Μπορεί κανείς να πει ότι οι νεαροί πρωταγωνιστές της καινούριας ταινίας του Ματέο Γκαρόνε δεν βρίσκονται αντιμέτωποι με μια κρίση που απειλεί άμεσα τη ζωή τους, όταν αποφασίζουν να αφήσουν το χωριό τους στην Σενεγάλη, ονειρευόμενοι μια καλύτερη ζωή στην ιδανικοποιημένη στο μυαλό τους Ευρώπη. Ομως η ελπίδα για ένα πιο φωτεινό αύριο, για μια καλύτερη θέση, για μια ευκαιρία, υπήρξε πάντα η δύναμη που έσπρωχνε τον κόσμο μας μπροστά και άνθρωποι σαν τον Σεϊντού και τον Μούσα, τους δυο νεαρούς χαρακτήρες του «Io Capitano», κάποτε θα χαιρετίζονταν ως ήρωες και όχι σαν πρόβλημα που αναζητά μια λύση.
Κι αν συνήθως οι ταινίες για την προσφυγική κρίση βρίσκουν τους χαρακτήρες τους, είτε στα σύνορα (όπως το «Green Border» της Ανιέσκα Χόλαντ), είτε να αντιμετωπίζουν ήδη τη σκληρή πραγματικότητα αυτού που νόμιζαν ότι θα είναι η «γη της επαγγελίας», εδώ το ταξίδι τους ξεκινά από την αρχή. Και στη διαδρομή του, βιώνεις μαζί τους, με τρόπο που είναι αδύνατον να ξεχάσεις, τις αδιανόητες δυσκολίες του και αντιλαμβάνεσαι τη δύναμη που είναι απαραίτητη για να το φέρουν εις πέρας.
Με έναν εξαιρετικό πρωταγωνιστή στο κέντρο του, τον νεαρό Σεϊντού Σάρ (βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ηθοποιού στο Φεστιβάλ Βενετίας και Αργυρός Λέων Σκηνοθεσίας για την ταινία), το «Εγώ, Καπετάνιος» καταγράφει αυτή την επική διαδρομή που χαράζεται όχι μόνο στην αχανή αφρικανική ήπειρο μα και στην ψυχοσύνθεση του κεντρικού του χαρακτήρα. Μια διαδρομή που, την ίδια στιγμή, ανάβει στο μυαλό και την καρδιά μας τη φλόγα της συμπόνοιας, της κατανόησης, της ενσυναίσθησης.
Ισως οι εικόνες του να είναι για κάποιους περισσότερο λυρικές απ΄ όσο θα «απαιτούσε» μια ταινία με τέτοιο θέμα, αλλά πέρα από το γεγονός ότι η κινηματογραφική ποιότητά τους είναι αδιαμφισβήτητη, σχεδόν ποτέ ένα φιλμ για το προσφυγικό ή το μεταναστευτικό δεν κατάφερε να μεταδώσει τη δύναμη και την αλήθεια αυτής της εμπειρίας με τρόπο τόσο έντονο και αποτελεσματικό. Κι αυτό από μόνο του δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα αληθινό κατόρθωμα.