Συνέντευξη

Κάννες 2014: Ο Κωνσταντίνος Κοντοβράκης είναι ένας παραγωγός... on the move

στα 10

Οπως κάθε χρόνο, ένας Ελληνας παραγωγός συμμετέχει στο πρόγραμμα Producers on the Move που διεξάγεται κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Καννών. Φέτος, τα δικά του σχέδια προς ανάπτυξη φέρνει στην Κρουαζέτ ο Κωνσταντίνος Κοντoβράκης της Heretic και, πριν φτιάξει βαλίτσες, μιλάει στο Flix για τη σημασία του να είσαι παραγωγός στην Ελλάδα σήμερα.

Κάννες 2014: Ο Κωνσταντίνος Κοντοβράκης είναι ένας παραγωγός... on the move
φωτό: Joergen van Tiggelen

Ο Κωνσταντίνος Κοντοβράκης μπήκε στην παραγωγή το 2010 για να αποδείξει πως τα χρόνια της κρίσης απαιτούν γρήγορες αποφάσεις, πείσμα και πολλή δουλειά, προκειμένου να μην εγκαταλείψεις, αλλά να συνεχίσεις το δρόμο που έχεις επιλέξει.

Με προϋπηρεσία ως κριτικός κινηματογράφου αλλά και ως προγραμματιστής στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, μετράει ήδη επιτυχίες στο ενεργητικό του, ανάμεσα στις οποίες το «Wasted Youth» του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, το «Αγόρι Τρώει το Φαγητό του Πουλιού» του Εκτορα Λυγίζου και πιο πρόσφατα το «Να Κάθεσαι και να Κοιτάς» του Γιώργου Σερβετά που μετά από τις πρεμιέρες του στο Τορόντο και στο Βερολίνο βγαίνει και στις ελληνικές αίθουσες την 1η Μαΐου.

Λίγο πριν ετοιμάσει τις βαλίτσες του για τις Κάννες και γιορτάζοντας τον ένα χρόνο της Heretic, της εταιρίας παραγωγής που έφτιαξε μαζί με τον Γιώργο Καρναβά, ο Κωνσταντίνος Κοντοβράκης μιλάει στο Flix για τη συμμετοχή του στο Producers on the Move, τη σημασία του να είσαι παραγωγός σήμερα στην Ελλάδα και τα επόμενά του σχέδια.

Τι σημαίνει για σένα η επιλογή σου στο «Producers on the Move»;

Είναι σίγουρα μια αναγνώριση από έναν ευρωπαϊκό οργανισμό, του οποίου αρμοδιότητα είναι η προώθηση και προβολή του ευρωπαϊκού κινηματογράφου και των ανθρώπων του παγκοσμίως. Σίγουρα, επίσης, είναι μια ακόμη ευκαιρία για δικτύωση με ξένους συναδέλφους, πράγμα απαραίτητο στο επάγγελμά μας, όπου οι προσωπικές επαφές και η εδραίωσή τους είναι εξαιρετικά σημαντική διάσταση, μιας και τα λεφτά για να γίνουν ταινίες είναι πάντα (και παντού) δυσεύρετα και το χτίσιμο σχέσεων εμπιστοσύνης απαραίτητο υλικό. Κυρίως, όμως, είναι οι Κάννες - αυτό το γιγάντιο φεστιβάλ που δίνει αυτομάτως μια διαφορετική διάσταση σε ό,τι κι αν συμβεί εκεί. Αυτό που εννοώ είναι ότι τέτοιου είδους ευκαιρίες έχουν παρουσιαστεί και στο παρελθόν αλλά εδώ έρχονται οι Κάννες και προσθέτουν ένα τελείως διαφορετικό, εώς και δυσανάλογο spin στο όλο πράγμα.

Πώς είναι να είσαι Ελληνας παραγωγός στις μέρες μας;

Εγώ ξεκίνησα να ασχολούμαι με την παραγωγή το 2009 - αρχικά διστακτικά κι από το 2010 κι έπειτα μεθοδικά. Μέσα σε αυτή την πενταετία, τα πράγματα στην Ελλάδα ήρθαν τα πάνω κάτω. Δεν γνώρισα ποτέ μου ένα άλλο, πιο ευνοϊκό περιβάλλον παρά αυτή την απρόβλεπτη, παρανοϊκή σχεδόν πραγματικότητα που βιώνουμε, όπου μια ωραία ημέρα μπορεί να κλείσει η ΕΡΤ και να βρεθείς με 90.000 ευρώ χρέος (πραγματική ιστορία...). Υπό αυτή την έννοια, οι τελευταίοι μήνες είναι ίσως οι καλύτεροι που έχω γνωρίσει κι αυτό οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο γεγονός ότι το ΕΚΚ έχει επανέλθει στο γήπεδο της χρηματοδότησης, με ένα ανανεωμένο κι εκσυγχρονισμένο καταστατικό. Ασφαλώς τα χρήματα παραμένουν λίγα και καθιστούν πρακτικά αδύνατο να συμπληρώσεις το χρηματοδοτικό πλάνο μιας ταινίας, αν δεν αναζητήσεις χρηματοδότηση έξω ή δεν ζητήσεις (πολλές) χάρες, αλλά μας προσφέρει το πιο πολύτιμο, δηλαδή μια σταθερή βάση πάνω στην οποία μπορούμε να πατήσουμε. Γιατί ποιος ξένος χρηματοδότης θα μου εμπιστευτεί εμένα τα χρήματά του (που σχεδόν πάντα είναι κρατικά), όταν η ίδια μου η χώρα δεν μου εμπιστεύεται δεκάρα; Κορόιδα είναι; Οπότε, με τις παρούσες συνθήκες μπορούμε να βγούμε έξω, π.χ. στις Κάννες και να πούμε στους Γάλλους ή Ολλανδούς «φέρε μου τα λεφτά του Κέντρου σου, αξίζουμε την εμπιστοσύνη σου». Ας ελπίσουμε ότι η δραστηριοποίηση του ΕΚΚ θα συνεχίσει με την ίδια συχνότητα (προσωπικά εύχομαι και με τα ίδια πρόσωπα) και ότι, επιτέλους, η δημόσια τηλεόραση θα επανέλθει στο παιχνίδι, εξοφλώντας αρχικά τα χρέη της και τηρώντας το νόμο, δηλαδή επενδύοντας στο σινεμά.

Τα βραβεία και το ενδιαφέρον των ξένων στο ελληνικό σινεμά, μεταφράζεται και σε ενδιαφέρον για οικονομική συμμετοχή σε ελληνικές ταινίες;

Εχει σίγουρα τοποθετήσει την Ελλάδα στο χάρτη των Φεστιβάλ και της κριτικής - εκεί υπάρχει τεράστια διαφορά από παλιά. Και, ναι, όλο αυτό έχει σίγουρα προκαλέσει το ενδιαφέρον ξένων παραγωγών και ταμείων. Ωστόσο, η απόσταση από αυτό το ενδιαφέρον στο να επιτύχεις να λάβεις χρηματοδότηση από το εξωτερικό είναι, κυριολεκτικά, γιγάντια. Money talks, που λένε και οι Αμερικάνοι και τα φεστιβάλ, όσο σπουδαία κι αν είναι, δεν είναι λεφτά. Ειναι ένα διαβατήριο για να σε αναγνωρίσει κάποιος που δεν σε ξέρει αλλά, ας μη γελιόμαστε, ο ανταγωνισμός εκεί έξω είναι θηριώδης και, κάθε φορά που διεκδικείς κάτι, πρέπει να είσαι έτοιμος για μια μάχη.

Πώς θα έκρινες σαν ένα πρώτο απολογισμό την πορεία της Heretic σε αυτή την πρώτη φάση δράσης της;

Πριν από λίγες μέρες, στις 23 Απριλίου συγκεκριμένα, η Heretic έκλεισε τον πρώτο της χρόνο. Μέσα σε αυτό το χρόνο κατάφερε να μπει συμπαραγωγός σε τρεις ταινίες μεγάλου μήκους, εκ των οποίων η μία διεθνής, να ολοκληρώσει μια μικρού μήκους, να αναπτύσσει επτά projects στα πιο σημαντικά διεθνή προγράμματα (Torino Film Lab, Berlinale Residency, MFI κ.ά.), να εξασφαλίσει ένα άρθρο στους New York Times και να έχει αναλάβει την πρώτη της ανάθεση για την τηλεόραση. Ομως, πιο σημαντικό απ' όλα είναι ότι ο ένας αυτός χρόνος επιβεβαίωσε την απόφασή μου να συνεταιριστώ με τον Γιώργο Καρναβά. Αυτή η σχέση είναι για μένα το μεγαλύτερο κατόρθωμα και κέρδος της χρονιάς.

Πού νομίζεις ότι οφείλεται η καλή πορεία του Ελληνικού σινεμά στο εξωτερικό τα τελευταία χρόνια; Πιστεύεις ότι μπορεί να συνεχιστεί αφού όλοι δείχνουν να κολυμπούν ενάντια στο ρεύμα;

Το να εξηγήσουμε τα αίτια της ανόδου του ελληνικού σινεμά τα τελευταία χρόνια είναι κυριολεκτκά αντικείμενο επιστημονικής μελέτης ή συνεδρίου. Ολα όσα έχουν κατά καιρούς ακουστεί ισχύουν: η νέα γενιά σκηνοθετών και παραγωγών, η όξυνση των κοινωνικών και πολιτικών θεμάτων λόγω κρίσης (άρα και θεματολογίας ή προσέγγισης), η «δε γαμιέται» διάθεση με την οποία έγιναν πολλές ταινίες (που προκύπτει μόνο όταν δεν έχεις και πολλά να χάσεις), η συναδελφικότητα που συνεπάγεται μιας τέτοιας διάθεσης, η κρίση (τη σιχαίνομαι αυτή τη λεξη πια!) κ.ο.κ. Ωστόσο, αυτό που θέλω να πω, γιατί δεν αναφέρεται συχνά, είναι ότι η άνοδος αυτή δεν ήρθε ουρανοκατέβατη αλλά σημάδια της υπήρχαν από το 2000 και μετά. Το είδαμε στη «Διόρθωση» του Θάνου Αναστόπουλου και στο «Πες στη Μορφίνη Ακόμα την Ψάχνω» του Γιάννη Φάγκρα, στο «Σώσε Με» του Στράτου Τζίτζη και στην «Κινέτα» του Γιώργου Λάνθιμου, στην «Ιστορία 52» του Αλέξη Αλεξίου και στο «Ροζ» του Αλέξανδρου Βούλγαρη ή την «Πέτρα Γκόινγκ» της Τσαγγάρη, στα ντοκιμαντέρ του Λυγγούρη και της Στεφανή... Τα παραδείγματα είναι πολλά και από το 2000 και μετά άρχισε να διαμορφώνεται το τοπίο που ισχύει σήμερα.

Τι να περιμένουμε από σένα από δω και πέρα;

Είναι πολλά τα σχέδια και οι ταινίες και γι'αυτό θα επιλέξω μόνο μια ταινία που έχει σχεδόν τελειώσει και σε λίγο θα είναι έτοιμη να βγει στο φως. Το «Για Πάντα» της Μαργαρίτας Μαντά, ίσως η πιο όμορφη ερωτική ιστορία και η πιο βαθιά αισιόδοξη ταινία που θα δείτε σύντομα.

Διαβάστε εδώ όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε για το 67ο Φεστιβάλ Καννών που φέτος διεξάγεται από τις 14 έως και τις 25 Μαΐου..