ευτυχισμένος, κέρδισε διακρίσεις, αναγνώριση, βραβεία. Τα χέρια του Μπομπ και της Σάρλοτ άνοιξαν και αγκάλιασαν όλο τον κόσμο και εκείνοι ανταπέδωσαν την αγκαλιά.
Οσοι αγάπησαν κεραυνοβόλα αυτή την ταινία φοβήθηκαν μήπως χαθεί στην μετάφραση... Μήπως ανάμεσα στα φλύαρα μητροπολιτικά τοπία και τα άυπνα βλέμματα δύο τουριστών που φαινομενικά δεν έχουν τίποτα κοινό, κανείς δεν διακρίνει τίποτα. Μήπως τα ολιγοήμερα γυρίσματα, το τολμηρά αφαιρετικό σενάριο, η εμπιστοσύνη σε δύο αταίριαστους θα έλεγε κανείς ηθοποιούς να κουβαλήσουν όλα αυτά που δεν θα πουν ποτέ... πέρασαν απαρατήρητα. Μήπως κανείς ψάξει το χειροπιαστό, το ξεκάθαρο, το ωμό και χάσει τη στιγμή της προσμονής, της καρδιάς που χτυπά με την αμφιβολία, την πάλη της λογικής με την ψυχή.
Οι αποδείξεις έγιναν χρυσός στα χέρια της κόρης με τον μπαμπά Κόπολα να κοιτά βουρκωμένος από τις καρέκλες της Ακαδημίας. Οι πραγματικές αποδείξεις όμως είναι τα εκατομμύρια μάτια που βούρκωσαν παγκοσμίως. Τα μάτια που θόλωσαν και ας μην είδαν, οι καρδιές που ένιωσαν και ας μην κατάλαβαν, τα αυτιά που θα ορκιζόντουσαν ότι άκουσαν τον ψίθυρο ξεκάθαρο.
Για αυτό το «Lost in Translation» είναι μία ταινία που επισκέπτεσαι ξανά και ξανά. Παρέα για όλα αυτά τα Κυριακάτικα βράδια που βαραίνουν το βλέμμα χωρίς λόγο, τα βράδια που θέλεις να μην μιλάς άλλο. Που νώθεις χαμένος στην μελαγχολία, στις σκέψεις σου, στα φωτάκια της πόλης έξω από την τζαμαρία. Γιατί αυτή η ταινία είναι για όσους έχουν χαθεί σε τρομαχτικούς αφιλόξενους κόσμους, για όσους βρήκαν τον εαυτό τους σε μια μικρή αγκαλιά, και για όσους απομακρύνθηκαν ξανά, χωρίς το χάπι εντ τους, αλλά με την καρδιά ζεστή και γλυκιά. Σαν μέλι.
.
Δείτε ακόμα: