Συνέντευξη

Δημήτρης Σπύρου: Πήρα τη Strada κι έρχομαι

of 10

Με αφορμή το 22ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους που ξεκίνησε το Σάββατο 30 Νοεμβρίου, ο καλλιτεχνικός του διευθυντής Δημήτρης Σπύρου θυμάται την καταγωγή του θεσμού αλλά και τη δική του ως σινεφίλ, ηθοποιό και κινηματογραφιστή.

Δημήτρης Σπύρου: Πήρα τη Strada κι έρχομαι

Συναντάμε τον Δημήτρη Σπύρου σε ένα από τα θρυλικά καφενεία στο κέντρο της Αθήνας, στη Μόκα τέρμα Καλλιδρομίου, στέκι του εδώ και μισό σχεδόν αιώνα. Κι αρχίζει και ξετυλίγει το νήμα των αναμνήσεων. Το χωριό, οι ταινίες που πρωτοείδε σαν παιδί, τα σκληρά γυμνασιακά χρόνια, οι δραματικές και κινηματογραφικές σπουδές, οι πρώτες εμπειρίες στα πλατό, οι γνωριμίες που έγιναν φιλίες, οι απογοητεύσεις αλλά και οι ευτυχείς συγκυρίες, και, φυσικά, το Φεστιβάλ Ολυμπίας.

Το 22ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους διεξάγεται φέτος από τις 30 Νοεμβρίου μέχρι και τις 7 Δεκεμβρίου. Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για τις προβολές, τα εργαστήρια και τις παράλληλες δράσεις του στο επίσημο site του και στην επίσημη σελίδα του στο Facebook.

Σπύρου Ο Δημήτρης Σπύρου με φόντο την αφίσα της 22ης διοργάνωση του 2019

Το φεστιβάλ μετρά φέτος 22 διοργανώσεις, ή 23 χρόνια ζωής αν συνυπολογίσουμε και τη μία χρονιά που δεν διεξήχθη. Ποια είναι η καταγωγή της ιδέας για τη δημιουργία του;

Το 1990 είχα κάνει την ταινία «Ο Ψύλλος», η οποία είχε μια εντυπωσιακή διαδρομή στο εξωτερικό, και με βραβεύσεις αλλά και με πωλήσεις πολλές, κυρίως στις τηλεοράσεις, που αγοράζανε εκ νέου τα δικαιώματα όταν έληγαν για να την επαναπροβάλλουν. Στις προβολές στα διεθνή φεστιβάλ παρευρισκόμουν κι εγώ. Κι εκεί στην ουσία πληροφορήθηκα για το τι είναι ο κινηματογράφος για παιδιά και νέους. Παρότι είχα κάνει την ταινία, δεν είχα υπόψη μου πως υπάρχει ένα άλλο είδος σινεμά. Το διαπίστωσα στο Βερολίνο καταρχάς όταν παίχτηκε το φιλμ στο Kinderfilmfest, το νυν Generation. Και μετά στο Σικάγο, στο Κάιρο, στο Ισφαχάν. Κι έτσι είχα μια επαφή τόσο με ευρωπαϊκά φεστιβάλ όσο και χωρών σε άλλες ηπείρους. Και μού άρεσαν πολύ. Μού άρεσε η εκπαιδευτική τους διάσταση, και κυρίως το φιλικό κλίμα που υπήρχε, χωρίς τον ανταγωνισμό και το σπρωξίδι των άλλων διοργανώσεων, όπως ας πούμε στο Ομπερχάουζεν, όπου συμμετείχα διαγωνιζόμενος με τη μικρού μήκους μου, την «Ερμηνεία», το 1987. Αυτό το κλίμα, λοιπόν, με κέρδισε αμέσως στα παιδικά φεστιβάλ. Γνωριμίες, επαφές, συνέργειες. Και σκέφτηκα πως ένα τέτοιο πράγμα χρειάζεται και στην Ελλάδα.

Υπήρχε τότε ήδη το Νεανικό Πλάνο, η εταιρεία υποτιτλισμού και διανομής;

Το Νεανικό Πλάνο άρχισε να λειτουργεί από το 1991, με ιδρυτές εμένα και τον Νίκο Θεοδοσίου, τον διευθυντή του Camera Zizanio, τον οποίο πρωτογνώρισα στο υπόγειο του Παπαδημητρίου με τις μηχανές προβολής, στην Κάνιγγος, όταν έψαχνα να δω πώς θα μπορέσω να παρουσιάσω τον «Ψύλλο» σε ένα σχολείο που μού είχε ζητήσει προβολή. Δεν ήταν πολλά χρόνια που είχε επιστρέψει από Παρίσι ο Νίκος, δούλευε τότε ως φωτογράφος και δημοσιογράφος σε διάφορα έντυπα, Προσφέρθηκε αμέσως, βγήκαμε να πιούμε ένα ούζο, είδαμε πως ταιριάζουν τα χνώτα μας, κι αυτό ήταν, γίναμε φίλοι.

Και ιδρύσατε την εταιρεία διανομής…

Δε λειτουργούσε σαν εταιρεία διανομής ακόμα, αλλά με εκπαιδευτικές δράσεις που ξεκινήσαμε να κάνουμε με τον Νίκο στα σχολεία προβάλλοντας βασικά τον «Ψύλλο». Κι εκεί επεξεργαστήκαμε διάφορα προγράμματα για πρώτη φορά. Στους εκπαιδευτικούς άρεσε η δυνατότητα να προβάλλεται μια ταινία με πρωταγωνιστή ένα παιδί με το οποίο μπορούσαν οι μαθητές να ταυτιστούν, συν η ευκαιρία που τους δινόταν στη συνέχεια να δουλέψουν πάνω σε ιδέες με αφορμή το φιλμ, όπως να πάρουν κάποια σκηνή και να την κάνουν θεατρική παράσταση, να ζωγραφίσουν, να μιλήσουν για τη λογοτεχνία. Στο μεταξύ η ταινία βγαίνει και σε βιβλίο το 1993, δίνοντας την ευκαιρία στα σχολεία να κάνουν εκδηλώσεις πάνω στις διαφορές και ομοιότητες κινηματογράφου και λογοτεχνίας, αλλά κάνουμε κι άλλες, πιο συγκεκριμένες δράσεις, όπως ας πούμε στο Γυμνάσιο του Βύρωνα εξάμηνο εργαστήριο επιχορηγούμενο από τον Δήμο, με Σαββατοκύριακα Μαθήματα κινηματογράφου. Απ’ όπου βγήκε κι ένα ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ με τίτλο «Βύρωνας, Μνήμες και Ιστορίες». Ανάλογα και στον Πύργο, με ένα ντοκιμαντέρ που λεγόταν «Στα Iχνη του Παυσανία». Τότε, συμβαίνει να είμαι μέλος της γενικής συνέλευσης του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου ως εκπρόσωπος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Κι εκεί πια είχα μελετήσει το θέμα παιδικός κινηματογράφος, και κυρίως την αναγκαιότητα για την ανάπτυξη της παραγωγής του. Πως πρέπει δηλαδή να εκπαιδευτούν και κάποιοι σκηνοθέτες, γιατί δεν μπορεί να κάνει φιλμ για την παιδική ηλικία χωρίς να λάβεις υπόψη κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Αρχίσαμε να μελετάμε τα πάντα σχετικά, να παίρνουμε απ’ έξω βιβλία και να τα μεταφράζουμε, γιατί δεν υπήρχε εδώ βιβλιογραφία, προκειμένου να αποκτήσουμε μια κουλτούρα γύρω από το παιδικό και νεανικό σινεμά. Εν πάσει περιπτώσει, σαν κινηματογραφιστές καταφέραμε γρήγορα να μπούμε στο πνεύμα, χάρη και στις δεκάδες ταινίες που από εκεί και πέρα παρακολουθούσαμε. Και στη γενική συνέλευση του ΕΚΚ παρουσίασα έναν πλήρη φάκελο ο οποίος εντυπωσίασε. Oτι αυτό το υιοθετούμε και προχωράει. Βέβαια, δεν προχώρησε τίποτα.

σπύρου Στο Φεστιβάλ του Ζιλν, Καλοκαίρι 2019

Σκεφτήκατε ποτέ να παραιτηθείτε της ιδέας;

Oχι, γιατί έβλεπα το ενδιαφέρον που υπήρχε γύρω από το αντικείμενο. Εβλεπα όμως κι ένα αδιέξοδο. Το είπα και στον Νίκο. Αυτό, του λέω, θα ισχύει μέχρι να κουραστούμε εμείς. Γιατί κάποια στιγμή, μετά από τόσο κόπο, και χωρίς να παίρνουμε μία, πλην των ελαχίστων περιπτώσεων που κάποιος δήμος έβαζε κάτι, θα αγανακτήσουμε. Πρέπει να γίνει κάτι μεγάλο. Κι εκεί άρχισα να επεξεργάζομαι την ιδέα της δημιουργίας ενός διεθνούς φεστιβάλ. Να γίνει μια έκρηξη και να διαχυθεί η πληροφόρηση μέσα σε όλα τα σχολεία, να υπάρξει ένας προβληματισμός μέσα στην οπτικοακουστική κοινότητα, να δημιουργηθεί ένα ενδιαφέρον στους δημοσιογράφους και να επικοινωνηθεί ως κάτι ιδιαίτερο. Είχα την εμπειρία των φεστιβάλ που επισκεπτόμουν, είχα όμως κατά νου και πολλά πράγματα που δεν υπήρχαν σε αυτά, καινοτόμα. Το φεστιβάλ αυτό δεν ήθελα να είναι σε μια μεγάλη πόλη, γιατί στις μικρές πόλεις, όπως το έβλεπα, ήταν πολύ πιο συνεκτικό σε σχέση με τους επισκέπτες, την τοπική κοινωνία, την τοπική εκπαιδευτική κοινότητα. Ήθελα, λοιπόν μια μικρή πόλη, πάντως όχι τόσο μικρή όσο ο Πύργος. Αλλά σκεφτόμουν πως θα εμφανιζόμασταν ξαφνικά ως κομήτες κάπου, ενώ στον Νομό Ηλείας υπήρχε η επαφή με ανθρώπους που γνωρίζαμε και μας γνώριζαν. Υπήρχε μια ευκολία. Αλλωστε, η Αρχαία Ολυμπία ήταν σημείο αναφοράς ως ένα σύμβολο ειρηνικής συνύπαρξης ανθρώπων και ευγενούς άμιλλας όπως είναι αυτά τα φεστιβάλ, οπότε θεώρησα ότι είναι ο ιδανικός χώρος για το πνεύμα μιας τέτοιας διοργάνωσης. Το είδα πολύ αισιόδοξα και με προοπτική, και λέω αν αγκαλιαστεί από την εκπαιδευτική κοινότητα κι από μια έστω μικρή ομάδα πολιτών, θα δημιουργηθούν και οι υποδομές σταδιακά, θα περάσει και σε κωμοπόλεις γύρω, θα αναπτυχθεί, θα εξακτινώνεται στον Νομό, και γιατί όχι και παραπέρα.

Προφανώς όμως θα υπήρχαν και λόγοι συναισθηματικοί, αφού κατάγεστε από χωριό της Ηλείας…

Ναι, το χωριό μου λέγεται Διάσελλα, 17 χιλιόμετρα από τα Κρέστενα. Πράγματι, θα μου κακοφαινόταν τελικά αν ήταν αλλού, γιατί εκεί ,στον νομό, έκανα τον «Ψύλλο», όπως και τέσσερα ντοκιμαντέρ για την τηλεόραση. Με ενέπνεε ο χώρος όπως και να το κάνουμε. Αποφάσισα, λοιπόν, να το παλέψω εκεί, κι όχι κάπου αλλού. Και λέω στον φίλο μου Χρήστο Κωνσταντόπουλο, που ήταν τότε στα Νέα κι έβγαζε και το περιοδικό τέχνης Αλφειός, και είχε κάνει οργάνωση παραγωγής στον «Ψύλλο», πως κάτι τέτοιο λείπει στην Ελλάδα, και ενθουσιάζεται. Ο Αλφειός τότε έκανε πολύ δυνατές πολιτιστικές εκδηλώσεις. Η πρώτη φορά που έγινε συναυλία μέσα στο στάδιο της Αρχαίας Ολυμπίας, με τον Μίκη Θεοδωράκη, διοργάνωση του Χρήστου ήταν. Το βράδυ λοιπόν της συναυλίας, την οποία χρηματοδοτούσε η Νομαρχία, τρελαμένος ο νομάρχης με την επιτυχία, του λέει «Χρήστο, ετοίμασε το επόμενο, πες τι θέλεις να κάνουμε!». Του λέει ο Χρήστος πάει, τελείωσε, αυτά είναι στρακαστρούκες. Αν δε δημιουργηθούν θεσμοί… Τι εννοείς; του λέει ο νομάρχης. Να, ένα διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου για παιδιά και νέους. Τι’ ν’ αυτό; Δεν είναι της στιγμής, λέει ο Χρήστος, να έρθω να σου πω. Πάει, του εξηγεί το κόνσεπτ, κι αν θέλεις να έρθει ο Δημήτρης να σου το αναλύσει. Αύριο! του λέει ο νομάρχης. Ο Θανάσης Ράλλης. Γιατρός, αλλά και φανατικός σινεφίλ, βλέπανε με τη γυναίκα του ως φοιτητές δύο ταινίες τη μέρα. Κατεβαίνω λοιπόν, και του το αναλύω λεπτομερώς. Ενθουσιάζεται με την περιγραφή. Πώς λειτουργεί έξω, πώς το θέλουμε εμείς, με ποια καινούργια πράγματα. Πόσο κοστίζει, με ρωτάει. Δεν είναι μόνο αυτό, του κάνω, πρέπει να αγοράσουμε καινούργια μηχανήματα, δεν υπάρχει τίποτα. Ο Απόλλων τότε δεν έχει σύστημα ήχου και εικόνας. Και το συνεδριακό δεν υπήρχε. Με τα πολλά, πήραμε νέα μηχανήματα μέσω της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, που τα αγόρασε για εκείνην αλλά ήταν μέσα στους σκοπούς της να μπορεί να τα διαθέσει. Την πρώτη χρονιά μόνο για τον Απόλλωνα, και τη δεύτερη και για την Αμαλιάδα, που τότε δεν είχε το Cine Cinema, οι προβολές γίνονταν σε έναν χώρο εκδηλώσεων στο Δημαρχείο. Αυτό που μας ενδιέφερε, ήταν η αίθουσα στον Πύργο να είναι άψογη για τις προβολές του διαγωνιστικού, και στην Αμαλιάδα να γίνονται κάποιες παράλληλες προβολές.

Σπύρου Από παλιότερη διοργάνωση του Φεστιβάλ Ολυμπίας

Aρα η Αμαλιάδα ήταν από την αρχή στον φεστιβαλικό σας χάρτη…

Ναι, από τον πρώτο χρόνο κάναμε κάποιες προβολές και εκεί. Την πρώτη χρονιά, το 1997, είχαμε Πύργο και Αμαλιάδα, και κάποιες προβολές με φορητή 35άρα, γιατί δεν είχε άλλες υποδομές, στην Αρχαία Ολυμπία.

Αλλά δεν υπήρχε ούτε ως ιδέα ακόμα αυτόνομο διαγωνιστικό τμήμα ντοκιμαντέρ στην Αμαλιάδα...

Oχι. Το Kids & Docs δημιουργήθηκε πριν τέσσερα χρόνια. Δεν υπήρχαν μέχρι τότε ντοκιμαντέρ αξιόλογα για παιδιά και νέους. Είχαμε παλιά ένα ή δύο στο πρόγραμμα, μέχρι που έγινε μια έκρηξη από το 2010 και μετά και πλέον δε χωράγανε στο πρόγραμμα.

Tο Cine Cinema υπήρχε τότε;

Δεν υπήρχε, ήταν ένα παλιό παγοποιείο. Ο Χρήστος Σοφιανόπουλος, που τότε είχε ένα βενζινάδικο με τον πατέρα του, αποφασίζοντας να φτιάξει σινεμά στην Αμαλιάδα, πήρε τον χώρο, σεβάστηκε όλη την αρχιτεκτονική του χώρου, έκανε μια ανακαίνιση μεγάλη, και έβαλε όλη τη μαστοριά του στο να φτιάξει μια αίθουσα σύγχρονων προδιαγραφών. Με φοβερή εικόνα και ήχο. Ένα ντούμπλεξ, με μια μεγάλη αίθουσα χωρητικότητας 270 περίπου ατόμων και μια μικρότερη πάνω. Το ενδιαφέρον με τον Χρήστο είναι πως, ενώ δούλευε στο βενζινάδικο, ήταν φοβερός σινεφίλ κι έκανε τις προβολές για την κινηματογραφική λέσχη της Αμαλιάδας. Είναι να ξεκινήσει το φεστιβάλ, λοιπόν, λέμε τι γίνεται από μηχανικούς προβολής στον Νομό Ηλείας, τίποτα. Ένας στον Πύργο, που είχε και δουλειά στην αίθουσα, στον Ορφέα, και μαθαίνουμε πως είναι κι ένα παιδί στην Αμαλιάδα που κάνει προβολές στη λέσχη. Κι εκεί τον φωνάζουμε για πρώτη φορά να κάνει προβολές και για το φεστιβάλ. Και διαπιστώνουμε πως είναι όχι απλώς ένας σινεφίλ, αλλά και έχει εξαιρετικό ταλέντο και αντίληψη γύρω από την εικόνα και τον ήχο. Από τότε λοιπόν, πριν, 22 χρόνια, άρχισε να εξελίσσεται γοργά, να ενημερώνεται διαρκώς. Όταν κάποια στιγμή άκουσε πως ήταν να πάω στο φεστιβάλ Κανών, μου λέει θέλω να έρθω κι εγώ, με δικά μου έξοδα, για να πάρω μια ιδέα για την αναβάθμιση της αίθουσας. Έρχεται, παρατηρεί, δημιουργεί επαφές με μηχανικούς προβολής… Τον άλλο χρόνο του λέω θέλεις να έρθεις και στο Βερολίνο. Έρχεται κι εκεί, παρακολουθεί τα πάντα. Ραγδαία η εξέλιξή του. Είναι ένα φαινόμενο στα τεχνικά ζητήματα. Είναι υπεύθυνος για τα τεχνικά του υποτιτλιστικού τμήματος του Νεανικού Πλάνου, που δεν είναι κάτι απλό, γιατί το σύστημα είναι δικό μας, δεν είναι κάποιο πρόγραμμα έτοιμο. Που τώρα έχει αναβαθμιστεί τόσο που μόνο μονόζυγο δεν κάνεις. Χάρη στον Χρήστο, που ανά τα χρόνια έχει εκπαιδεύσει και τη δική του ομάδα τεχνικών, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει στην Ελλάδα άλλος νομός σαν την Ηλεία που να έχει τόσους μηχανικούς προβολής. Τόσο, που έχει εξαπλωθεί το ενδιαφέρον για το σινεμά σε άλλες πόλεις. Εως και τη Βάρδα! Έχουν, λοιπόν, αναπτυχθεί και τεχνικοί χάρη στη διοργάνωση. Μηχανικοί προβολής, άνθρωποι που ασχολούνται με εξοπλισμούς, με στήσιμο εκδηλώσεων. Μεγάλοι μουσικοί παίρνουν αυτή τη στιγμή για τις εκδηλώσεις τους τον Χρήστο και τον συνεργάτη του, τον Βασίλη Μπαντούνα. Μια πτυχή του φεστιβάλ νομίζω πολύ ενδιαφέρουσα...

...η έλλειψη υποδομών, όχι μόνο του φεστιβάλ αλλά και της ίδιας της πόλης, καλύφθηκε με δεκάδες άλλα πράγματα. Καλύφθηκε με τη φιλοσοφία που είχε το φεστιβάλ, με τον ανθρωποκεντρικό τρόπο που λειτουργούσε πάντα. Περνάμε καλά, κάνουμε φίλους, μαθαίνουμε πράγματα, ευχαριστιόμαστε τη γνώση.»

1ο Από το 1ο Εκπαιδευτικό Συνέδριο του πρώτου Φεστιβάλ Ολυμπίας το 1997

Ξεκινάτε, λοιπόν, το 1997 με Πύργο και Αμαλιάδα…

Ναι, και πριν ξεκινήσουμε, κατεβάζουμε από Αθήνα τον Χρήστο Γαρταγάνη, εξαίρετο τεχνικό, γιατί ο Σοφιανόπουλος ήταν ακόμη νεόκοπος. Και μαζί στήνουνε τον Απόλλωνα στον Πύργο. Η αίθουσα γίνεται τζιτζί. Μάλιστα είχαμε την εύνοια της τύχης να έχουμε εκείνη την πρώτη χρονιά μια μεγάλη ταινία, τον «Βασιλιά των Μασκών», που είχε πάρει δύο μεγάλα βραβεία στις Κάνες. Του Βου Τιάν-Μινγκ, του μέντορα της τέταρτης γενιάς των Κινέζων κινηματογραφιστών, μεταξύ άλλων και του Ζανγκ Γιμού. Εταιρεία παραγωγής η θρυλική Shaw Brothers, που κάνει τότε κάθε εβδομάδα μια ταινία πολεμικών τεχνών, και ετησίως κάνει και δύο καλλιτεχνικές για να «ξεπλένει» την εμπορικίλα. Να πω εδώ πως ο «Ψύλλος» δεν είχε ακόμα ξεχαστεί, και το γεγονός πως το φεστιβάλ το έκανε ο δημιουργός εκείνου του φιλμ, που είχε βραβευτεί σε Βερολίνο και Σικάγο, έπαιξε βασικό ρόλο στο να μπορέσουμε να μαζέψουμε καλές ταινίες, 12 συνολικά, από εταιρείες που γνώριζαν τον «Ψύλλο». Ήταν φοβερή η χρονική συγκυρία. Για ένα πρώτο φεστιβάλ αυτό ήταν μεγάλη επιτυχία.

Από καλεσμένους;

-Μεταξύ άλλων, λοιπόν, στέλνουμε και μια πρόσκληση στον Τάε Τουτζ-Κο, τον διευθυντή της Shaw Brothers στο Χονγκ Κονγκ. Και απαντά θετικά! Τότε δεν ξέρουμε ακόμη πως λαμβάνει 3.000 προσκλήσεις τον χρόνο για εκδηλώσεις και φεστιβάλ διεθνώς. Μιλάμε με τη γραμματέα του, λέει εντάξει, αλλά πετάει μόνο business. Σκέφτομαι, λέω δε γίνεται να κάνουμε ειδική μεταχείριση, δεν θα είναι δίκαιο για τους άλλους. Αποφασίζω, λοιπόν, να γράψω μια επιστολή εξηγώντας πως δεν μπορούμε να κάνουμε εξαιρέσεις, πως είναι θέμα αρχής, προτείνοντας όμως να έρθουν εκείνος και μια συνοδός, η πρωταγωνίστρια, οικονομική θέση. Τελικά αυτό του έκανε θετική εντύπωση.

Κατάφεραν τελικά να παραβρεθούν;

Δεν μπόρεσε να έρθει η ηθοποιός, αλλά ήρθε ο ίδιος, business, πληρώνοντας τη διαφορά, που γι’ αυτόν βέβαια ήταν ψίχουλα. Φτάνει, λοιπόν, ο Τάε Τουτζ-Κο στο αεροδρόμιο και συναντά πανελλαδική απεργία. Φοβερή ταλαιπωρία, χάος, να διασχίσεις την Αθήνα μέχρι να βγεις εθνική, έρχεται τέλος πάντων στο ξενοδοχείο στον Πύργο, που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με τα πεντάστερα που μένει αυτός, λέει να κάνει ένα μπάνιο, αλλά παγωμένο το νερό! Κι εκεί, φορτωμένος όπως είναι, αποφασίζει να φύγει την επομένη το πρωί –αυτά μας τα λέει ο ίδιος μετά. Αλλά μιας και ήρθα μέχρι εδώ, σκέφτεται, ας πάω στην τελετή έναρξης, που προβάλλεται και η ταινία μου. Έρχεται, συναντά το πλήθος, το ζεστό κλίμα, την ανταπόκριση. Μένει κατάπληκτος με τις συνθήκες. Χωρίς να το καταλάβει έχει γνωρίσει και καμιά δεκαριά ανθρώπους. Πάμε και τρώμε μετά, ίδιο κλίμα. Ας μείνω μια μέρα παραπάνω, λέει. Που τελικά έμεινε τέσσερις μέρες, και μέχρι και τα τραπέζια κουβάλαγε στις ταβέρνες που τον πηγαίναμε να φάμε. Φεύγοντας, μας λέει καλώ όσα άτομα θέλετε από την ομάδα σας, για ένα μήνα στο Χονγκ Κονγκ, με όλα τα έξοδα καλυμμένα! Δεν πήγαμε τελικά, αν και το είχαμε στο πρόγραμμα, γιατί επανήλθε με την πρότασή του. Τρία χρόνια μετά, όμως, άλλαξε η διοίκηση στην εταιρεία. Τι θέλω να πω; Πως η έλλειψη υποδομών, όχι μόνο του φεστιβάλ αλλά και της ίδιας της πόλης, καλύφθηκε με δεκάδες άλλα πράγματα. Καλύφθηκε με τη φιλοσοφία που είχε το φεστιβάλ, με τον ανθρωποκεντρικό τρόπο που λειτουργούσε πάντα. Περνάμε καλά, κάνουμε φίλους, μαθαίνουμε πράγματα, ευχαριστιόμαστε τη γνώση.

σπύρου Ο Δημήτρης Σπύρου με τον Γιάννη Ρίτσο το 1981, όπου σε διαγωνισμό για ποιητές κάτω των 35 ετών πήρε το πρώτο βραβείο.

Ας πάμε λίγο σε εσάς, πίσω, και μέχρι να φτάσετε να γίνετε σκηνοθέτης. Ποια ήταν η πρώτη ταινία που θυμάστε να είδατε στη ζωή σας;

Ηταν στην πλατεία του χωριού μου, με τη Γεωγραφική Υπηρεσία που ήρθε. Μια κωμωδία του Βέγγου, ξεχνάω τον τίτλο, με την ατάκα «ο κύριος από κει δεν είναι ο κύριος από κει αλλά ο κύριος από δω». Βασικά ήταν τρεις ταινίες εκείνο το καλοκαίρι που είχαν φέρει. Ένα ντοκιμαντέρ για τη δολοφονία του Κένεντι, μαζί με ένα ελληνικό για το κλάδεμα των ελαιών, του Υπουργείου Γεωργίας, που θυμάμαι το έκραζε ο κόσμος, γιατί προφανώς ο σκηνοθέτης δεν είχε ιδέα του αντικειμένου. «Τι κάνει ρε αυτός! Κόβει την καλή κλάρα κι αφήνει το κούτσουρο!», κι άλλα τέτοια.

Ηταν προφανώς περιοδεύουσα προβολή…

Ναι, σ’ έναν τοίχο με κρεμασμένο πανί εκεί στην πλατεία, με γεννήτρια, γιατί ρεύμα δεν υπήρχε τότε στο χωριό. Ερχόταν ο άνθρωπος που σχετιζόταν με το δημοτικό γραφείο του υπουργείου, με τη φρέζα του, τα μηχανήματα, έστηνε και… παιδιά φωνάχτε, σινεμά τζάμπα! Τη στιγμή αυτή την περιγράφω και στο μυθιστόρημα που έχω γράψει, «Η Μουσική Που Σταμάτησε τον Πετροπόλεμο». Θα ήμουν γύρω στα δέκα.

Τότε είναι που μπαίνει ο σπόρος;

Εκεί απλά με έχει εντυπωσιάσει αυτή η συνθήκη. Στη συνέχεια, όταν τέλειωσα το δημοτικό, πήγα στα Κρέστενα που είναι η κωμόπολη και έμενα εκεί, γιατί οι συγκοινωνίες τότε ήταν πολύ προβληματικές. Σε ένα δωμάτιο με ένα τραπεζάκι κι ένα κρεβάτι, κι αυτό ήταν όλο. Εμενα τότε με τον αδελφό μου που πήγαινε στην τελευταία τάξη του εξατάξιου γυμνασίου. Από τη δευτέρα γυμνασίου, έμενα μόνος μου, σ’ αυτό το δωμάτιο. Εκεί ανακάλυψα πολύ νωρίς τη δημοτική βιβλιοθήκη. Και μπήκα στην κλασική λογοτεχνία, χάρη και στον εξυπηρετικό βιβλιοθηκάριο. Που μου’ λεγε, ας πούμε, τον Καρκαβίτσα διάβασέ τον, τον Σολωμό διάβασέ τον. Στο σινεμά, γιατί τα Κρέστενα είχαν ευτυχώς έναν κινηματογράφο, πήγαινα κι έβλεπα ό, τι έπαιζε. Καουμπόικα, αστυνομικά, ελληνικά. Τσοντούλες που και που, ο, τι να’ ναι. Ο σκοπός ήταν να μη χάσω τίποτα. Κι όταν ακούγαμε για καμιά ταινία που έκανε θόρυβο και δεν ήταν να έρθει Κρέστενα, το «Ορατότης Μηδέν», ας πούμε, κατεβαίναμε με οτοστόπ στον Πύργο, γιατί δεν είχαμε λεφτά, τη βλέπαμε, και γυρίζαμε πάλι με τον ίδιο τρόπο. Όμως το πρώτο κινηματογραφικό ταρακούνημα για μένα ήταν όταν πήγαινα ή στην πέμπτη ή στην έκτη του γυμνασίου. Παίζεται στα Κρέστενα η ταινία «La Strada». Βλέποντάς την παθαίνω το σοκ της ζωής μου. Δεν πιστεύω στα μάτια μου. Μένω, δε βγαίνω, επειδή απαγορευόταν κιόλας η κυκλοφορία στους μαθητές «πέραν της κεκανονισμένης ώρας» λόγω Χούντας. Δίπλα από τη μηχανή προβολής είχε ένα καμαράκι, με ένα κενό μπροστά, όπου μπορούσαν πέντε άνθρωποι, όρθιοι, να βλέπουν την ταινία, για να μη μπορούν αν μπουν ο γυμνασιάρχης ή οι πράκτορες καθηγητές να σε δουν στην αίθουσα. Ο μηχανικός κλείδωνε και το πορτάκι για το δωμάτιο προβολής οπότε ήμασταν ασφαλείς εκεί πάνω. Κάθομαι και την ξαναβλέπω λοιπόν. Και τη σκέφτομαι όλη τη νύχτα και την επομένη το πρωί, ανυπομονώντας να πάω να την ξαναδώ, γιατί μόνο δύο μέρες θα παιζόταν. Η ταινία μού αναιρεί τα πάντα όσα διαβάζαμε στα λαϊκά περιοδικά θεαμάτων, μου απομυθοποιεί το σύμπαν, έχω αρχίσει και αισθάνομαι βλάκας. Με δουλεύανε τόσα χρόνια, σκέφτομαι, να η πραγματικότητα, αυτή που είδα εκεί, σ’ αυτή την ταινία! Όλα τα άλλα είναι ψέματα. Και βγάζω ένα συμπέρασμα, αυθαίρετο, ότι δεν υπάρχει πιο αληθινό πράγμα από τον κινηματογράφο για να σου πει τι συμβαίνει στον κόσμο. Αυτή η ταινία με έμαθε να ψάχνω αλλιώς το σινεμά, τόσο νωρίς. Ολα τα έβλεπα με άλλη ματιά από κει και ύστερα. Και όλα όσα είχε δει μέχρι τότε πήρα ένα σφουγγάρι και τα έσβησα.

σπύρου Ο Δημήτρης Σπύρου μαζί με τη Δήμητρα Χατούπη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1990 για τον «Ψύλλο»

Και μετά;

Τελειώνω λύκειο το 1972, πάω πίσω στο χωριό και δουλεύω όλο το καλοκαίρι στις αλωνιστικές μηχανές και στο μάζεμα του ρετσινιού για να μαζέψω λεφτά να πάω Αθήνα. Υπήρχαν διάφορα οικογενειακά θέματα τότε, πολύ δύσκολη περίοδος για μένα, τα αδέλφια μου, τους γονείς μου… Τέλος πάντων, έρχομαι Αθήνα να σπουδάσω, ήταν να πάω Νομική αλλά αλλάζω γνώμη, έχω πρόβλημα με πληρωμές διδάκτρων, δουλεύω οικοδομή και σε διάφορες άλλες δουλειές του ποδαριού… μεγάλη ιστορία. Τελικά ξεκινάω παράλληλα δραματική σχολή, στη Σταυράκου που είχε τότε και σχετικό τμήμα, για να μπορώ να παρακολουθώ και μαθήματα κινηματογράφου, αλλά και να έχω δάσκαλο στην υποκριτική τον Θάνο Κωτσόπουλο, που είχα δει σε παράσταση επί δικτατορίας και μείνει έκπληκτος. Oταν έφυγε ο Κωτσόπουλος, γιατί έκλεισε η δραματική σχολή του Σταυράκου, και πήγε στη Χατζίκου, τον ακολούθησα, κι εκεί είχα την τύχη να έχω επίσης δάσκαλο τον Χρήστο Βαχλιώτη. Hταν μέντοράς μου ο Βαχλιώτης. Μετά το μάθημα ερχόμασταν εδώ, καθόμασταν σε αυτό το τραπέζι και συνεχίζαμε την κουβέντα με κονιάκ (η συνέντευξη γίνεται στο παλιό καφενείο «Μόκα», τέρμα Καλλιδρομίου). Πτυχίο τελικά πήρα κι από τα δύο, και δραματική και κινηματογράφου. Eπαιζα και σε πολλές σπουδαστικές μικρού μήκους.

Πότε πρωτοεμφανιστήκατε σε μεγάλου μήκους ταινία;

Στο «Εργοστάσιο» του Τάσου Ψαρρά. Δεύτερο ρόλο, κανονικά. Και θέατρο, τότε, επειδή ήταν και το κίνημα των λεγόμενων περιφερειακών θεάτρων, είχαμε δημιουργήσει μια δυνατή ομάδα που λεγόταν Το Μπουλούκι. Με τον Γιάννη Καραχισαρίδη, τον Αντώνη Χαλκιά, τη Μαρία Κανελλοπούλου, τον Πάνο Σκουρολιάκο… Oλοι όσοι είχαν εμπλακεί στην ομάδα είχαν στη συνέχεια εξαιρετική πορεία. Eπαιζα σε διάφορες παραστάσεις, στον Λυκαβηττό, στο Φιλίππων, αλλά είχα ήδη αποφασίσει να στραφώ στη σκηνοθεσία. Aρχισα να ξεκόβω από την το κομμάτι της ερμηνείας. Και να δουλεύω με τον Τάσο Ψαρρά σε σενάρια που είχε και για σειρές ντοκιμαντέρ και για εκπομπές για την τηλεόραση, να κάνω από καλλιτεχνική διεύθυνση μέχρι οργάνωση παραγωγής. Συνεργάστηκα πολύ με τον Τάσο. Στο σίριαλ «Το Μπουλούκι», ας πούμε, πέρα από τη συγγραφή του σεναρίου, μεγάλο μέρος της έρευνας είναι δικό μου. Στο «Ασημίνα Λαϊου», το μόνο σίριαλ που έχει γυρίσει η ΕΡΤ3, είναι σε δικό μου σενάριο. Συνεργάστηκα ακόμα με τον Διονύση Γρηγοράτο, τον Γιώργο Τσαγκάρη… Oλα αυτά τη δεκαετία του ’80, μέχρι και αρχές ’90 που αποφάσισα να σκηνοθετήσω τη δική μου μεγάλου μήκους, έχοντας ήδη περάσει από μικρού μήκους και ντοκιμαντέρ.

σπύρου Ο Δημήτρης Σπύρου με την έκδοση του Camera Zizanio από παλαιότερη διοργάνωση του Φεστιβάλ Ολυμπίας

Για να επιστρέψουμε στο φεστιβάλ, υπάρχει και το κομμάτι του Camera Zizanio, το καθαρά εκπαιδευτικό, που είναι εξαιρετικά δημοφιλές. Αυτό πώς ξεκίνησε;

Θα ήταν τέλη της δεκαετίας του ’90, το φεστιβάλ είχε ήδη εγκαινιαστεί, και πήγαμε με τον Νίκο Θεοδοσίου σε ένα σχολείο στην Κοζάνη για μια εκπαιδευτική δράση. Μας λέει εκεί η δασκάλα αν θα θέλαμε να ρίξουμε μια ματιά σε ένα ντοκιμαντέρ που είχαν κάνει στην τάξη, με θέμα τον κρόκο, με VHS τότε. Το είδαμε, ταινία μονταρισμένη χοντροκομμένα, με πολλές αδυναμίες, αλλά πολύ ενδιαφέρουσα σαν προσπάθεια. Και γυρίζοντας, λέμε με τον Νίκο, δεν ψάχνουμε να δούμε μήπως γίνονται προσπάθειες ανάλογες κι αλλού. Ερευνούμε, στην αρχή Ελλάδα, όπου βρίσκουμε άλλες δύο περιπτώσεις, και μετά Ευρώπη, όπου εντοπίζουμε άλλες πέντε-έξι. Κι από εκεί ξεκινάει η ιδέα να στηθεί η Camera Zizanio. Στην αρχή, το 2000, δειλά, με ο,τι είχαμε από υποβολές, και τη δεύτερη χρονιά δυναμικά πια. Είχε μπει ήδη το ψηφιακό, οπότε υπήρχε πλέον και η ευκολία για τα σχολεία. Την τρίτη χρονιά η διοργάνωση πλέον κάλπαζε.

Τι έπεται από εδώ και στο εξής για το φεστιβάλ;

Τώρα υπάρχει προοπτική για νέες υποδομές, για εκτόξευση της διοργάνωσης. Το Α.Σ.Ο., οι αποθήκες του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού. Μιλάμε για έργο 12 εκατομμυρίων Ευρώ. Hδη τα σχέδια είναι πολύ προχωρημένα. Πριν λίγες μέρες μάλιστα ήρθαν στα γραφεία μας στην Αθήνα οι μηχανικοί για να τα βάλουμε κάτω, να έχουν τη σύμφωνη γνώμη μας. Αν χρειαστήκαμε 22 χρόνια για να φθάσουμε από το πρώτο σκαλοπάτι στο δέκατο, με αυτό το σχέδιο ελπίζουμε να φθάσουμε μέσα σε έναν χρόνο από το δέκα στο είκοσι.

Το 22ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους διεξάγεται φέτος από τις 30 Νοεμβρίου μέχρι και τις 7 Δεκεμβρίου. Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για τις προβολές, τα εργαστήρια και τις παράλληλες δράσεις του στο επίσημο site του και στην επίσημη σελίδα του στο Facebook.

Σπύρου