Βασισμένο στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Αμπντελά Ταϊά που κάνει εδώ το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, το «Salvation Army» αφηγείται με αποσπασματικό αλλά αποτελεσματικό τρόπο τρεις περιόδους στη ζωή του.
Στην πρώτη, είναι ένα δεκαπεντάχρονο αγόρι που μεγαλώνει σε μια μάλλον φτωχική αραβική οικογένεια στην Καζαμπλάνκα. Με τη δομή της οικογένειας να μοιάζει μητριαρχική ακόμη κι αν ο πατέρας δέρνει κάθε τόσο τη μητέρα του, ο νεαρός Αμπντελά λατρεύει το μεγαλύτερο αδελφό του, Σλιμάν, με μια αγάπη που μάλλον ξεπερνά τα όρια της αδελφικής και μπλέκεται με τη σεξουαλική εμμονή.
Παράλληλα, μοιάζει να έχει αποδεχτεί το γεγονός της ομοφυλοφιλίας του και αναζητά την ερωτική συντροφιά μεγαλύτερων ανδρών με τους οποίους κάνει έρωτα, δίχως να μοιάζει με θύμα και με μια συνειδητοποίηση που μοιάζει αταίριαστη με τη νεαρή του ηλικία.
Σε αυτή τη χρονική περίοδο, ο Σλιμάν θα πάρει τον Αμπντελά και το μικρότερο αδελφό του σε μια εκδρομή στη θάλασσα κι εκεί, σε μια κουβέντα μαζί του θα ανακαλύψει πως υπάρχει μια διαφορετική οδός διαφυγής από τη μάλλον αδιέξοδη ζωή του. Ο Σλιμάν μιλά γαλλικά, «τη γλώσσα των πλουσίων», όπως τον κατηγορεί ο Αμπντελά και διαβάζει συνεχώς. Μια σκηνή στην οποία ο νεαρός ήρωας θα ξεκινήσει να διαβάζει μια γαλλική μετάφραση του «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» του Νίκου Καζαντζάκη προμηνύει ένα μέλλον που δεν θα εξαντληθεί απαραίτητα στο φτωχικό πατρικό του σπίτι.
Στη δεύτερη περίοδο, θα τον συναντήσουμε δέκα χρόνια αργότερα με ένα μεγαλύτερο Ελβετό εραστή του σε διακοπές στο Μαρόκο, για να ανακαλύψουμε μέσα από μια εξαιρετικά στημένη σκηνή υπόκωφης αγωνίας, πως το να είσαι gay σε μια μουσουλμανική χώρα δεν είναι όσο εύκολο το έκαναν να μοιάζει οι δίχως εμπόδια ερωτικές του περιπέτειες στα δεκαπέντε. Και στο τελικό κομμάτι του φιλμ, όταν, μερικά χρονιά αργότερα, ο Αμπντελά θα βρεθεί στη Γενεύη, υπότροφος στο πανεπιστήμιο για να καταλήξει προσωρινά στο στρατό σωτηρίας μετά από μια σκληρή αντιπαράθεση με τον πρώην εραστή του, θα φανταστούμε τη συνέχεια μιας ζωής αλλά θα δούμε και τον τρόπο που το παρελθόν μεταμόρφωσε ένα αθώο κάποτε παιδί, σε έναν πολύ πιο σκληρό ενήλικα.
Ο Ταϊά, ακόμη κι αν κινηματογραφεί τη δική του ιστορία, δεν χαρίζεται ποτέ στον εαυτό του, δεν κάνει μια αγιογραφία, αλλά προσπαθεί να περιγράψει στιγμές και συναισθήματα που δομούν έναν κινηματογραφικό χαρακτήρα. Με τη βοήθεια της εξαιρετικής φωτογραφίας της Ανιές Γκοντάρ και με τις φυσικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών του στήνει ένα ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό φιλμ (ειδικά στο πρώτο μέρος του), που μπορεί να υπολείπεται μιας πιο ολοκληρωμένης περιγραφής της διαδρομής του ήρωά του, αλλά δεν παύει να αποτελεί μια ενδιαφέρουσα απόπειρα από έναν σκηνοθέτη που αξίζει την προσοχή μας.
Δείτε ένα απόσπασμα από το φιλμ:
Διαβάστε ακόμη: