Βασισμένη στην ιστορία του Σαντέ Καμανγκάρ, ενός Κούρδου ποιητή που πέρασε 27 χρόνια φυλακισμένος στο Ιράν κι όταν αποφυλακίστηκε ανακάλυψε ότι η οικογένειά του τον θεωρούσε νεκρό, η ταινία μοιάζει βαθιά προσωπική για τον σκηνοθέτη και ριζικά διαφορετική από τις προηγούμενες δουλειές του.
Απόλυτα στυλιζαρισμένη, χτισμένη πάνω όχι στην δύναμη του ρεαλισμού, αλλά στην διαμεσολάβηση ενός έντονου, πανταχού παρόντα, μα λειτουργικοί συμβολισμού η ταινία διακρίνεται περισσότερο απ οτιδήποτε άλλο, από την βαθιά θλίψη που την διαπερνά.
Με τον Μπερούζ Βοσουγκί, έναν από τους πιο πετυχημένους ηθοποιούς στο Ιράν, που βρίσκεται σε εξορία από το 1977 να συμπυκνώνει στο επιβλητικό πρόσωπό του, τον συνολικό πόνο, τόσο του ήρωα όσο και τον δικό του, αλλά και του ίδιου του Γκομπαντί, το φιλμ δεν χρειάζεται στ΄ αλήθεια ερμηνείες όσο παρουσίες για να χτίσει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Με ανάλογο τρόπο, η Μόνικα Μπελούτσι στον ρόλο της γυναίκας του δεν χρειάζεται να κάνει πολλά παραπάνω από το να είναι παρούσα, η μελαγχολική φιγούρα μιας τσακισμένης ομορφιάς, θύμα μιας τραγικής επιθυμίας, μιας απάνθρωπης σκληρότητας και μιας χώρας που έχει πέσει σε λάθος χέρια.
Το φιλμ του Γκομπαντί χτίζεται πάνω στην υποψία ενός σεναρίου (που είναι όμως τόσο σκληρό όσο η καρδιά μιας αληθινής τραγωδίας) και κυρίως πάνω στην εικονογραφίας ενός μελαγχολικού συμβολικού κόσμου, με την χρήση μιας γλώσσας απόλυτα ποιητικής. Δεν είναι μια ταινία καταγγελίας, αλλά ένα πολιτικό φιλμ με τον τρόπο της καρδιάς, μια κατάθεση ενός βαθύ αναστεναγμού που σε στεναχωρεί βαθιά και μαζί σε ανακουφίζει.
Το αποτέλεσμα μοιάζει ανέλπιστα διαφορετικό από ότι θα περιμέναμε, γνωρίζοντας το προηγούμενο έργο του σκηνοθέτη: μια στιλιστική ακροβασία που κινδυνεύει να γλιστρήσει στα όρια μιας θεαματικής καλλιγραφίας, ένα φιλμ που μπορεί να μοιάζει στα μάτια κάποιων ακόμη κι απλοϊκό, μα που αν του αφεθείς σε παρασύρει με τη δύναμη και την σκληρή μελαγχολική αλήθεια του.
Διαβάστε περισσότερα εδώ για το «Rhino Season».