Το σπίτι του Ρούμπενς και της Γιούνις Παΐβα ήταν πάντα ανοικτό. Μία ευήλια, γωνιακή μονοκατοικία στην παραλία του Ρίο ντε Τζανέιρο - αρκετά μεγάλη για να στεγάζει τα πέντε παιδιά τους, αρκετά ταπεινή για να ταιριάζει σ' έναν πρώην βουλευτή του Εργατικού Κόμματος και νυν απλό πολιτικό μηχανικό. Φίλοι, ξαδέλφια, συμμαθητές γέμιζαν τους κήπους και τους καναπέδες, πιτσιρίκια έτρεχαν ξυπόλητα από τη θάλασσα μεταφέροντας αλμύρα στα μωσαϊκά, γάργαρα γέλια συνόδευαν το σήμα-καταταθέν σουφλέ της οικοδέσποινας στην τραπεζαρία, φωτογραφίες έβγαιναν με σύσσωμη την ευρύτερη οικογένεια πάνω στην άμμο.
Εκείνη την εποχή όμως, ο βραζιλιάνικος ήλιος έριχνε και μία βαριά σκιά. Πολιτικές συζητήσεις και καπνοί ανήσυχων τσιγάρων πότιζαν τους δερμάτινους καναπέδες του γραφείου του Παΐβα, εκεί που μαζεύονταν οι άντρες για να συζητήσουν τις εξελίξεις της Δικτατορίας από τον Βραζιλιάνικο Στρατό. Ηταν ήδη 1971, το Πραξικόπημα μετρούσε 7 χρόνια, και αυτοί που μπορούσαν εγκατέλειπαν τη χώρα για μια καλύτερη, ελεύθερη ζωή στην Ευρώπη. Οσοι είχαν την οποιαδήποτε σύνδεση με την αριστερά άλλωστε ήταν υπό παρακολούθηση. Αν έδιναν την οποιοδήποτε αφορμή μπορούσαν να «εξαφανιστούν». Πράκτορες χτυπούσαν την πόρτα των σπιτιών τους και τους έπαιρναν «για μία τυπική κατάθεση». Δεν επέστρεφαν ποτέ. Μετά από βασανιστήρια στις φυλακές, τούς «εξαφάνιζαν». Και κανείς δεν μπορούσε να αποδείξει τίποτα για τις μαζικές δολοφονίες του Κράτους. Ελικόπτερα του στρατού ξεφορτώνονταν εκατοντάδες πτώματα στην ανωνυμία του ωκεανού.
Το 81ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας διεξάγεται φέτος από τις 28 Αυγούστου μέχρι και τις 7 Σεπτεμβρίου. Το Flix βρίσκεται στη Βενετία για να σας μεταφέρει όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες. Διαβάστε όλο το ρεπορτάζ για το φεστιβάλ εδώ
Ο Ρούμπενς φαινόταν πολύ μακριά από όλα αυτά. Τρυφερός, γελαστός, πειραχτήρι αγαπούσε την καθημερινότητα του παραλιακού του σπιτιού. Κοιτούσε με γλύκα τη γυναίκα του, υπέκυπτε στις πιέσεις του πιτσιρικά γιου του για σκύλο, χόρευε ξέφρενο rock 'n' roll με την μεγάλη κόρη του που ήταν έτοιμη να φύγει στο Λονδίνο για σπουδές, έθαβε τρυφερά το δοντάκι της μικρής του στην παραλία - έθιμο που θα της έφερνε τύχη αν «ήταν ακόμα εκεί» όταν θα έψαχνε να το ξαναβρεί.
Μόνο που ο ο 40χρονος ακτιβιστής δεν ήταν καθόλου μακριά από όλα αυτά. Στήριζε κρυφά την αντίσταση κι αυτό έκανε μια μέρα την πόρτα των Παΐβα να χτυπήσει. Μαυροντυμένοι άντρες τον στρίμωξαν στο πίσω μέρος ενός αυτοκινήτου χωρίς πινακίδες και η Γιούνις και τα 5 παιδιά τους δεν τον ξανείδαν ποτέ. Κι εκείνη πέρασε τα επόμενα 25 χρόνια της ζωής της αφοσιωμένη στα ανθρώπινα δικαιώματα και στη μνήμη του συζύγου της. Τον κρατούσε ζωντανό - στη δικαστική της μάχη για την αναγνώριση της δολοφονίας του, στα μελανά κεφάλαια της Ιστορίας της χώρας τους, στην καρδιά της.
Ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης Βάλτερ Σάλες («Κεντρικός Σταθμός», «Ημερολόγια Μοτοσικλέτας», «On The Road») πατάει πάνω στο βιβλίο του γιου του Παΐβα, Mαρτσέλο, και ενορχηστρώνει κάτι πολύ περισσότερο από μία πολύ σημαντική ταινία για τον φασισμό - την εποχή που ο πλανήτης αρχίζει να ξαναβλέπει τα σημάδια της αναβίωσής του. Ιστορικά, λογοτεχνικά, κινηματογραφικά έχουν υπάρξει περισσότερες αναφορές στους «εξαφανισμένους» της βραζιλιανικής δικτατορίας. Με ακόμα πιο έντονο σχόλιο, λεπτομερείς αποκαλύψεις, πολιτικό καταγγελτισμό.
Ο Σάλες όμως κάνει κάτι ακόμα πιο μεγάλο. Παίρνει τη συλλογική παρατήρηση και τη καθίζει στο οικογενειακό τραπέζι. Κάνει το κοινωνικό, προσωπικό. Η κάμερά του βουτάει στην μέση της δράσης, κινείται με ενέργεια, χαρά. Ο φακός του δίνει σάρκα, οστά, ψυχή, χαμόγελα, οικειότητα, μικροστιγμές, γεύσεις, μυρωδιές, ήχους, τραγούδια στο γωνιακό σπίτι της παραλίας. Σε κάνει να νιώσεις την κανονικότητα της ευτυχίας, την ελευθερία της θάλασσας, την αυθάδεια των νιάτων, την αγκαλιά της μητέρας, την ασφάλεια της πατρικής στέγης - πριν η πολιτική αφήγηση πετάξει το βιτριόλι της στο οικογενειακό άλμπουμ με τις φωτογραφίες και η ανεμελιά σκουριάσει για πάντα.
Ο Ρούμπενς Παΐβα δεν ήταν ένα ακόμα στατιστικό νούμερο στα αρχεία. Ηταν άνθρωπος. Και για την Γιούνις, τον Μαρτσέλο, την Βέρα, την Ελιάνα, την Ανα και την Μπεατρίς, ο πιο σημαντικός άνθρωπος στη ζωή τους.
Αυτό σέβεται ο Σάλες, αυτό λούζει με ζεστό φως, σε αυτό το συναίσθημα δίνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Αλλά στην πρωταγωνίστριά του, την πιστή του συνεργάτη Φερνάντα Τόρες («Terra Estrangeira»), δίνει το τιμόνι. Κι εκείνη γλιστρά κάτω από το δέρμα της Γιούνις Παΐβα με σεβασμό, αξιοπρέπεια, γοητεία, πόνο, εγγύτητα, δυναμισμό. Ολοι οι ηθοποιοί του είναι εξαιρετικοί (ο Σέλτον Μαέγιο που ερμηνεύει τον Ρούμπενς του χαρίζει μία ακαταμάχητη γλυκύτητα που σε κάνει να τον επιθυμείς όταν εγκαταλείπει την ταινία), όμως η Τόρες είναι αυτή που κουβαλά στους ώμους της τη βουβή απελπισία και τον βροντόφωνο θρήνο μίας ολόκληρης οικογένειας. Και μιας ολόκληρης χώρας.
Ο Σάλες κοιτά το παρελθόν με μία πονεμένη νοσταλγία για το «πόσο θα μπορούσε να είχε αναπτυχθεί η χώρα του», η Βραζιλία της ελεύθερης σκέψης, της αρχιτεκτονικής, των ζωγράφων, της μουσικής, αν ένα καθεστώς δεν είχε πατήσει ένα άδικο, καταστροφικό pause. Η ερώτηση είναι πικρά οξεία, η απάντησή του όμως είναι ακόμα πιο αιχμηρή. Γιατί είναι πεισμωμένα αισιόδοξη. Οι άνθρωποι στις οικογενειακές φωτογραφίες κάποια στιγμή φεύγουν από δίπλα μας. Το σώμα φθείρεται. Το μυαλό ξεθωριάζει. Η μνήμη εγκαταλείπει. Τα σπίτια αδειάζουν, ερημώνουν. Αυτό όμως που δεν εξαφανίζεται ποτέ είναι το ενστικτώδες χαμόγελο όταν κοιτάμε την vintage στιγμή, το αυτόματο βούρκωμα όταν συνδεόμαστε, η αγάπη που παραμένει, επιμένει κι ανανεώνεται. Αυτή την αγάπη ο Σάλες μάς χάρισε με την ταινία - σαν φυλαχτό. Εσκαψε την άμμο και την ξαναβρήκε. Ηταν, πάντα, εκεί και μάς περίμενε.
Το 81ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας διεξάγεται φέτος από τις 28 Αυγούστου μέχρι και τις 7 Σεπτεμβρίου. Το Flix βρίσκεται στη Βενετία για να σας μεταφέρει όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες. Διαβάστε όλο το ρεπορτάζ για το φεστιβάλ εδώ