
[Προσοχή: το παρακάτω άρθρο περιέχει spoilers από το τέταρτο επεισόδιο της δεύτερης σεζόν της σειράς «The Last of Us», με τίτλο «Day One».]
Μετά τον ωμό, συναισθηματικά εκρηκτικό κυκλώνα του τρίτου επεισοδίου, το «The Last of Us» στο τέταρτο επεισόδιο με τίτλο «Day One» κατεβάζει εσκεμμένα την ταχύτητα στον συναίσθημα, για να του δώσει χώρο να αναπνεύσεις, δίνοντας λίγο παραπάνω χώρο στη δράση. Η κάμερα στρέφεται προς το ερειπωμένο Σιάτλ και —κυρίως— στους χαρακτήρες του: τις Ελι και Ντίνα, που βαδίζουν μέσα σε μια πόλη φάντασμα φορτωμένες με σιωπές, ανομολόγητα μυστικά και την αβάσταχτη επιθυμία για νόημα.
Παράλληλα, η σειρά για πρώτη φορά ρίχνει φως σε μια μορφή-σκιώδη παρουσία: τον Αϊζακ Ντίξον (με την επιβλητική μορφή του Τζέφρι Ράιτ, ο οποιος δανείζει και τη φωνή του στον ίδιο χαρακτήρα και στο παιχνίδι). Και καθώς οι ιστορίες διασταυρώνονται, η έννοια της «πρώτης μέρας» αποκτά υπαρξιακή σημασία — πότε ξεκινάει η εκδίκηση; Πότε τελειώνει η αθωότητα; Και πόσες αρχές μπορεί να αντέξει ένας κόσμος που δεν έχει τέλος;
Διαβάστε τα recaps του Flix για όλα τα επεισόδια της δεύτερης σεζόν του «The Last of Us»:
Το επεισόδιο ανοίγει με ένα flashback στο 2018, στο οποίο βλέπουμε την πρώτη μέρα του Αϊζακ στη FEDRA και αργότερα τη μεταπήδησή του στον κόσμο των WLF Πρόκειται για μια αθόρυβη, υπόγεια αφήγηση εξουσίας, προδοσίας και πολιτικής ηθικής.
Ο Ράιτ υποδύεται τον Αϊζακ με μια απρόσμενη εσωτερικότητα. Δεν τον παρουσιάζει ως έναν μονόπλευρο ηγέτη, αλλά ως έναν άνθρωπο που καταπνίγει την ενοχή του κάτω από την πειθαρχία. Οι σιωπές του είναι πιο εύγλωττες από τους λόγους του: σταθείτε στην ερμηνεία του στη σκηνή της εκτέλεσης των απόστατων στην αρχή του επεισοδίου — ένα απλανές βλέμμα, ένα ελαφρύ σφίξιμο στη γνάθο, και η απόλυτη ακινησία του σώματος αποκαλύπτουν την εσωτερική σύγκρουση ενός ανθρώπου που ξέρει ότι το δίκιο του έχει αρχίσει να διαβρώνεται από τη βία.
Ο Ράιτ, με την αριστοτεχνική του λιτότητα, δίνει υπόσταση σε μια φιγούρα που θα μπορούσε να παραμείνει επίπεδη. Αντίθετα, την εμποτίζει με ηθική αμφισημία και τραγικότητα, επιτρέποντάς μας να δούμε πέρα από τον ρόλο του ηγέτη και μέσα στον άνθρωπο που —κάποτε— ήθελε απλώς να προστατεύσει το σύστημα και κατέληξε να χτίζει ένα καινούργιο πάνω στα ίδια θεμέλια καταστολής.
Αλλά στο παρόν της αφήγησης, η Ελι και η Ντίνα φτάνουν στο Σιάτλ, περιπλανώμενες σε μια πόλη-νεκροταφείο, γεμάτη παγίδες, μνήμες και ίχνη από μια παλιά σύγκρουση μεταξύ της WLF και των Scar. Η σχέση τους προσεγγίζεται με λεπτότητα και συναισθηματική ακρίβεια. Δεν υπάρχουν μεγάλες δηλώσεις — μόνο βλέμματα, στιγμές οικειότητας, ήχοι από μια κιθάρα. Η σκηνή όπου η Ελι τραγουδά το «Take On Me» των A-Ha σε έναν εγκαταλελειμμένο δισκοπωλείο, είναι μια από τις πιο τρυφερές που μας έχει προσφέρει ποτέ η σειρά. Είναι μια στιγμή που αντιστέκεται στη βία του κόσμου με τη δύναμη της ανάμνησης και της αγάπης. Η Μπέλα Ράμσεϊ συνεχίζει να δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία, αυτή τη φορά πιο χαμηλότονη, πιο ώριμη, πιο σπαρακτική, καθώς η Ελι της δεν ψάχνει πια για δικαιοσύνη, αλλά για ένα νόημα.
-Τι συμβαίνει με όλα αυτά τα ουράνια τόξα; -Δεν ξέρω. Iσως όλοι ήταν αισιόδοξοι.»
Το τρίτο μέρος του επεισοδίου μετατρέπει τη συναισθηματική ένταση και σε φυσική αγωνία. Κατεβαίνοντας σε έναν εγκαταλελειμμένο σταθμό του μετρό, η Ελι και η Ντίνα έρχονται αντιμέτωπες τόσο με τα μέλη της WLF όσο και με μολυσμένους. Η Κέιτ Χέρον (του «Loki») σκηνοθετεί αυτή τη σκηνή με μαεστρία: ο φωτισμός περιορίζεται σε φακούς και φώτα ασφαλείας, οι ήχοι μετατρέπονται σε παλμούς και οι κινήσεις είναι σχεδόν υπνωτιστικές. Δεν είναι μόνο μια σεκάνς δράσης αλλά μια εφιαλτική καταβύθιση, ένας λαβύρινθος απειλής και τρόμου, που χτίζεται με ρυθμό και ατμόσφαιρα αντί για φθηνούς εντυπωσιασμούς.
Οταν καταφέρνουν να αποδράσουν, δύο εξομολογήσεις αλλάζουν τη δυναμική της σχέσης: η Ελι αποκαλύπτει στη Ντίνα ότι έχει ανοσία και η Ντίνα της αποκαλύπτει ότι είναι έγκυος. Δεν είναι απλώς plot points, είναι ηθικά και συναισθηματικά ρήγματα. Η Ελι νιώθει ξανά διαφορετική, όχι μόνο επειδή δεν μπορεί να μολυνθεί, αλλά επειδή ξέρει ότι θα χάσει. Η Ντίνα νιώθει εγκλωβισμένη σε μια πραγματικότητα που δεν χωρά μέλλον. Οι δυο τους κοιτάζονται χωρίς να ξέρουν αν μπορούν να συνεχίσουν μαζί ή αν είναι καταδικασμένες να γίνουν οι επόμενες «αρχές» ενός ακόμα τέλους.
Και μέσα σε αυτή την ευάλωτη κατάστασή τους έχουμε την πρώτη τους ερωτική σκηνή — διαφορετική από την στιγμή που γίνεται στο παιχνίδι, αλλά εδώ να μοιάζει περισσότερο αναγκαία. Η σκηνή της ερωτικής επαφής τους στο εσωτερικό ενός εγκαταλελειμμένου θεάτρου, φωτισμένη μόνο από τα φώτα των φακών τους και τη ζεστασιά της αναπνοής τους, δεν είναι απλώς μια στιγμή οικειότητας. Είναι μια απόπειρα επαναδιεκδίκησης του σώματος, της εμπιστοσύνης, της αίσθησης ότι η ζωή μπορεί ακόμη να περιέχει επιθυμία.
Στην αρχή υπάρχει απόσταση ανάμεσά τους, αλλά δεν είναι σωματική, είναι συναισθηματική, γεμάτη φόβο, ενοχή και τραύμα. Οταν αγγίζονται, δεν λυτρώνεται καμία από τις δύο, αλλά για μια στιγμή βρίσκουν παρηγοριά. Είναι μια σπάνια σκηνή στο είδος της: τρυφερή χωρίς ωραιοποίηση, φυσική χωρίς επιτήδευση, και πάνω απ’ όλα αληθινή.
Η ερωτική τους πράξη, έτσι όπως παρουσιάζεται από τη Χέρον, δεν εξυπηρετεί το «σοκ» ή την αφήγηση. Είναι μια πράξη που προκύπτει από την επιβίωση και την ανάγκη να αισθανθούν ζωντανές. Είναι επίσης μια θεμελιώδης στιγμή για τη σειρά: σε έναν κόσμο διαλυμένο από τον φόβο, η επιθυμία αποκτά πολιτική διάσταση, γίνεται μια μικρή πράξη αντίστασης ενάντια στην απονέκρωση της ύπαρξης.
Το «Day One» δεν προσφέρει απαντήσεις, μόνο σιωπές που βαραίνουν. Σιωπές ανάμεσα σε λέξεις, ανάμεσα σε βλέμματα, ανάμεσα σε πυροβολισμούς. Είναι ένα επεισόδιο-γέφυρα, αλλά όχι με την παραδοσιακή έννοια της αφήγησης. Είναι μια γέφυρα πάνω από το χάος του εσωτερικού κόσμου των ηρώων. Και ίσως αυτό να είναι το πιο σπαρακτικό στοιχείο: πως σε έναν κόσμο που έχει χάσει τους θεσμούς του, οι άνθρωποι εξακολουθούν να παλεύουν όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά να αγαπήσουν, να θυμούνται, να συγχωρήσουν.
Το «The Last of Us» συνεχίζει να αποδεικνύει ότι δεν είναι απλώς μια τηλεοπτική μεταφορά ενός video game. Είναι μια μελέτη πάνω στο τραύμα και την ανθρωπιά και το «Day One» είναι ένα από τα πιο ευαίσθητα, ώριμα και θλιμμένα κεφάλαια αυτής της μελέτης.
Δείτε παρακάτω την σκηνή όπου η Ελι τραγουδά το «Take On Me» των A-Ha στο παιχνίδι.
Το «The Last of Us» προβάλλεται στην Ελλάδα αποκλειστικά στο Vodafone TV.