Ο Τσαϊτάνια Ταμάν είναι 28 χρόνων, έκανε την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, «Το Δικαστήριο», στην καρδιά της Μουμπάι και κατέκτησε μεμιάς την καρδιά του καλλιτεχνικού σινεμά του κόσμου. Το «Δικαστήριο» έκανε πρεμιέρα στο περσινό Φεστιβάλ Βενετίας, έφυγε με δυο βραβεία, το Βραβείο των Οριζόντων και το Βραβείο Καλύτερης Πρώτης Ταινίας και συνέχισε συλλέγοντας συνολικά 23 μεγάλες διεθνείς διακρίσεις, φτάνοντας μέχρι την επίσημη υποβολή της Ινδίας για το Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Κι όλα αυτά, γυρίζοντας εκείνο που στην Ινδία θεωρείται αντι-ταινία, μια μικρή, πολιτικοκοινωνικού θέματος, καλλιτεχνική ταινία, μια αιχμηρή σάτιρα του ινδικού δικαστικού και κρατικού συστήματος.
Το «Δικαστήριο» είναι η ιστορία του Ναραγιάν Καμπλέ, ενός ηλικιωμένου τραγουδοποιού που συλλαμβάνεται και δικάζεται, κατηγορούμενος ότι προκάλεσε με τα τραγούδια του την αυτοκτονία ενός εργάτη στο δίκτυο αποχέτευσης της Μουμπάι. Ακόμα περισσότερο, είναι η ιστορία της σημερινής Μουμπάι και της καφκικής αναζήτησης για την ελευθερία της έκφρασης, τη δικαιοσύνη, την κανονικότητα, όπως ξεπηδά από τις εικόνες της καθημερινής ζωής δυο ανθρώπων: του δικηγόρου του Καμπλέ και της δημόσιας κατηγόρου. Μπαινοβγαίνοντας στην αίθουσα του δικαστηρίου και στους δρόμους και τα σπίτια της πόλης, μ' ένα ρυθμό αργό, νωχελικό, σχεδόν σε φυσικό χρόνο, ο Ταμάν καταφέρνει όσα λέει κι όσα δείχνει να σε αγγίζουν βαθιά, χωρίς ένταση, προτού προλάβεις να καταλάβεις πόσο κοντινά σου είναι.
Διαβάστε παρακάτω όσα μας είπε ο Τσαϊτάνια Ταμάν σ' ένα τηλεφώνημα Αθήνα - Μουμπάι, που εκμηδένισε την πολιτισμική και κοινωνική απόσταση.
Σε πραγματικό χρόνο Επέλεξα η ταινία μου να έχει έναν αργό κινηματογραφικό ρυθμό, επειδή ο χρόνος καθυστερεί για εκείνους που περιμένουν την εκδίκαση μιας υπόθεσής τους στην Ινδία, παίρνει διαστάσεις πολύ πολύ μεγαλύτερες από τον «κανονικό» χρόνο. Κι έτσι προσπάθησα κι η ταινία να εκτυλίσσεται σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, ένιωσα ότι αποδίδω καλύτερα την κατάσταση των ηρώων κι ότι έτσι είναι σωστό για μια ρεαλιστική ταινία σαν τη δική μου.
Η αληθινή έμπνευση για την ιστορία Γράφοντας το σενάριό μου, ήξερα ακριβώς για ποια πράγματα ήθελα να μιλήσω, ήξερα ότι θα ήταν μια ιστορία που εκτυλίσσεται στο δικαστήριο, αλλά δεν είχα εντοπίσει την... υπόθεση. Μετά διάβασα τυχαία για τον Τζιτέν Μαράντι, έναν ακτιβιστή τραγουδιστή από τον Βορά της Ινδίας που κατηγορήθηκε άδικα και καταδικάστηκε σε θάνατο. Την ίδια εποχή διάβασα ένα εκτενές άρθρο για τις απάνθρωπες συνθήκες δουλειάς των εργατών στο αποχετευτικό δίκτυο. Η μια πληροφορία συνάντησε την άλλη κι έγιναν η βάση της δικής μου ιστορίας.
Μια χρωματιστή Μουμπάι Η ταινία ήταν μια ευκαιρία να δείξουμε την αληθινή Μουμπάι, όχι τα συνηθισμένα μέρη που ίσως επισκέπτεται ένας τουρίστας. Εχω μεγαλώσει σ’ αυτήν την πόλη και τη γνωρίζω από μέσα κι απ’ έξω. Ξέρω την ποικιλία της, ξέρω πώς αλλάζει διαρκώς, κάθε μέρα, κτίρια φεύγουν άλλα έρχονται στη θέση τους, κάποιες γειτονιές της χάνονται για πάντα. Διαλέξαμε πολύ συγκεκριμένα τις περιοχές και, ιδιαίτερα, το χρώμα τους: ο κόσμος της δημόσιας κατηγόρου είναι χρωματιστός, ποπ, γιατί είναι η λαϊκή Μουμπάι του σήμερα, έτσι όπως τη γνώρισα κι εγώ μεγαλώνοντας με τις βόλτες που με πήγαινε η μητέρα μου, να ψωνίσουμε, να με πάει στο σχολείο. Ο κόσμος του δικαστηρίου είναι η Μουμπάι του ’90. Αυτό που κάναμε, ήταν ότι περιπλανηθήκαμε πολύ με την κάμερα, τραβούσαμε υλικό της πόλης και μετά το ταιριάζαμε στην κατάλληλη σκηνή. Το μόνο για το οποίο χρησιμοποιήσαμε σκηνικό, ήταν το εσωτερικό του δικαστηρίου.
Ενα δράμα γεμάτο χιούμορ Η ταινία έχει χιούμορ, γιατί προτιμώ κι εγώ να βλέπω τον κόσμο με χιούμορ. Επιπλέον, όσο επισκεπτόμουν τα δικαστήρια, κάνοντας έρευνα για την ταινία, διαπίστωσα ότι επικρατούσε μια κατάσταση του παραλόγου, να φανταστείτε είδα και σκηνές που παραήταν αστείες για να τις συμπεριλάβω στο σενάριο! Για τους ανθρώπους που βρίσκονται σ’ αυτές τις αίθουσες, είναι απλώς η καθημερινότητά τους. Αλλά αν κάνεις ένα βήμα πίσω και παρατηρήσεις όσα συμβαίνουν από απόσταση, βλέπεις το παράλογο.
Μια μικρή ταινία στην τεράστια Ινδία Είναι πολύ δύσκολο να χρηματοδοτήσεις ανεξάρτητες, ή καλλιτεχνικές ταινίες στην Ινδία, γιατί δεν υπάρχει σχεδόν καμία κρατική υποστήριξη. Κάθε χρόνο στην Ινδία γυρίζονται 1.000 ταινίες, εμπορικές ταινίες, οπότε η επιθυμία του κοινού για σινεμά καλύπτεται από αυτές και κανείς δε νιώθει την ανάγκη να στηρίξει μικρότερες παραγωγές. Είναι θαύμα που γυρίζονται ακόμα κι αυτές οι λίγες μικρότερες ταινίες σαν τη δική μας. Πολλές φορές χρηματοδοτούνται μόνο από τους φίλους και τις οικογένειές μας. Επιπλέον, το να κάνεις μια ταινία που ασχολείται με πολιτικά ή κοινωνικά ζητήματα στην Ινδία είναι ακόμα πιο δύσκολο, είναι πολλές οι ταινίες που απαγορεύονται τακτικά από τη λογοκρισία στη χώρα μας. Αντίστοιχα, μικρό είναι και το κοινό που ενδιαφέρεται γι’ αυτές τις ταινίες, όχι γιατί δε θα ήθελε να το βλέπει, αλλά γιατί η σχέση του με το καλλιτεχνικό σινεμά δεν έχει χτιστεί μέσα στα χρόνια.