Ο Σαϊμίρ από την Αλβανία είναι εγκατεστημένος στη Θεσσαλονίκη από καιρό και ετοιμάζεται να αρραβωνιαστεί την Ηλέκτρα που είναι και κόρη του ιδιοκτήτη του συνεργείου στο οποίο εργάζεται. Οταν ο μικρός αδερφός του Σαϊμίρ, Βίνι, έρθει στην Ελλάδα, ο Σαϊμίρ θα προσπαθήσει να τον βοηθήσει να βρει το δρόμο του. Ο Βίνι όμως είναι ανυπόμονος και πεπεισμένος ότι είναι φτιαγμένος για πιο φιλόδοξες καταστάσεις. Πολύ γρήγορα η σύγκρουση των δυο αδερφών και των διαφορετικών κόσμων τους θα αλλάξει τις ζωές όλων με τρόπους που δεν έχουν επιστροφή.
Δεν μπορείς να αμφισβητήσεις ότι η ταινία του Ρόμπερτ Μπουντίνα έχει καλές προθέσεις, και την φιλοδοξία να αποτελέσει ένα δείγμα κοινωνικού σινεμά που θέλει να καταγράψει μια μεγαλύτερη πολύπλοκη πραγματικότητα, μέσα από την σχετικά απλή ιστορία μιας χούφτας χαρακτήρων.
Από την άλλη, δεν μπορείς να αγνοήσεις τον τρόπο με τον οποίο στη διάρκεια του φιλμ όλα μεγεθύνονται στα όρια του υπερβολικά δραματικού, του ακραία ηχηρού, του απόλυτα προφανούς. Οι χαρακτήρες είναι παγιδευμένοι σε ένα μόνο επίπεδο, σε εύκολες, διακριτές κατηγορίες: το καλό παιδί, ο κακός μαφιόζος, ο παραστρατημένος νεαρός, η πόρνη με τη χρυσή καρδιά.
Κλισέ που μοιάζουν βγαλμένα από την πιο απλοϊκή ηθογραφία και το πιο πρωτόλειο μελόδραμα και που δυστυχώς το σενάριο του φιλμ δεν κάνει απολύτως τίποτα για να τα μεταμορφώσει σε κάτι λιγότερο εύκολο.
Με τον ίδιο τρόπο, η πορεία της ιστορίας δεν κρύβει καμιά απολύτως έκπληξη στον τρόπο που κορυφώνει την δραματικότητά της στον δρόμο προς την αναπόφευκτη τραγωδία και το εξίσου αναπόφευκτο ηθικό δίδαγμα που μοιάζει να την συνοδεύει.
Κι αν δυστυχώς το φιλμ από την αρχή ως το τέλος δεν κατορθώνει να νικήσει τις αντιρρήσεις σου για την παλιομοδίτικη αφηγηματική του φόρμα, κατορθώνει εν τούτοις κατά στιγμές, να χτίσει μια ενδιαφέρουσα ατμόσφαιρα αυθεντικότητας και ρεαλισμού που αν αποτελούσε τον κανόνα κι όχι την εξαίρεση, θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια διαφορετική, πολύ πιο ενδιαφέρουσα ταινία.