Συνέντευξη

Ο Σταύρος Ψυλλάκης μιλάει στο Flix: «Δεν κάνουν τα "θέματα" τις ταινίες σπουδαίες»

στα 10

Ο Σταύρος Ψυλλάκης μιλάει στο Flix για τη γνωριμία του με τον Ζιλιέν Γκριβέλ και τη σημασία της προσφοράς με αφορμή το νέο του ντοκιμαντέρ «Σμιλεμένες Ψυχές» που θα προβάλλεται στις αίθουσες από τις 12 Απριλίου.

Ο Σταύρος Ψυλλάκης μιλάει στο Flix: «Δεν κάνουν τα "θέματα" τις ταινίες σπουδαίες»
(φωτό: Αρης Ράμμος, 2025)

Οι «Σμιλεμένες Ψυχές» είναι το πορτρέτο του Ζιλιέν Γκριβέλ, ενός Ελβετού οδοντιάτρου που έφτασε στην Ελλάδα το 1972 με σκοπό να φροντίσει τα δόντια ενός χανσενικού στην Αθήνα, στο νοσοκομείο Αγία Βάρβαρα. Ο ερχομός του στη χώρα θα τόνιζε τα φιλελληνικά του αισθήματα αλλά κυρίως θα έδινε ένα νόημα στη δική του εκδοχή της προσφοράς και του «μοιράσματος».

Οι «Σμιλεμένες Ψυχές» είναι το νέο, βραβευμένο στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, ντοκιμαντέρ του Σταύρου Ψυλλάκη που συνεχίζει την περιήγηση του σε ανθρώπινα πορτρέτα που αφηγούνται κάτι από την ιστορία των τόπων και των ανθρώπων αυτής της χώρας, σε ένα ιστορικό διηνεκές που υπενθυμίζει και αξίες που όσο χάνονται τόσο μοιάζουν απόλυτα απαραίτητες.

Στο Flix, ο Σταύρος Ψυλλάκης μιλάει για τη για τη γνωριμία του με τον Ζιλιέν Γκριβέλ, τη σημασία της προσφοράς και το «θέμα» που δεν ορίζει τη σπουδαιότητα μιας ταινίας.

Οι «Σμιλεμένες Ψυχές» του Σταύρου Ψυλλάκη ξεκινούν τις προβολές τους από τις 12 Απριλίου στον Κινηματογράφο Δαναό και συνεχίζονται στη Θεσσαλονίκη στο Μακεδονικόν. Αναζητήστε εδώ εισιτήρια και περισσότερες πληροφορίες.

ψυλλάκης

Πως ξεκίνησαν οι «Σμιλεμένες Ψυχές»;

Oλα οφείλονται στην επιμονή μιας προξενήτρας. Eτσι αποκαλώ στους τίτλους τέλους την Μαρίνα Φουντουλάκη που γνώρισα σε μια προβολή ταινίας μας στην Aνω Ελούντα. Η Μαρίνα, ψυχή της βιβλιοθήκης «Μανώλης Φουντουλάκης» και ανιψιά του Μανώλη Φουντουλάκη, ένα από τα κεντρικά πρόσωπα στις «Σμιλεμένες Ψυχές», βάλθηκε να μου γνωρίσει τον Ζιλιέν Γκριβέλ. Τον Ελβετό οδοντίατρο ο οποίος για 26 χρόνια (1972-1998), ερχόταν δύο φορές τον χρόνο στην Ελλάδα και περιέθαλπε δωρεάν τα δόντια των χανσενικών (λεπρών) στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων «Η Αγία Βαρβάρα», στο Αιγάλεω Αττικής. Οταν τελικά γνωρίστηκε το ζευγάρι όλα πήραν το δρόμο τους. Βέβαια η προξενήτρα και ο παραγωγός Ματθαίος Φραντζεσκάκης έκαναν ότι μπορούσαν να εξασφαλίσουν την προίκα τους, τη χρηματοδότηση τουεγχειρήματος. Ολα λοιπόν ξεκίνησαν από ένα τυχαίο γεγονός και όχι σαν αποτέλεσμα κάποιας έρευνας.

Σε τι μονοπάτια έρευνας και τεκμηρίωσης οδήγησε η γνωριμία με τον Ζιλιέν Γκριβέλ;

Δεν ξέρω αν εννοείτε τα μονοπάτια έρευνας και τεκμηρίωσης όσον αφορά την ίδια τη δημιουργία ή το πραγματολογικό περιεχόμενο της ταινίας. Ομως είναι πρόκληση να απαντήσω και στα δύο.

Οσον αφορά την ίδια τη δημιουργία της ταινίας θα μεταφέρω τα λόγια από μια άλλη συνέντευξη, στην Εποχή τον Φεβρουάριο του 2025, γιατί νομίζω δικαιωματικά ανήκουν και εδώ. Έλεγα λοιπόν εκεί: Η επιλογή του «θέματος» είναι μια πρόφαση που μου δίνει το πλαίσιο για να μπορέσω να μιλήσω γι’ αυτά που πραγματικά μ’ ενδιαφέρουν: τα πρόσωπα που συναντάμε στις ιστορίες μας. Οι ταινίες μας δεν περιγράφονται με το «θέμα» τους και ο ίδιος δεν κινητοποιούμαι ούτε ξεκινάω από κάτι τέτοιο. Παλιότερα, ο κριτικός Μανώλης Κρανάκης στο βιβλίο «Μικρές Υιοθεσίες - Αφιέρωμα στο έργο του Σταύρου Ψυλλάκη» που εξέδωσε η Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης - Πυξίδα της Πόλης το 2016. έγραφε: «Τα πρόσωπα που ″πρωταγωνιστούν″, τα talking heads, στις ταινίες του Σταύρου Ψυλλάκη είναι πριν από το ″θέμα″ που αφηγούνται, τα ίδια το ″θέμα″ στο έργο του. Ένα έργο που, λες, τεκμηριώνει την ανθρώπινη κατάσταση γιατί βρίσκει αυτήν πιο συναρπαστική από οποιαδήποτε άλλη...τεκμηρίωση… Ο δρόμος του Σταύρου Ψυλλάκη είναι αυτός που κάθε φορά ξεκινάει και τελειώνει με τον άνθρωπο που έχει απέναντί του, στην ευθεία γραμμή που το βλέμμα του ενός συναντά το βλέμμα του άλλου». Αυτά τα έγραφε το 2016. Ήταν μια ματιά διαφωτιστική και για εμένα τον ίδιο. Οι ταινίες μας δεν είναι για «θέματα» αλλά για πρόσωπα που με προσελκύουν και είναι διαθέσιμα για ένα ταξίδι μαζί τους στη γεωγραφία της ψυχής τους. Οι διαπιστώσεις του Κρανάκη γίνονται εμφανείς στα έργα που ακολούθησαν και ίσως τα προαναγγέλλουν. Στις τελευταίες ταινίες, η τριλογία «Ωδές στην Υπαρξη («Για Χωρίς Λόγους», «Οφειλή», «Αποχαιρετισμός») και οι «Σμιλεμένες Ψυχές», οι προσεγγίσεις των προσώπων, αποενοχοποιημένες από την ανάγκη προβολής του «θέματος», επεξεργάζονται και μορφοποιούνται ακόμα περισσότερο.

Τα μονοπάτια έρευνας και τεκμηρίωσης όσον αφορά για το πραγματολογικό περιεχόμενο της ταινίας, αφορούσαν το περιβάλλον που διαδραματίζεται η ιστορία μας. Η έκταση και η εστίαση αυτής της έρευνας ήταν από την αρχή οριοθετημένες. Δεν θέλαμε να κάνουμε μια ταινία για την ιστορία της λέπρας στην Ελλάδα, για τη ζωή των χανσενικών στην «Αγία Βαρβάρα» και τα άλλα λεπροκομεία (Σπιναλόγκα, Χίος, Καρλόβασι Σάμος) που υπήρχαν, τότε που οι χανσενικοί ήταν ακόμα «λεπροί», τουςθεωρούσαν δημόσιο εχθρό και το κοινωνικό στίγμα που βίωναν ήταν ίσως πιο σκληρό από την ίδια την ασθένεια. Ούτε θέλαμε απλά να καταγράψουμε την εθελοντική προσφορά του Ζιλιέν παρά το μεγαλείο των πράξεων του. Αυτά θα αποτελούσαν το πλαίσιο που μέσα του συντελείται το μεγάλο εσωτερικό ταξίδι του «ήρωα» μας προς τη δική του Ιθάκη. Θέλαμε να αναζητήσουμε τον άνθρωπο Ζιλιέν. Σε αυτά κινήθηκε και περιορίστηκε η έρευνα μας και δύο βιβλία μας ήταν πολύ χρήσιμα: «Ελλάδα η δική μου Ιθάκη» του Ζιλιέν Γκριβέλ (έκδοση Περιφέρεια Κρήτης, 2022, επιμέλεια του πολιτικού μηχανικού Κωστή Μαυρικάκη] και «Αητός Χωρίς Φτερά», η αυτοβιογραφία του Επαμεινώνδα Ρεμουντάκη (έκδοση Κ.Δ.Π.Ι.Ε.Ρ).

Το ξαναείπα, δυσκολεύομαι πολύ να απαντήσω όταν με ρωτούν ποιο είναι το «θέμα» μου. Δεν κάνουν τα «θέματα» τις ταινίες σπουδαίες, αλλά ο τρόπος που θα τα προσεγγίσουμε, θα τα φωτίσουμε και θα μιλήσουμε γι΄ αυτά. Αυτό θα εκπέμπει τελικά το δημιούργημά μας.»

ψυλλάκης

Τι γνωρίζατε για την ιστορία των χανσενικών στην Ελλάδα πριν από την ταινία και τι τελικά κατακτήθηκε ως γνώση μετά το τέλος του ντοκιμαντέρ;

Ελάχιστα πράγματα γνώριζα για την ιστορία των χανσενικών στην Ελλάδα. Τις δεκαετίες του ′50 και του ′60 που μεγαλώνω στα Χανιά, για μας δεν υπάρχουν λεπροί ούτε και Σπιναλόγκα. Αυτή λειτούργησε από το 1904 έως το 1957 που έκλεισε οριστικά. Ό,τι σχετικό είχε υπάρξει εξοβελίστηκε στη σιωπή. Για λεπρούς θυμάμαι να ακούω μόνο στα θρησκευτικά, στην παραβολή των δέκα λεπρών που θεράπευσε ο Ιησούς. Δε φαντάζομαι να ήταν το ίδιο για τα παιδιά που μεγάλωναν στην περιοχή της Ελούντας, αλλά δεν ξέρω… Το θέμα ξανακούστηκε τα τελευταία χρόνια με την πολύ ενδιαφέρουσα τηλεοπτική σειρά. το «Νησί». Η φιλική σχέση με τον Θοδωρή Παπαδουλάκη, σκηνοθέτη της σειράς, εμπλούτισε κάπως τις γνώσεις μου αλλά πάντα στο επίπεδο των συζητήσεων που είχαμε και μέχρι εκεί.Οταν άρχισα να ασχολούμαι με το θέμα συνειδητοποίησα πόσο τεράστιο κοινωνικό στίγμα ήταν η λέπρα, ιδιαίτερα προπολεμικά και μέχρι να εμφανιστούν τα πρώτα φάρμακα γύρω στο ′50. Καταλαβαίνω γιατί η λέξη σχεδόν δεν ακούγονταν. Είχε εξοριστεί όπως και οι λεπροί στη Σπιναλόγκα. Σήμερα η Σπιναλόγκα, ταυτόσημη με τη λέπρα κάποτε, είναι σημαντικό τουριστικό αξιοθέατο της περιοχής. Οι εντυπωσιακές ενετικές οχυρώσεις και η δημοφιλής τηλεοπτική σειρά τόνωσαν το ενδιαφέρον για το νησί και προσελκύουν χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο. Δεν μπορώ να ξέρω τι βλέπουν και τι αισθάνονται όλοι αυτοί οι άνθρωποι… Εμείς πάντως δεν την επισκεφτήκαμε. Στην ταινία την παραπλέουμε περιμετρικά με τον Ζιλιέν και την Κριστιάν σ’ ένα πλοιάριο να σχολιάζουν: «Η Σπιναλόγκα ήταν περισσότερο ένα μέρος εξορίας παρά νοσοκομείο. Ηταν μία φυλακή, μία κοινωνική και ιατρική φυλακή. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν αγαπημένοι, πολύ αγαπημένοι και απομονωμένοι. Η καταραμένη ασθένεια τους έκλεβε τη ζωή και τη μνήμη μαζί» μας λέει ο Ζιλιέν και θυμάται τη μαρτυρία ενός ασθενή του: «H Σπιναλόγκα είναι οΜινώταυρος της σύγχρονης εποχής που έχει χορτάσει με τόσα πολλά θύματα».

Γιατί πιστεύετε ότι υπήρξε τόση αδιαφορία αλλά και σχεδόν αποστροφή στο θέμα των χανσενικών στην Ελλάδα;

Δεν είναι κάτι παράξενο και μακρινό αυτή η συμπεριφορά. Αν σήμερα υπήρχαν λεπροί πιστεύετε ότι σαν κοινωνία θα τους συμπεριφερόμασταν διαφορετικά και θα τους αγκαλιάζαμε περισσότερο; Παραδείγματα υπάρχουν αρκετά και πρόσφατα. Δεν θέλω να καταφύγω σε ηρωισμούς και ανέξοδες μεγάλες κουβέντες. Δεν ήταν εύκολη ιστορία και περισσότερο θα βοηθούσε αν ο καθένας μας, μόνος με τον εαυτό του, απαντούσε έντιμα τι θα έκανε αυτός ή αυτή προσωπικά. Με τα χρόνια αυτό που άλλαξε σημαντικά είναι ο χρόνος και η αποτελεσματικότητα της ιατρικής αντιμετώπισης τέτοιων θεμάτων. Για τη στάση μας ως κοινωνία απέναντι στους εκάστοτε «λεπρούς» δεν ξέρω αν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα…

Ψυλλάκης

Υπήρξαν ιστορίες που μάθατε αλλά δεν θέλατε να αγγίξετε; Πόσο δύσκολο ήταν να πειστούν άνθρωποι να μιλήσουν για τις εμπειρίες τους;

Θα ξεκινήσω με το πλαίσιο που κινείται η ταινία μας. Εμείς σκιαγραφούμε το σμίλεμα της ψυχής του Ζιλιέν μέσα από την εμπειρία που ζει και ο μπάρμπαΜανώλης, πρώην χανσενικός, σκιαγραφεί το πλαίσιο που αυτό συντελείται. Με καθηλωτικές αφηγήσεις μας μεταφέρει στην περίοδο που η απόρριψη, ο αποκλεισμόςκαι το κοινωνικό στίγμα κυριαρχούσαν στην αντιμετώπιση των χανσενικών. Ο ίδιος νοσηλεύτηκε στην «Αγία Βαρβάρα», εκεί γνώρισε τον Julien και η σχέση τους ήταν καταλυτική για τη διαδρομή του «ήρωα» μας. Ηταν ο μέντορας του. Τον μπάρμπα Μανώλη δεν τον γνωρίσαμε. Πέθανε το 2010. Στην ταινία υπάρχει μέσω αρχειακού υλικού που πολύ γενναιόδωρα μας έδωσαν οι φίλοι και συνάδελφοι Θοδωρής Παπαδουλάκης και Σίλας Μιχάλακας. Μίλησαν μαζί του και οι ιστορίες πουκατέγραψαν ήταν θησαυρός για την ταινία μας. Δεν χρειάστηκαν άλλες συνεντεύξεις ούτε προσπάθειες να πείσουμε ανθρώπους να μας μιλήσουν. Μάθαμε για ιστορίες δύσκολες εκείνης της εποχής που όμως δεν αγγίξαμε περισσότερο γιατί μας ξεστράτιζαν προς την ιστορία της λέπρας.

Υπάρχουν πολλές κουβέντες μέσα στη ταινία που θα μπορούσαν να θεωρηθούν μαθήματα ζωής. Και δεν λέγονται βαρύγδουπα, βερμπαλιστικά ή από καθέδρας, γιατί κάθε φορά δεν αρκεί τι λέει κάποιος αλλά και ποιος το λέει. Το ύφος, η χροιά της φωνής, η συνολική παρουσία και κυρίως το ήθος που εκπέμπει ένα πρόσωπο είναι καθοριστικά για το τι θα μας προκαλέσει και αυτό δεν μεταφέρεται εύκολα στο χαρτί.»

Ψυλλάκης

Το αρχειακό υλικό - πόσο εύκολο ήταν να βρεθεί; Που αναζητά κάποιος σήμερα αρχεία για τους χανσενικούς και τη Σπιναλόγκα;

Οι δικές μας ανάγκες ουσιαστικά καλύφτηκαν από τα προσωπικά αρχεία (φωτογραφίες και ηχογραφήσεις) των κεντρικών προσώπων της ταινίας: Γκριβέλ, Φουντουλάκη και Ρεμουντάκη. Και βέβαια από το υλικό που μας παραχώρησαν ο Θοδωρής και ο Σίλας γυρισμένο περίπου την ίδια περίοδο, ανεξάρτητα μεταξύ τους, λίγο πριν πεθάνει ο μπάρμπα Μανώλης. Μετά χρησιμοποιήσαμε υλικό από το αρχείο του Γαλλοελβετού αρχιτέκτονα Μορίς Μπορν, πολύ σημαντικού ερευνητή και σπουδαίου ανθρώπου που είχε ασχοληθεί με τους χώρους εγκλεισμού και ιδιαίτερα με τη Σπιναλόγκα καθώς έμενε για μεγάλα διαστήματα στην περιοχή. Η ύπαρξη της δικής μας ταινίας όπως και του εμβληματικού ντοκιμαντέρ «Η Τάξη» του Ζαν Ντανιέλ Πολέ ουσιαστικά οφείλονται στον Μορίς Μπορν όπως μαθαίνουμε στην ταινία. Χρησιμοποιήσαμε σύντομο υλικό και από αυτή την ταινία. Αυτές ήταν οι ανάγκες μας. Οπως είπαμε το θέμα μας δεν ήταν η ιστορία της λέπρας και η Σπιναλόγκα, έτσι η έρευνα δεν επεκτάθηκε και δεν έχω περισσότερες πληροφορίες που μπορεί κάποιος να αναζητήσει σχετικά αρχεία.

Ποια ήταν η πιο δύσκολη συναισθηματικά στιγμή του γυρίσματος;

Ισως όταν επισκεφτήκαμε τον τάφο των Ρεμουντάκηδων στο Απίδι του Νομού Λασιθίου. Ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης ήταν ο πρώτος ασθενής που ήρθε να θεραπεύσει ο Ζιλιέν και έτσι ξεκίνησαν όλα. Ο τάφος, σε συνδυασμό με το γύρω τοπίο και τις μνήμες που ανακαλούσε στον Ζιλιέν αυτή η επίσκεψη είχαν ένα ιδιαίτερο φορτίο. Αλλά και για εμένα είχε πολύ φορτίο αυτή η επίσκεψη. Πριν 20 περίπου χρόνια, μετά από προτροπή συναδέλφου, προσπάθησα να δω το ντοκιμαντέρ «Η Τάξη» του Ζαν Ντανιέλ Πολέ. Εκεί εμφανίζεται και μιλά ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης. Εβλεπα για πρώτη φορά πολύ παραμορφωμένο λεπρό να εκφέρει ένα απίστευτα συγκροτημένο και δυνατό λόγο. Αρχικά απέστρεφα το βλέμμα. Πολύ δύσκολα και με μεγάλη προσπάθεια κατάφερα να το δω. Μου το επέβαλα θα έλεγα. Τώρα βρισκόμουν στον τάφο αυτού του ανθρώπου… Αργότερα στο μοντάζ χρησιμοποίησα στην ταινία μας ένα μικρό κομμάτι αυτής της συνέντευξης. Ετσι έχουμε στην παρέα και τον Επαμεινώνδα με τη Τασία, τη γυναίκα του.

Ψυλλάκης

Τι πιστεύετε ότι παίρνει ο θεατής βλέποντας τις «Σμιλεμένες Ψυχές»; Ποιο είναι το μεγαλύτερο μάθημα ζωής που παίρνουμε από τον Ζιλιέν Γκριβέλ;

Υπάρχουν πολλές κουβέντες μέσα στη ταινία που θα μπορούσαν να θεωρηθούν μαθήματα ζωής. Και δεν λέγονται βαρύγδουπα, βερμπαλιστικά ή από καθέδρας, γιατί κάθε φορά δεν αρκεί τι λέει κάποιος αλλά και ποιος το λέει. Το ύφος, η χροιά της φωνής, η συνολική παρουσία και κυρίως το ήθος που εκπέμπει ένα πρόσωπο είναι καθοριστικά για το τι θα μας προκαλέσει και αυτό δεν μεταφέρεται εύκολα στο χαρτί. Το ξαναείπα, δυσκολεύομαι πολύ να απαντήσω όταν με ρωτούν ποιο είναι το «θέμα» μου. Δεν κάνουν τα «θέματα» τις ταινίες σπουδαίες, αλλά ο τρόπος που θα τα προσεγγίσουμε, θα τα φωτίσουμε και θα μιλήσουμε γι΄ αυτά. Αυτό θα εκπέμπει τελικάτο δημιούργημά μας. «Ο,τι περιγράφω με περιγράφει», λέει ο ποιητής Αργύρης Χιόνης. Και αυτό νομίζω τα λέει όλα. Μακρηγόρησα και για να μην αποφύγω την ερώτησή σας θα επαναλάβω τα λόγια του Ζιλιέν στη Βιβλιοθήκη «Μ. Φ.»: «Πολύ μου αρέσει η βιβλιοθήκη επειδή ο κόσμος θα έπρεπε να είναι σαν βιβλιοθήκη, επειδή βλέπουμε τόσους πολλούς διαφορετικούς και αντιφατικούς τόμους που συνυπάρχουν και ανέχονται ο ένας τον άλλο, για την ομορφιά του κόσμου».

Τι θαυμάσατε περισσότερο στον Ζιλιέν Γκριβέλ; Τι κοινά έχετε μαζί του;

Θα ήθελα να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη πιο ανάλαφρα, κάπως εύθυμα και θα σας απαντήσω έμμεσα με την αφήγηση μιας ιστορίας που ένα μέρος της έχω ξαναπεί σε συνέντευξη στην Παράλλαξη: Εχει βραδιάσει και φεύγουμε με το βαν από τα Ανώγεια για τα Χανιά. Απολαύσαμε τις μαντινάδες και την παρέα του Γιαλαύτη στο καφενείο της πλατείας και το οφτό με τις τσικουδιές λίγο παραπάνω. Σε μεγάλη ευθυμία όλοι μας πειραζόμαστε. Οδηγεί ο Κώστας, δίπλα ο Μανώλης αγκαλιά με την κάμερα κι εγώ πίσω κρατάω το ρυθμό στο κέφι. Κάποια στιγμή γυρνάω γελώντας και λέω του Ζιλιέν: «Να ξέρεις, είσαστε με τρία ρεμάλια στο αμάξι». Νοιώθει ότι κάτι σημαντικό του είπα και ανοίγει αμέσως το λεξικό να βρει το «ρεμάλι». Τον σταματάω και αρχίζω να του εξηγώ σε απλά ελληνικά. Οταν έχει καταλάβει, εξηγεί και στην Κριστιάν και σκάνε στα γέλια: «Οχι, είμαστε πέντε ρεμάλια», μας λέει. Αυτοί είναι ο Ζιλιέν και η Κριστιάν. Εκτοτε μας αρέσει να πειραζόμαστε με τη λέξη «ρεμάλι» και να γελάμε. Κάποια στιγμή, μήνες μετά, πίνουμε τσίπουρα στο αγαπημένο μας καφενείο και χαμηλόφωνα μου εκμυστηρεύεται: «κοίταξε να δεις εγώ ήμουν ρεμάλι από παλιά, απλά δεν ήξερα τη λέξη». Ρωτάτε τι κοινά έχω μαζί του; Μια άλλη φορά θα σας πω…

Οι «Σμιλεμένες Ψυχές» του Σταύρου Ψυλλάκη ξεκινούν τις προβολές τους από τις 12 Απριλίου στον Κινηματογράφο Δαναό και συνεχίζονται στη Θεσσαλονίκη στο Μακεδονικόν. Αναζητήστε εδώ εισιτήρια και περισσότερες πληροφορίες.

ψυλλάκης