Με ένα πρόσωπο που άλλοτε είναι αυτό ενός ρομαντικού πρωταγωνιστή μιας ταινίας της νουβέλ βαγκ κι άλλοτε θυμίζει καρτούν του Τεξ Αβερι κι ένα ταλέντο που μοιάζει να είναι εξίσου «ελαστικό» και πολύπλευρο, ο Βενσάν Λακόστ, εμφανίστηκε στην οθόνη το 2009 με τα «Ομορφόπαιδα» του Ριάντ Σατούφ και μοιάζει να μην σταμάτησε να δουλεύει από τότε. Κι από κωμική περσόνα σε νεανικές ταινίες ή σε μεγάλες επιτυχίες όπως το «Αστερίξ», τα τελευταία χρόνια μεταμορφώνεται σε έναν από από τους πιο ενδιαφέροντες ηθοποιούς της γενιάς του.
Φέτος μόνο πρωταγωνιστεί ανάμεσα σε άλλα στο «Plaire, Aimer et Courir Vite» του Κριστόφ Ονορέ, στο «Première Αnnée» του Τομά Λιτλί που υπήρξε μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία και φυσικά στο «Amanda» του Μίκαελ Χερς, μια ταινία στην οποία δείχνει από τη μια τόσο φυσικός σαν να υποδύεται τον εαυτό του και την ίδια στιγμή το πόσο καλός ηθοποιός μπορεί να είναι. Το φιλμ, η ιστορία ενός νεαρού άντρα που αποφασίζει να αναλάβει τις ευθύνες της ανατροφής της μικρής ανηψιάς του όταν η αδελφή του σκοτώνεται σε μια τρομοκρατική επίθεση, είναι μια από τις μικρές εκπλήξεις του γαλλικού σινεμά και μια ταινία που όπως εξηγεί ο Λακόστ, αφορά με τον ίδιο τρόπο πράγματα που καθορίζουν απόλυτα το τώρα, όσο και πράγματα που μας καθορίζουν παντού και πάντα.
Τον συναντήσαμε στο Παρίσι, όχι πολύ μακριά από τα μέρη όπου διαδραματίζεται το φιλμ του Χερς και φυσικά η κουβέντα μας δεν θα μπορούσε παρά να ξεκινήσει από ένα μόνο σημείο.
Ζούσα πολύ κοντά στο Βataclan, ήμουν εκεί δίπλα όταν έγινε η επίθεση. Θυμάμαι ότι έτρεξα σπίτι αμέσως μόλις κατάλαβα τι συμβαίνει. Δεν είμαι σίγουρος αν το ότι βίωσα εκείνη την τραγωδία κυριολεκτικά διπλα στο σπίτι μου έπαιξε κάποιο ρόλο, νομίζω το να κάνω την ταινία, ήταν κάτι που θα με ενδιέφερε ούτως ή άλλως. Η «Αμάντα» αφηγείται μια ιστορία πολυ άμεση και σύγχρονη από αυτή την πλευρα, αλλά δεν μιλάει μόνο γι αυτό. Μιλάει για την πατρότητα, για την ενηλικίωση για την ίδια τη ζωή, μέσα από κάτι που διαδραματίζεται τώρα. Ομως ακόμη και μέσα από τον τρόμο η ζωή συνεχίζεται. Και μιλώντας για τον φόβο και την φρίκη μιας τέτοιας επίθεσης, βρίσκω πως η ταινία είναι εξαιρετική στον τρόπο που χειρίζεται ένα γεγονός σαν αυτό. Γιατί για τους περισσότερους από εμάς ακόμη κι αν δεν βιώσαμε προσωπικά κάτι τέτοιο, είναι κάτι που κουβαλάμε πάντα στο μυαλό μας κι έχουμε μάθει να ζούμε με αυτό. Με τους ανιχνευτές μετάλλου στα δημόσια κτίρια, με τους στρατιώτες στους δρόμους. Με την σκέψη ότι κάτι μπορεί να συμβεί. Αλλά η ζωή προχωράει και μαζί προχωράμε κι εμείς. Και βρήκα ότι ήταν αληθινά τρυφερό για ένα φιλμ να πει πως ακόμη και μια τραγωδία σαν αυτή είναι κάτι που μπορείς να ξεπεράσεις, πως δυο άνθρωποι που βιώνουν κάτι τόσο τραγικό, μπορούν ακόμη να το αφήσουν πίσω τους και να χτίσουν ένα μέλλον.
Δεν ξέρω αν η «Αμάντα» θα με κάνει καλύτερο πατέρα, αλλά το φιλμ μιλά για την πατρότητα με ευαισθησία και με έναν ειλικρινή τρόπο για τις αμφιβολίες που μπορείς να έχεις για μια τέτοια μεγάλη αλλαγή. Ο χαρακτήρας μου δεν είναι έτοιμος να αναλάβει τις ευθύνες ενός άλλου ανθρώπου, συχνά η μικρή Αμάντα είναι πιο ώριμη από εκείνον, αλλά βρίσκω πολύ συγκινητικό ότι αυτοί οι δυο άνθρωποι στην πραγματικότητα βοηθούν ο ένας τον άλλο. Δεν είναι απλά η ιστορία ενός ενήλικα που αναλαμβάνει να φροντίσει ένα παιδί. Η σχέση τους δεν είναι μιας κατεύθυνσης μόνο. Πιθανότατα έτσι συμβαίνει και στην αληθινή ζωή.
Η Ισόρ Μουλτιέρ, το κορίτσι που υποδύεται την Αμάντα στο φιλμ ήταν μια πραγματική έκπληξη. Εξαιρετικά ώριμη για την ηλικία της, με απόλυτη συναίσθηση της ιστορίας, των πραγμάτων για τα οποία η ταινία μιλά, του τι ακριβώς θέλαμε να κάνουμε. Ηταν μια θαυμάσια εμπειρία να παίζω απέναντί της. Στην αρχή ομολογώ ότι ήμουν αρκετά φοβισμένος. Δεν ήξερα πως θα έπρεπε να την αντιμετωπίσω, αν θα έπρεπε να είμαι πατρικός ή αστείος, αν είχε συνειδητοποιήσει ότι παίζει έναν ρόλο σε μια ταινία σαν αυτή και πόσο αυτό θα την επηρέαζε. Αλλά ανακάλυψα πολύ γρήγορα ότι είχε πλήρη συναίσθηση όλης της κατάστασης, ήταν μια κανονική ηθοποιός σχεδόν με την νοοτροπία ενός ενήλικα. Ακόμη και στις πιο δύσκολες σκηνές, τις πιο απαιτητικες συναισθηματικά, δεν άφηνε τον χαρακτήρα της να την επηρεάσει. Ηταν μια μικρή επαγγελματίας, εξαιρετικά ώριμη, όπως και στην ταινία. Συχνά πιο ώριμη από μένα. Οπως και στην ταινία.
Το να είσαι 25 χρονών στις μέρες μας δεν είναι εύκολο. Ισως ποτε δεν ήταν, αλλά μάλλον είναι ακόμη πιο δύσκολο στις μέρες μας. Ο χαρακτήρας μου είναι ένας άνθρωπος που δεν ξέρει ακόμη τι θέλει να κάνει στην ζωή του και η τραγωδία που βιώνει κυριολεκτικά καθορίζει την ζωή του. Μπορεί να μην ισχύει στην δική μου περίπτωση, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι που ξέρω στα 25 τους δεν έχουν ακόμη βρει τον δρόμο τους. Δεν ξέρουν ακόμη τι θέλουν να κάνουν, ή τι θα ακολουθήσει. Πολλοί βρίσκονται ακόμη στο μέσο των σπουδών τους ίσως γιατί δεν είναι ακόμη έτοιμοι να αντιμετωπίσουν μια κοινωνία που είναι απόλυτα ανταγωνιστική. Εγώ από την άλλη, ξεκινησα να δουλεύω στα 14 μου. Ηταν τελείως τυχαίο. Ετρωγα στο εστιατόριο του σχολείου και μια γυναίκα μοίραζε ανακοινώσεις για ένα κάστινγκ κι αποφάσισα να πάω. Ήταν τα «Ομορφόπαιδα» κι έγινε μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία, κάτι που μου έφερε κι άλλους ρόλους και στην πραγματικότητα δεν σταμάτησα ποτέ. Και ναι το ξέρω ότι ήμουν πολύ τυχερός, οπότε ευχαριστώ τη ζωή.
Νομίζω ότι έγινα ο ηθοποιός που είμαι κοιτάζοντας, παρατηρώντας τους άλλους. Και κάνοντας ταινίες συνέχεια, φέρνοντας τον εαυτό μου αντιμέτωπο με τους ρόλους μου και με τους συναδέλφους σου, οι οποίοι στην περίπτωσή μου ήταν συχνά πολύ πιο πεπειραμένοι από μένα. Δεν συμβαίνει συχνά σε έναν δεκαεπτάχρονο να δουλεύει σε ένα γύρισμα στην Ουγγαρία δίπλα στον Ζεράρ Ντεπαρντιέ. Τα γυρίσματα ήταν για μένα το σχολείο μου. Κι όχι μόνο για την εκπαίδευσή μου ως ηθοποιός. Και είναι ακόμη το σχολείο μου.
Δεν είναι και τόσο δύσκολο να είσαι διάσημος. Στο Παρίσι ο κόσμος δεν νοιάζεται για το αν είσαι διάσημος. Και στην πραγματικότητα ζω σε μια γειτονία όπου όλοι είναι διάσημοι, οπότε δεν προκαλεί καμία αίσθηση (γελά). Αστειεύομαι βεβαίως λίγο για τη γειτονιά μου, αλλά όχι, στο μεγαλύτερο κομμάτι της η ζωή μου είναι απολύτως φυσιολογική. Ισως έχει να κάνει με τον τρόπο που την αντιμετωπίζω εγώ, κι επίσης δεν είμαι τόσο διάσημος ώστε να έχω αληθινά προβλήματα. Ναι θα μπορούσε να πει κανείς ότι η εφηβεία μου και ο τρόπος που μεγάλωσα έχοντας διαφορετικές εμπειρίες από τους συνομηλίκους μου, ήταν ανορθόδοξη, αλλά θα μπορούσα να έχω σταματήσει ανά πάσα στιγμή. Για μένα το να γίνω ηθοποιός ήταν η μεγαλύτερη ευκαιρία που μου δόθηκε ποτέ κι αν επέστρεφα πάλι πίσω στο παρελθόν, νομίζω ότι θα έπαιρνα και πάλι τις ίδιες αποφάσεις.
Tags: Βενσάν Λακόστ, Amanda, Αμάντα