Βορειοδυτική Αμερική, 1850. Ο πυρετός της χρυσοθηρίας έχει φέρει στην Καλιφόρνια τυχοδιώκτες από όλες τις φυλές των αποικιοκρατών: Αγγλοι, Ιρλανδοί, Ρώσοι, Ολλανδοί, Καναδοί, όλοι ταξιδεύουν από σταθμό σε σταθμό ψάχνοντας για χρυσάφι. Οταν ο Οτις «Cookie» Φίγκοβιτς, ένας ντροπαλός, καλοκάγαθος μάγειρας που προσλαμβάνεται από μία ομάδα άξεστων συμμοριτών για να τους μαγειρεύει, βρίσκει τον Κινγκ-Λου, έναν Κινέζο μετανάστη στο δάσος, τον προστατεύει και τον κρύβει, μία φιλία γεννιέται. Οι δυο τους ξανασυναντιούνται στο Ορεγκον, τον κομβικό σταθμό των ταξιδιωτών, όπου ο Βρετανός Διοικητής της περιοχής, αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού, υποδέχεται την πρώτη αγελάδα. Ο Cookie εύχεται να είχε λίγο από το γάλα για να μπορέσει να φτιάξει τα διάσημα μπισκότα του (από μαθητευόμενος ζαχαροπλάστης στη Βοστώνη άλλωστε πήρε και το παρατσούκλι του). Ο Κινγκ-Λου, το πιο επιδέξιο επιχειρηματικό μυαλό του διδύμου, τον μαθαίνει να κλέβει γάλα τα βράδια. Ο Cookie μαγειρεύει, μαζί πουλάνε τα μπισκότα στη λαϊκή αγορά του Ορεγκον σε ταξιδιώτες, τυχοδιώκτες, φτωχούς και πλούσιους και όλα πάνε καλά μέχρι που...
Η Κέλι Ράιχαρντ («Certain Women», «Meek’s Cutoff», «Wendy and Lucy») διασκευάζει, μαζί με τον πιστό συνεργάτη της Τζόναθαν Ρέιμοντ, το βιβλίο του ιδίου «The Half-Life» για να δώσει τη δική της εκδοχή για «τα χέρια που έχτισαν την Αμερική». Φιλόδοξοι τσαρλατάνοι, ιδιοτελείς χρυσοθήρες, πολιτικάντες και αριστοκράτες Ευρωπαίοι στρατιωτικοί εδραιώνουν, μέσα από το κυνήγι του φυσικού πλούτου αρχικά, τον αμερικανικό καπιταλισμό. Απέναντί τους, ο «Cookie» (η εργατική τάξη που ονειρεύεται απλά να ανοίξει τον φούρνο του) κι ο Κινγκ-Λου (έξυπνοι, εργατικοί μετανάστες που αποτελούν απειλή όταν προκόβουν). Ποιος έχει δικαίωμα πάνω στην πρώτη αγελάδα;
Η Ράιχαρντ παίρνει το χρόνο της (ίσως και λίγο παραπάνω από ό,τι χρειάζεται) για να στήσει την εικονογραφία μίας απάτητης φύσης που έκρυβε θησαυρούς κι ο άνθρωπος λεηλάτησε. H κάμερά της περιπλανιέται στα δάση, τα ξέφωτα και τα ρυάκια, χωρίς αποστάσεις, άμεσα και προσωπικά - όπως ακριβώς σκαλώνει και περιεργάζεται τα πρόσωπα των ηρώων της. Ακόμα κι ο τρόπος που οι ανθρώπινες φιγούρες περιπλανιούνται ανάμεσα στα φυλλώματα, παίζοντας με τον ήλιο και μπαινοβγαίνοντας στις σκιές, έχει μία διεισδυτική ομορφιά.
Ομως, όπως κάθε ταινία εποχής, έτσι κι εδώ, η ιστορία είναι παλιά, αλλά το μήνυμα σύγχρονο. Η Ράιχαρντ σκιαγραφεί αυτή την πρώτη μικροκοινωνία διακριτικά, αλλά αυστηρά. Ο ισχυρός θα διεκδικήσει με βία τη θέση του στο αμερικανικό όνειρο κι ο αδύναμος στρατιώτης/εργάτης/μετανάστης θα μείνει στο περιθώριο.
Η θέση όμως που η ίδια παίρνει απέναντι στα πράγματα είναι πανανθρώπινη, τρυφερή και, τελικά, άκρως πολιτική. Η ταινία ξεκινά με μία ρήση του Γουίλιαμ Μπλέικ: «Ο,τι για τα πουλιά, η φωλιά. Ο,τι για την αράχνη, ο ιστός. Για τον άνθρωπο, η φιλία». Η πραότητα και η καλοσύνη του «Cookie» (που στη σύγχρονη εποχή ονομάζεται αφέλεια) και η φιλία του εργάτη με τον μετανάστη στέκονται ως αντίπαλο δέος στον αδίστακτο οπορτουνισμό αυτής της χώρας.
Η αγάπη θα νικήσει.