Η Σιζ Τραπέ είναι μια γλυκιά και πληθωρική κομμώτρια που μαθαίνει ότι σύντομα θα πεθάνει από καρκίνο. Τελευταία επιθυμία της, να συναντήσει το παιδί που γέννησε στα 15 και έδωσε για υιοθεσία, χάνοντας από τότε τα ίχνη του. Στην έρευνά της θα βρει απρόθυμο και καταναγκαστικό σύμμαχο έναν αυτοκαταστροφικό αλλά ικανότατο δημόσιο υπάλληλο, έναν «καμμένο» IT που, από παρεξήγηση, σέρνει πίσω του την αντιτρομοκρατική, αλλά κι έναν τυφλό αρχειοθέτη που τρέφει εμφανή αισθήματα για τη Σιζ.
Η παράδοση των Monty Python διαπερνά την ταινία, όχι μόνο στην αρχική αφιέρωση στον Τέρι Τζόουνς (με τον οποίο ο Ντιποντέλ είχε επανειλημμένα συνεργαστεί) και σε μια εμφάνιση-έκπληξη του Τέρι Γκίλιαμ, αλλά και σε μια πρόθεση συναισθηματικής και εικαστικής υπέρβασης, ενός πανδαιμόνιου δράσης με gags αλλά και κοινωνικές προεκτάσεις. Με την υπογραφή του Αλμπέρ Ντιποντέλ στο σενάριο, τη σκηνοθεσία αλλά και τον κεντρικό ρόλο, η φουριόζα μαύρη κωμωδία απέσπασε 12 υποψηφιότητες και 7 βραβεία στα τελευταία Σεζάρ, ανάμεσά τους Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας.
Ο κωμικός σκελετός είναι πρωτότυπος, η σκωπτική διάθεση προς τη (γαλλική) γραφειοκρατία ολοζώντανη. Ομως το φιλμ ξετυλίγεται υπερ-σκηνοθετημένο, τοποθετημένο ως επί το πλείστον νύχτα, με κιτρινοκόκκινους φωτισμούς, με μια βαριά εγκεφαλική πρόφαση, με φορσέ «χαριτωμένα» μοτίβα, με μια μπερδεμένη κεντρική ιδέα για την αυτοθυσία και την αξία της ζωής, ενώ το σενάριό του δεν μπορεί να υποστηρίξει τα «φτιασίδια» του και το χιούμορ χάνεται κάτω από τη συνεχή προσπάθεια για πόζα και μια προοδευτικά αυξανόμενη τάση προς το μελόδραμα. Ο ίδιο ο Ντιποντέλ δίνει μια ευαίσθητη ερμηνεία ως τραγικωμικός ήρωας, ο Νικολά Μαριέ κέρδισε το Σεζάρ στο ρόλο του τυφλού αρχειοθέτη, σε μια μάλλον παλιομοδίτικου ύφους ερμηνεία, αλλά είναι η Βιρζινί Εφιρά, με το παιδικό πρόσωπο και το ενήλικο βλέμμα, που δίνει στην ταινία δροσιά, γλύκα και μια τρυφερή αίσθηση απελπισίας.