Άποψη

Το ελληνικό σινεμά να υποβάλλει, παρακαλώ, την παραίτησή του

στα 10

Η παραίτηση σύσσωμου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου εκθέτει τόσο το Κέντρο όσο και το Υπουργείο, αφήνοντας εκτεθειμένη για ακόμη μια φορά την ελληνική κινηματογραφική κοινότητα.

Το ελληνικό σινεμά να υποβάλλει, παρακαλώ, την παραίτησή του

Αν κάποιος έπεσε από τα σύννεφα με την παραίτηση σύσσωμου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, αυτό συμβαίνει γιατί δεν γνωρίζει καλά την ιστορία του διαχρονικά ίσως πιο προβληματικού οργανισμού του ελληνικού κράτους, μιας μαύρης τρύπας που εδώ και πολλά πολλά χρόνια ρουφάει αδιάκριτα οτιδήποτε έχει να επιδείξει ελληνική κινηματογραφική κοινότητα, προκαλώντας - τώρα πια μπορεί κανείς να το πει με ασφάλεια - περισσότερο κακό παρά καλό στο ελληνικό σινεμά.

Αφορμή για την παραίτηση - που, παρεμπιπτόντως, έγινε δεκτή άμεσα και χωρίς δεύτερη κουβέντα από την Υπουργό Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη - ήταν φυσικά το διαβόητο ειδικό πρόγραμμα για την ανακούφιση της κινηματογραφικής κοινότητας που ξεκίνησε ως πρωτοβουλία του Υπουργείου Πολιτισμού κατά τη διάρκεια της πανδημίας και την εκτέλεση του οποίου ανέλαβε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου.

Οι λεπτομέρειες για τα όσα έγιναν και δεν έγιναν τους τελευταίους μήνες σε σχέση με το εν λόγω πρόγραμμα βρίσκονται εδώ για όποιον πραγματικά έχει χρόνο και δεν βαριέται να διαβάσει το ξόδεμα ανθρώπων και θεσμών για κάτι που έπρεπε να είχε εκπονηθεί με την πρέπουσα προσοχή και να εκτελεστεί άμεσα και με απόλυτη διαφάνεια σε μια εποχή όπου πραγματικά όμως δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο για οποιαδήποτε παρέκκλιση από την νομιμότητα.

Οι λεπτομέρειες, από την άλλη, της παραίτησης του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου αντλούνται από την επιστολή που έστειλαν τα μέλη του στην Υπουργό Πολιτισμού και συγκεντρώνονται σε τρεις κεντρικούς πυλώνες.

α. Στις επιθέσεις από το χώρο που δέχθηκε το ΔΣ (τις διαρκείς συκοφαντικές και προσβλητικές επιθέσεις, που έχουμε δεχθεί από συνδικαλιστικούς φορείς κινηματογραφιστών αλλά και φυσικά πρόσωπα του χώρου, τις προσφυγές τους σε εθνικές και διεθνείς αρχές, τις δηλώσεις τους περί ομαδικών προσφυγών στη Δικαιοσύνη, τις αθλιότητες που αναρτούν στο διαδίκτυο, σχετικά υποβολιμιαία δημοσιεύματα σε ιστοσελίδες και εφημερίδες κλπ.)

β. Στην ανεπάρκεια του Κέντρου να χειριστεί μεγάλα πρότζεκτ όπως ήταν αυτό του ειδικού προγράμματος (με το ισχύον νομικό πλαίσιο και τις πολλαπλές γραφειοκρατικές δεσμεύσεις και αγκυλώσεις του αλλά και τις εσωτερικές του ανεπάρκειες, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά και επιτυχώς ιδίως μάλιστα ευρισκόμενο αντιμέτωπο με ένα πρόγραμμα 1.400 αιτήσεων, που εντός μηνός έπρεπε να διεκπεραιωθεί, όταν ετησίως διαχειρίζεται με δυσκολία 300 περίπου προτάσεις και αυτές με καθυστερήσεις)

γ. Στη μη νομιμότητα του ειδικού προγράμματος (ο Νομικός Σύμβουλος του ΕΚΚ κατέστησε σαφές και προειδοποίησε τα μέλη του ΔΣ ότι στο Ειδικό Πρόγραμμα και την εξαγγελθείσα από το ΥΠΠΟΑ νέα δεύτερη φάση του ενυπάρχουν εξώφθαλμα μη νόμιμες διαδικασίες και κατάφορες και κραυγαλέες παραβιάσεις της αρχής της ίσης μεταχείρισης και του υγιούς ανταγωνισμού, δεδομένα τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε κατασταλτικό έλεγχο των χρηματοδοτήσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο)

Δεν υπάρχει κανένας λόγος να προσπαθήσει κανείς να δει πίσω από τις λέξεις για να καταλάβει πως βρισκόμαστε μπροστά στη γνωστή ιστορία που στο παρελθόν έχει επαναληφθεί, ούτε μία, ούτε δύο, ούτε τρείς, αλλά πολλάκις στους κόλπους του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και στην προβληματική σχέση του με το Υπουργείο Πολιτισμού. Και αυτή η ιστορία είναι άνθρωποι που δέχονται την (άλλοι τη λένε τιμητική, άλλοι πιο ορθά κομματική) πρόταση από τον εκάστοτε Υπουργό Πολιτισμού να αναλάβουν θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο του Κέντρου, επειδή πιστεύουν πως αυτοί είναι ικανοί να διορθώσουν τα κακώς κείμενα ενός τόσο προβληματικού οργανισμού. Είναι πάντοτε λιγότερο ή περισσότερο αλαζόνες όταν αναλαμβάνουν, νομίζουν ότι ξέρουν όλες τις λύσεις και είναι αποφασισμένοι να τις εφαρμόσουν και όταν τα πράγματα φτάνουν στο απροχώρητο, παραιτούνται. Η πιο πρόσφατη και πιο εξόφθαλμη περίπτωση ήταν αυτή του Γιάννη Λεοντάρη που ως Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου παραιτήθηκε το 2017 προκαλώντας μια ακόμη μακρά περίοδο κλυδωνισμών για το Κέντρο Κινηματογράφου.

Η παραίτηση δεν είναι μια πράξη τιμητική, εκτός αν έχεις κάνει κάτι κακό. Και ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις παραμένει μάλλον η πιο εύκολη οδός για να καθαρίσει κάποιος με ταχύτατες διαδικασίες το όνομά του, να γλιτώσει ο ίδιος από την καταστροφή ή να ικανοποιήσει την αρένα των κοινωνικών δικτύων που σημειώνουν εφήμερες νίκες αποκαθηλώνοντας ανθρώπους με το πρώτο παράπτωμα.

Η παραίτηση δείχνει την ελαφρότητα με την οποία κάποιος αναλαμβάνει μια θέση.

Μια θέση όπως αυτή του Προέδρου και του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου που είναι γνωστό ακόμη και σε όσους δεν γνωρίζουν τίποτα για το ελληνικό σινεμά πως απαιτεί αντοχή, ικανότητα, αποφασιστικότητα και όραμα. Μια θέση που απαιτεί και ικανότητα σύγκρουσης με θεσμούς, με συνδικαλιστικά όργανα, με μονάδες - δορυφόρους που μαίνονται χρόνια τώρα την κινηματογραφική κοινότητα. Κυρίως απαιτεί ικανότητα σύγκρουσης με το ίδιο το Υπουργείο, παρά την εντελώς λανθασμένη και απαράδεκτη λογική του «διορισμού» από τον εκάστοτε Υπουργό του ΔΣ του Κέντρου που δηλώνει ότι έχει εξασφαλίσει εκ των προτέρων υπακοή και καταχρηστική συμφωνία απόψεων. Μια θέση που απαιτεί πρωτίστως σοβαρότητα και που ένα από τα πιο ουσιώδη στοιχεία της είναι αυτός που την αναλαμβάνει να είναι σίγουρος από πριν πως δεν θα παραιτηθεί τη στιγμή που νιώθει ότι εγκλωβίζεται σε αυτήν.

Η παραίτηση του ΔΣ του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου έρχεται πάντα - όπως και τώρα - την πιο ακατάλληλη στιγμή (κυρίως γιατί για το ελληνικό σινεμά δεν υπάρχει ποτέ κατάλληλη στιγμή). Η παραίτηση και ό,τι αυτή συνεπιφέρει ως συνέπειά της έρχεται την ώρα που η παραγωγή ταινιών απειλείται από την πανδημία, η αβεβαιότητα σε όλους τους επαγγελματικούς κλάδους που σχετίζονται με το σινεμά και τα θεάματα μεγαλώνει, την ώρα που ταινίες ετοιμάζονται ή γυρίζονται σε πρωτόγνωρες συνθήκες που απαιτούν την πλήρη υποστήριξη του Κέντρου και του Υπουργείου, σχέδια ταινιών βρίσκονται σε ευρωπαϊκά προγράμματα και προσπαθούν να πείσουν για τη σταθερότητα της παραγωγικής διαδικασίας στην Ελλάδα, την ώρα που ξένες ταινίες εμπιστεύονται τη χώρα για τα γυρίσματά τους και αναζητούν στέρεους, διαφανείς οργανισμούς για να συνδιαλλαγούν, την ώρα που ξεκίνησε και διεξάγεται αυτή τη στιγμή μετά από πολύ κόπο το Φεστιβάλ Δράμας και επιπλέον την ώρα που δεκάδες δημιουργοί στήριξαν νέα σχέδια σε αυτό το ειδικό πρόγραμμα που τώρα μοιάζει να τελειώνει σχεδόν όσο άδοξα ξεκίνησε...

Η αποδοχή της παραίτησης του ΔΣ του Κέντρου από το Υπουργείο, είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Προφανής αποδοχή της ενοχής σε σχέση με τη διαφάνεια του ειδικού προγράμματος, καμία σοβαρότητα στη διαχείριση κρίσεων, πλήρης ανικανότητα να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, καμία εμπιστοσύνη πλέον σε οποιαδήποτε εξαγγελία, ανακοίνωση, φαεινή ιδέα του, καμία εμπιστοσύνη και στην πρόχειρη επιλογή προσώπων για το νέο ΔΣ του Κέντρου Κινηματογράφου προκειμένου να ξεκινήσει πάλι ο φαύλος κύκλος από την αρχή. Παρά τις ορέξεις των αντιπολιτευόμενων κύκλων για απομάκρυνση της Υπουργού Πολιτισμού (ξεχνάνε βέβαια σε τι κατάσταση βρισκόταν το Κέντρο και το ελληνικό σινεμά και υπό την προηγούμενη κυβέρνηση), η λύση δεν είναι ποτέ η παραίτηση.

Λύση είναι η ανάληψη ευθυνών, η σοβαρότητα στα λόγια και τις πράξεις, η αδιαπραγμάτευτη νομιμότητα ακόμη και στο παραμικρό, η παραδοχή των λαθών και η διπλή, τριπλή, τετραπλή, δεκαπλάσια προσπάθεια να μην επαναληφθούν. Α και, αν είναι δυνατόν, λίγο ενδιαφέρον (έστω και για τα μάτια του κόσμου) για αυτό που είναι και το θέμα μας, δηλαδή το ελληνικό σινεμά.

Διαβάστε ακόμη: To Υπουργείο Πολιτισμού για την επόμενη μέρα στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου