Ο Διοικητής του χωριού έχει απηυδύσει. Οι περισσότεροι κάτοικοι είναι αναλφάβητοι κι έτσι πρέπει ο ίδιος να τους εξυπηρετεί στην αλληλογραφία, τη γραφειοκρατεία, σε ό,τι χρειάζεται γράμματα. Πόσο καλή, λοιπόν, η ιδέα του Χατζηαβάτη, ν' αναθέσει στον Καραγκιόζη, που φυσικά είναι σπουδαγμένος σε όλα (ή έτσι λέει, τουλάχιστον), να καλύψει την ανάγκη ενός Γραμματέα για την εξυπηρέτηση των «πολιτών».
Η πρώτη ελληνική μεγάλου μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων είναι εδώ - κι αυτό είναι, ήδη, ένα επίτευγμα, μια και το κόστος και μόνο μιας τέτοιας παραγωγής αποτελεί εμπόδιο, αλλά και το είδος του animation στη χώρα μας τα τελευταία μόνο χρόνια αναπτύσσεται σημαντικά.
Από αυτή την πλευρά, την τεχνική κι αισθητική δηλαδή, του κινουμένου σχεδίου, η ταινία καλύπτει... τα βασικά. Οι φιγούρες είναι συμπαθείς, τα χαρακτηριστικά τους σε σχέση με τον παραδοσιακό Καραγκιόζη έχουν λειανθεί, ο ίδιος ο ήρωας μοιάζει λίγο περισσότερο με τον κυριούλη της Aim, αλλά είναι προσηνής και γάργαρος, κυρίως η κίνηση, τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων και πουλερικών που περιδιαβαίνουν στο χωριό χωρά βελτίωση - κι όχι από πρόθεση, να παραπέμπει, για παράδειγμα, στις μηχανικές κινήσεις των «μαριονετών» του θεάτρου σκιών.
Ως προς την ιστορία, αυτή είναι απλή και ζεστή, αλλά και μάλλον άχρονη και άτοπη: το πλαίσιο της Τουρκοκρατίας δεν κατονομάζεται, οι ήρωες θα μπορούσαν να ζουν σ' ένα χωριό του '50, αλλά και η ίδια η πλοκή είναι διάφανη από την αρχή. Η ταινία δεν προσπαθεί (δεν ήταν κι ο σκοπός της, μάλλον), να φέρει την παράδοση του Καραγκιόζη στο σήμερα, απλώς προσθέτει στην εικόνα ή στο λόγο σημερινές πινελιές. Αν, λοιπόν, συγκρίνει κανείς αυτόν τον κινηματογραφικό «Καραγκιόζη» με διεθνείς ταινίες animation, η απόσταση είναι τεράστια. Αν απλώς αναζητά μια γλυκιά, απλοϊκή, οριακά μόνο λαογραφική, διέξοδο για τα παιδιά στις αρχές της εορταστικής περιόδου, σίγουρα θα καλυφθεί.