Η Βασιλική Καλλιμάνη είναι μόνο μία από τις 15 συνολικά υποψηφιότητες που έχει φέτος η «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς» του Γιάννη Οικονομίδη στα βραβεία Ιρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Είναι όμως μια από τις πιο ξεχωριστές, αφού πριν την ταινία, η κινηματογραφική καριέρα της επιτυχημένης επιχειρηματία κυρίας Καλλιμάνη περιοριζόταν στο ότι ήταν λάτρης του σινεμά και, φυσικά, περήφανη μητέρα της ηθοποιού Μαρίας Καλλιμάνη.
Ερασιτέχνης στο σινεμά, αλλά επαγγελματίας της ζωής, η Βασιλική Καλλιμάνη έκανε την έκπληξη, δέχθηκε την πρόκληση να υποδυθεί την κυρία Φωτεινή, μητέρα του Ηρακλή (Γιάννης Τσορτέκης) και έπεισε περισσότερο απ' όσο θα πίστευε και η ίδια στη μεγάλη οθόνη. Respect από τον Γιάννη Οικονομίδη, τους συμπρωταγωνιστές της, το συνεργείο και την παραγωγή της ταινίας, respect από το κοινό που είδε την «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς», respect από τα μέλη της Ακαδημίας που την πρότειναν για το βραβείο Β' Γυναικείου Ρόλου. Respect και από την κόρη της, Μαρία Καλλιμάνη που μοιράζεται μαζί μας τι ένιωσε όταν η μητέρα της δέχθηκε να παίξει στην ταινία και όταν την είδε στην οθόνη:
«Δε θα μπορούσα να το φανταστώ κάποια χρόνια πριν, όταν ήμουν υποψήφια Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ταινία "Στο Σπίτι" του Αθανάσιου Καρανικόλα και παραλαμβάνοντας το βραβείο, το αφιέρωνα στην μητέρα μου, ότι σήμερα θα μιλούσα γι’ αυτήν, με αφορμή την δική της υποψηφιότητα Β’ Γυναικείου Ρόλου στην «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς» του Γιάννη Οικονομίδη. Η ζωή είναι γεμάτη ευχάριστες εκπλήξεις και ανατροπές. Η μητέρα μου είναι ένας άνθρωπος εκ φύσεως ανοιχτός, επικοινωνιακός, τολμηρός και ευέλικτος. Όταν δέχτηκε τελικά να παίξει στην ταινία του Γιάννη, μαζί με αγαπημένους μου συναδέλφους και φίλους, ήμουν σίγουρη ότι θα χαιρόταν την διαδικασία, το παιχνίδι με τους άλλους ηθοποιούς και την συνεργασία με τον Οικονομίδη. Στο πρώτο ραντεβού της με τον σκηνοθέτη της ήμουν παρούσα. Κάποια στιγμή ρωτάει: "Γιάννη ξέρεις το βιογραφικό μου;" Γέλασα εκείνη την στιγμή, γιατί το βιογραφικό -CV, αφορά εμάς τους ηθοποιούς και την δουλειά μας. Είπα μέσα μου "τί λέει τώρα". Όταν την είδα τελικά στην οθόνη, σκέφτηκα ότι αυτό που ρωτούσε τότε είχε βάση: ήταν ο εαυτός της και είχε αντλήσει στοιχεία από την προσωπική της ζωή… Δεν το πίστευα πόσο καλά έπαιζε! Με την αίσθησή της, την φωνή της, το σώμα της. Εξ’ άλλου στην δουλειά μας η τεχνική από μόνη της δεν είναι αρκετή. Η αντίληψη, οι εμπειρίες της ζωής και η προσωπική εμπλοκή δίνουν σάρκα και οστά στα πρόσωπα που ερμηνεύουμε. Κι αυτό η μητέρα μου το κατάφερε. Respect!»
Respect και από εμάς στην Βασιλική Καλλιμάνη που συνεχίζει την υπέροχη παράδοση των ερασιτεχνών που κλέβουν την παράσταση στο ελληνικό σινεμά και που η Ακαδημία αναγνώρισε ήδη από την πρώτη της χρονιά (θυμηθείτε τη Μίνα Ορφανού στη «Στρέλλα» του Πάνου Χ. Κούτρα) και που με τις απαντήσεις στις ερωτήσεις μας φέρνει στο κέντρο της συζήτησης τη σημασία του να είσαι μια γυναίκα που ατρόμητη προχωράει μπροστά, αναγνωρίζοντας τη σημασία και τις παγίδες της «ελληνίδας μάνας» αλλά και το σθένος και την αποφασιστικότητα με την οποία πρέπει να αναλαμβάνεις τους ρόλους που σου φέρνει ακόμη και αναγκαστικά η ίδια η ζωή.
Διαβάστε ακόμη: Οι εκπλήξεις, οι απουσίες, τα περίεργα των υποψηφιοτήτων των βραβείων Ιρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου 2021
Με τον Γιάννη Οικονομίδη και Γιάννη Τσορτέκη από τις πρόβες της ταινίας
Ποια ήταν η σχέση σας με το σινεμά πριν παίξετε στην ταινία;
Η σχέση μου ήταν αυτή του θεατή. Αγαπώ πολύ τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο και μου αρέσει να βλέπω κυρίως αισθηματικές ταινίες, ελληνικές και ξένες. Το απολαμβάνω ιδιαίτερα όταν πηγαίνω σε μία αίθουσα σινεμά, ιδιαίτερα στα θερινά σινεμά. Πριν παίξω στην ταινία, έβλεπα επισταμένως τις ταινίες που συμμετείχε η κόρη μου η ηθοποιός, η Μαρία και μάλιστα ασκούσα αυστηρή κριτική… Ξέρω το παιδί μου και καταλαβαίνω πότε αισθάνεται καλά και «χωράει» στον ρόλο.
Τι ήταν αυτό που σας έκανε να δεχτείτε να πρωταγωνιστήσετε στην ταινία «Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς»;
Η αλήθεια είναι ότι με παροτρύνανε τα παιδιά μου - έχω τρεις κόρες κι έναν γιο. Ήταν βέβαια και η συγκυρία εκείνη την εποχή, διότι ήμουν πολύ πιεσμένη και προβληματισμένη λόγω επαγγελματικών υποθέσεων. Για μένα την δεδομένη στιγμή ήταν διέξοδος. Θυμάμαι με πόση λαχτάρα ερχόμουν κάθε βδομάδα στην Αθήνα να κάνω πρόβα και να δω τα νεογέννητα δίδυμα παιδιά της μικρότερης κόρης μου Παναγιώτας, χορεύτριας και χορογράφου. Ήταν κάτι που έκανα αποκλειστικά για τον εαυτό μου, ήταν προσωπικός μου χρόνος. Ο Οικονομίδης είχε μεγάλη υπομονή, κουβεντιάζαμε πολύ για το έργο, τους ρόλους και τις ζωές μας, για την ζωή γενικότερα.
Πώς σας προσέγγισε ο Γιάννης Οικονομίδης και πώς σας έπεισε να το κάνετε;
Εμένα δε με πλησίασε ο ίδιος ο Οικονομίδης. Πρώτα το ανέφερε στην Μαρία, με την οποία είναι χρόνια συνεργάτες και φίλοι. Μάλιστα ο Γιάννης είχε έρθει παλιότερα στο εξοχικό μου, είχαμε περάσει υπέροχα, θυμάμαι επίσης τον Γιάννη Παμούκη, την Ιουλία Σταυρίδου, κάναμε πολύ ωραία παρέα, φάγαμε, μιλήσαμε , γελάσαμε…είχαμε γνωριστεί λοιπόν. Στην Μαρία αργότερα της αποκάλυψε ότι είχε εμπνευστεί τον ένα ρόλο της μάνας στην «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» από τον χαρακτήρα μου και ότι ιδανικά θα ήθελε να τον παίξω εγώ.
Από το πρώτο ραντεβού του εξηγήθηκα ότι παλιοκουβέντες εγώ δε θα πω και συμφωνήσαμε να βγάλω τον δικό μου τρόπο που μαλώνω τα παιδιά μου. Ο Οικονομίδης τήρησε την συμφωνία. Μου έδωσε χώρο στην πρόβα να αυτοσχεδιάσω και να βγάλω τα προσωπικά μου στοιχεία. Οσο προχωρούσαν οι πρόβες, αισθανόμουν μεγαλύτερη άνεση και ελευθερία.»
Τι σας άρεσε στην ιστορία της ταινίας;
Όταν πρωτοδιάβασα το σενάριο, δεν είχα διανοηθεί όλους αυτούς του ήρωες να συνυπάρχουν. Διαβάζουμε στις εφημερίδες κάθε τόσο για διάφορες ακραίες συμπεριφορές, για βεντέτες, για φόνους, αλλά αυτό δεν μπορούσα να το φανταστώ. Ο Οικονομίδης, με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, με χιούμορ, σχολιάζει κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας. Ήταν ένα σκοτεινό παραμύθι που μιλάει για μεγάλες αλήθειες.
Δεν φοβηθήκατε τις έντονες σκηνές και τις βωμολοχίες που χαρακτηρίζουν το έργο του Γιάννη Οικονομίδη; Είχατε δει τις ταινίες του;
Και βέβαια είχα δει τις ταινίες του και η πρώτη μου εντύπωση ήταν ένα σοκ… Η πρώτη ταινία μάλιστα που είδα ήταν «ο Μαχαιροβγάλτης» όπου έπαιζε η Μαρία η κόρη μου. Από το πρώτο ραντεβού του εξηγήθηκα ότι παλιοκουβέντες εγώ δε θα πω και συμφωνήσαμε να βγάλω τον δικό μου τρόπο που μαλώνω τα παιδιά μου. Ο Οικονομίδης τήρησε την συμφωνία. Μου έδωσε χώρο στην πρόβα να αυτοσχεδιάσω και να βγάλω τα προσωπικά μου στοιχεία. Οσο προχωρούσαν οι πρόβες, αισθανόμουν μεγαλύτερη άνεση και ελευθερία.
Ποιες είναι οι στιγμές που θυμάστε από την προετοιμασία της ταινίας; Τι ήταν πιο δύσκολο στις πρόβες;
Στην αρχή- περίπου τέσσερις- πέντε μήνες κάναμε πρόβες σ’ ένα στούντιο στα Εξάρχεια - δεν μου ήταν εύκολο να καταλάβω τον τρόπο, να είμαι ο εαυτός μου και να το ζω. Θυμάμαι μια μέρα, ο παρτενέρ μου, ο Γιάννης Τσορτέκης, έπαιζε κανονικά, ήταν κατασυγκινημένος, το δάκρυ να τρέχει, ενώ εγώ ήμουν στον κόσμο μου. Λυπήθηκα γιατί δεν είχα την εμπειρία να τον ακολουθήσω. Την θυμάμαι πολύ αυτήν την στιγμή, γιατί στην συνέχεια των προβών άρχισα να εμπλέκομαι, να μπαίνω όλο και περισσότερο στην ιστορία και κατά συνέπεια στον χαρακτήρα που έπαιζα. Στα δε γυρίσματα στην Λαμία, γυρίζαμε την πρώτη σκηνή σ’ ένα αρχοντικό σπίτι που υποτίθεται πως ήταν το σπίτι μου, γυρνάω το βλέμμα μου γύρω και βλέπω να με παρακολουθούν 35-40 άτομα, ηλεκτρολόγοι, φωτιστές, σκηνοθέτης, άλλα άτομα του συνεργείου, πάγωσα.. σκέφτηκα πώς θα μπορέσω τώρα να συγκεντρωθώ και να αποδώσω; Κλείνω τα μάτια μου και λέω στον εαυτό μου: γιούρια…μια ιδέα είναι όλα… είσαι μόνη σου με τον γιο σου…
Η Ελληνίδα μάνα είναι πολύ χαρακτηριστική, γιατί ενώ αγαπά και φροντίζει τα παιδιά της όσο χρονών και να είναι, η υπερβολική προστασία που δείχνει σ’ αυτά, μπορεί να τα καταστρέψει. Ο Οικονομίδης μιλάει, χρησιμοποιώντας την υπερβολή, γι’ αυτές τις ολέθριες συνέπειες. Οι μανάδες στην ταινία του είναι ο θεμέλιος λίθος του σαθρού οικοδομήματος που τόσο πετυχημένα αναπαριστά.»
Παίρνοντας μέρος σε μια ταινία, τι καταλάβατε για το σινεμά που δεν γνωρίζατε ή δεν μπορούσατε να φανταστείτε πριν;
Κατάλαβα ότι έχει πολλή δουλειά και προετοιμασία και απαιτεί άψογο επαγγελματισμό. Είναι ομαδική δουλειά και χρειάζεται συντονισμός όλων των ειδικοτήτων. Σε όλο το συνεργείο υπήρχε συνεννόηση, σεβασμός και ιεραρχία την ώρα του γυρίσματος. Ολοι προσπαθούσαν να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους προκειμένου να φθάσουν στην τελειότητα. Κάποια γυρίσματα ήταν νυχτερινά, σ’ ένα από αυτά θυμάμαι είχαμε κάνει δέκα λήψεις και θυμάμαι τον Οικονομίδη να λέει «μπράβο Βασιλική πολύ καλό», λέω μέσα μου ωραία ξεμπερδέψαμε, και τον ακούω «πάμε πάλι»…Δε μου λες του απαντώ αφού ήταν καλό γιατί το ξανακάνουμε΄ Τελικά κάναμε άλλες τρεις λήψεις… Είναι μία δουλειά που θέλει υπομονή και γερά νεύρα.
Τι σας άρεσε και τι δεν σας άρεσε όταν είδατε τον εαυτό σας στην οθόνη;
Πρώτα- πρώτα μου άρεσε ο τρόπος που μάλωνα τον γιο μου, με έπειθε, ήταν αυθεντικός. Από την άλλη, η οθόνη με έδειχνε πολύ πιο χοντρή απ’ ότι νόμιζα ότι ήμουν… Ησύχασα όταν μου είπαν ότι η κάμερα παχαίνει….
Ποιο είναι το πιο ωραίο πράγμα που σας είπαν για την ερμηνεία σας;
Απορούσαν πώς μπόρεσα και ταυτίστηκα με τους επαγγελματίες ηθοποιούς και απέδωσα τον ρόλο μου πειστικά. Μου είπαν ότι ήμουν φυσική, ήμουν ο εαυτός μου και ότι το ζούσα.
Σκίτσο του Γιώργου Γούση για την κυρία Φωτεινή από την προετοιμασία της ταινίας
Στη ζωή μου έχω παίξει πολλούς ρόλους, άλλοτε ηθελημένα και άλλοτε αναγκαστικά. Όταν ήμουν σαραντατριών ετών και έχοντας τέσσερα παιδιά όλα στην εφηβεία, ο άνδρας μου μόλις έξι μήνες αφότου είχε φτιάξει το εργοστάσιο κατεψυγμένων προϊόντων, έφυγε από την ζωή στο δρόμο μέσα στο αυτοκίνητο από καρδιά. Αναγκάστηκα να γίνω σε ένα βράδυ επιχειρηματίας, προτρέποντας και δύο από τα παιδιά μου τελειώνοντας το πανεπιστήμιο να έρθουν να δουλέψουν στο εργοστάσιο. Η συνταγή της επιτυχίας είναι εργατικότητα, μεθοδικότητα, τόλμη, ομόνοια, αμοιβαίος σεβασμός και αξιοπρέπεια. Μέσα σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον ένιωσα να με σέβονται. Ενα ακόμα στοιχείο που βοήθησε ήταν ότι ήξερα τί ήθελα και το υπερασπιζόμουν με απόλυτο τρόπο. Δεν άφηνα περιθώρια.»
Πόσο μοιάζετε στην ηρωίδα σας;
Είμαι σχεδόν ίδια όπως με είδατε στην ταινία…Παρακολουθώ πολύ τα παιδιά μου, δεν μου ξεφεύγει τίποτα, είμαι αυστηρή, όταν κάποιο παιδί δεν είναι σωστό, του αλλάζω τα φώτα.. Για την ακρίβεια, θα έλεγα ότι μάλλον έτσι ήμουν.. και παρά το γεγονός ότι έχω έντονη προσωπικότητα, προσπαθούσα με γνώμονα την λογική να δώσω στα παιδιά μου πρωτοβουλίες για να γίνουν υπεύθυνοι και ώριμοι άνθρωποι. Τα τελευταία χρόνια μαζί με τα παιδιά μου, αισθάνομαι ότι έχω προχωρήσει κι εγώ, εξελίσσομαι μαζί τους, δεν είμαι τόσο παρεμβατική, έχουμε γίνει περισσότερο φίλοι θα μπορούσα να πω, σε μια πιο βαθιά και ουσιαστική σχέση.
Ποια στοιχεία του εαυτού σας και ποιες εμπειρίες σας ανασύρατε για να την υποδυθείτε;
Θυμήθηκα όταν ένα – ένα παιδί μου ερχόταν στην εφηβεία, έπρεπε να έχω τα μάτια μου ανοιχτά για να αντιδράσω ανάλογα. Επειδή αναγκάστηκα να αναλάβω όλες τις ευθύνες, έχασα τον άντρα μου πολύ νωρίς, δεν είχα περιθώρια να επαναπαυθώ. Ήμουν πολύ κοντά στα παιδιά μου. Στην ταινία η μητέρα αυτή έχει έναν γιο μεγάλο πια, αλλά τον αντιμετωπίζει σαν να είναι μικρό παιδί, τον δικαιολογεί, τον καλύπτει, τον ευνουχίζει. Σίγουρα όλα τα κάνει από την αγάπη της αλλά το αποτέλεσμα είναι καταστροφικό.
Τι είναι αυτό που κάνει την ελληνίδα μάνα τόσο ξεχωριστή;
Η Ελληνίδα μάνα είναι πολύ χαρακτηριστική, γιατί ενώ αγαπά και φροντίζει τα παιδιά της όσο χρονών και να είναι, η υπερβολική προστασία που δείχνει σ’ αυτά, μπορεί να τα καταστρέψει. Μπορεί να γίνει χειριστική απέναντι στα παιδιά της. Ο ομφάλιος λώρος δεν κόβεται εύκολα. Ο Οικονομίδης μιλάει, χρησιμοποιώντας την υπερβολή, γι’ αυτές τις ολέθριες συνέπειες. Οι μανάδες στην ταινία του είναι ο θεμέλιος λίθος του σαθρού οικοδομήματος που τόσο πετυχημένα αναπαριστά.
Αν κερδίσω το βραβείο θα ευχαριστήσω τα παιδιά μου που με προέτρεψαν, τον Οικονομίδη που με εμπιστεύτηκε, τους υπόλοιπους «συναδέλφους» ηθοποιούς που παίξαμε μαζί, το συνεργείο που με αγκάλιασε και φυσικά αυτούς που με ψήφισαν.»
Πριν από το πέρασμα σας στο σινεμά υπήρξατε μια επιτυχημένη επιχειρηματίας. Εχοντας διανύσει διαφορετικές εποχές της ελληνικής κοινωνίας πείτε μας πόσο εύκολο είναι για μια γυναίκα να επιβιώσει, να επικρατήσει, να πετύχει μέσα σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο;
Στη ζωή μου έχω παίξει πολλούς ρόλους, άλλοτε ηθελημένα και άλλοτε αναγκαστικά. Όταν ήμουν σαραντατριών ετών και έχοντας τέσσερα παιδιά όλα στην εφηβεία, ο άνδρας μου μόλις έξι μήνες αφότου είχε φτιάξει το εργοστάσιο κατεψυγμένων προϊόντων, έφυγε από την ζωή στο δρόμο μέσα στο αυτοκίνητο από καρδιά. Αναγκάστηκα να γίνω σε ένα βράδυ επιχειρηματίας, προτρέποντας και δύο από τα παιδιά μου τελειώνοντας το πανεπιστήμιο να έρθουν να δουλέψουν στο εργοστάσιο. Εγώ με την πείρα μου- δούλευα δίπλα στον άντρα μου στο μαγαζί λιανικής πώλησης που διατηρούσαμε μέχρι τότε- και τα παιδιά με τις πανεπιστημιακές γνώσεις και με πολλή δουλειά και σύμπνοια καταφέραμε να μεγαλώσουμε την επιχείρηση και για πολλά χρόνια να είναι η πρώτη επιχείρηση στον κλάδο της. Η συνταγή της επιτυχίας είναι εργατικότητα, μεθοδικότητα, τόλμη, ομόνοια, αμοιβαίος σεβασμός και αξιοπρέπεια. Μέσα σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον ένιωσα να με σέβονται. Ίσως ότι ήμουν μητέρα τεσσάρων παιδιών που προσπαθούσε να σώσει μια οικογενειακή επιχείρηση, να προκαλούσε τον σεβασμό απέναντί μου. Πιθανόν ένα ακόμα στοιχείο που βοήθησε ήταν ότι ήξερα τί ήθελα και το υπερασπιζόμουν με απόλυτο τρόπο. Δεν άφηνα περιθώρια.
Σκέφτεστε να συνεχίσετε την καριέρα της ηθοποιού; Με ποιους όρους;
Δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά, βέβαια ποτέ μη λες ποτέ! Αυτό που συνέβη ήταν άλλο ένα στοίχημα που το κέρδισα και την όλη διαδικασία την χάρηκα πολύ. Θα ήθελα, αν μου πρότειναν έναν ωραίο ρόλο σ’ ένα ωραίο σενάριο, να παίξω μαζί με την κόρη μου.
Αν κερδίσετε το βραβείο ποιους θα ευχαριστήσετε;
Τα παιδιά μου που με προέτρεψαν, τον Οικονομίδη που με εμπιστεύτηκε, τους υπόλοιπους «συναδέλφους» ηθοποιούς που παίξαμε μαζί, το συνεργείο που με αγκάλιασε και φυσικά αυτούς που με ψήφισαν.
Δείτε εδώ το making of της «Μπαλάντας της Τρύπιας Καρδιάς»: