Ο Αλεχάνδρο, έμπειρος πιλότος πολιτικής αεροπορίας, παντρεμένος και ευκατάστατος, συνεχίζει να υπηρετεί με πάθος τη δουλειά του, παρά τις δεκαετίες κούρασης που κουβαλάει στις πλάτες. Ομως η κανονικότητα ανατρέπεται όταν, ένα πρωί, εμφανίζονται στην πόρτα του δήθεν ασφαλίτες του αεροδρομίου και τον μεταφέρουν σε ένα υπόγειο γραφείο για μια υποτιθέμενη έρευνα ρουτίνας. Την προκλητική, προσωπικών δεδομένων ανάκριση θα ακολουθήσει επιτόπου ένα αίτημα: τού ζητούν να μεταφέρει απόρρητου περιεχομένου μαύρες βαλίτσες στα τακτικά του δρομολόγια μεταξύ Μπουένος Αϊρες και Μαδρίτης.
Εκείνος δέχεται υποχρεωτικά. Και, με αυτή την αποδοχή, αυτόματα διαφοροποιείται από τον τυπικά χιτσκοκικό αθώο που εγκλωβίζεται σε καταστάσεις πέραν του ελέγχου του. Αλλωστε, «εκβιασμός» είναι ο πρωτότυπος τίτλος του θρίλερ αγωνίας του Αργεντίνου Μαρτίνο Ζαϊντέλις, και ο Αλεχάνδρο κάθε άλλο παρά αθώος είναι: έχει από καιρό κουφαθεί στο ένα αφτί, κάτι που κρατά κρυφό, έχοντας παραποιήσειγνωματεύσεις μέσω της υπηρεσιακής γιατρού του, η οποία είναι και ερωμένη του, εννοείται αν αγνοία της συζύγου. Καθόλου δύσκολο για τους πράκτορες, που θέλουν να μεταφέρουν μαύρα λεφτά από κρατικά κονδύλια εκτός χώρας, να εκμεταλλευθούν τη διπλή του ενοχή και να τη χρησιμοποιήσουν ως μοχλό πίεσης.
Ο ιστός είναι καλά στημένος, και το γερά ντεκουπαρισμένο σενάριο του Εμανουέλ Ντίεζ, τουλάχιστον στο πρώτο μισό του φιλμ, μεταφέρει αβίαστα νομίζεις τα δεσμά του ήρωα, την αδυναμία του να μοιραστεί τον πόνο του με οποιονδήποτε, ακόμα και τη γυναίκα του, το άγχος του να γίνουν όλα σωστά στις εκάστοτε αποστολές, τον φόβο του για τις συνέπειες στην περίπτωση που κάτι στραβώσει. Ολα τα εκφραστικάμέσα, μαζί και το πρόσωπο-χάρτης συναισθημάτων του Γκιγιέρμο Φραντσέλα («Το Μυστικό στα Μάτια της», «Το Κόλπο του Αιώνα»), συνεπικουρούν εδώ στη συντήρηση μιας μόνιμης εκκρεμότητας στα δρώμενα, που εξάλλου ορίζει και την έννοια του σασπένς.
Φυσικά, επειδή για θρίλερ αγωνίας μιλάμε πρωτίστως παρά για ψυχόδραμα, κάτι θα πάει στραβά κάποια στιγμή, και το αόρατο κελί του Αλεχάνδρο θα μετατραπεί σε εκείνο ενός πιθανού μελλοθάνατου. Η απεγνωσμένη πάλη του να δραπετεύσει, αντιμετωπίζοντας μια και καλή το πρόβλημα, χωρίς μάλιστα παρενέργειες (στην υπόθεση έχουν σταδιακά εμπλακεί κι άλλα κοντινά του άτομα), έχει ομολογουμένωςτις ευκολίες της σεναριακά, ελιγμούς αστυνομικού κυρίως τύπου που υπονομεύουν σε έναν βαθμό την αληθοφάνεια της δράσης.
Ακόμα κι έτσι, τούτη η mainstream λογικής άσκηση πάνω στο αδιέξοδο ενός ιπτάμενου πατά σχετικά σταθερά στη γη, κρατώντας μια ισορροπία ανάμεσα στον ψυχολογισμό και την αλληγορία (βλέπε και το φινάλε) και ενθέτοντας, έστω στοιχειωδώς, την αργεντίνικη εκδοχή (και διαδικασία) της πολιτικής διαφθοράς σε ένα πρότυπο είδους.