Buzz

Πέντε (συν μία) ταινίες που τα έβαλαν με τη Μάργκαρετ Θάτσερ

στα 10

Με αφορμή το θάνατο της Μάργκαρετ Θάτσερ, της πλέον αμφιλεγόμενης φιγούρας της πολιτικής ιστορίας της μεταπολεμικής Μ. Βρετανίας, επιστρέφουμε στην εποχή που το νέο κύμα του βρετανικού σινεμά αποφάσισε να της επιτεθεί, ανοίγοντας το βλέμμα στην πραγματική ζωή ή στην παραμορφωτική αντανάκλασή της...

Πέντε (συν μία) ταινίες που τα έβαλαν με τη Μάργκαρετ Θάτσερ

Την ίδια εποχή, στις αρχές της δεκαετίας του '80, που το σινεμά της Μ. Βρετανίας γνώριζε μεγάλες δόξες, είτε αυτό οφειλόταν στους οσκαρικούς «Δρόμους της Φωτιάς» ή στο αντίστοιχα οσκαρικό «Γκάντι», το νέο βρετανικό σινεμά της εποχής έστρεφε το βλέμμα του εναντίον της θατσερικής πολιτικής και του σαρωτικού ρεύματος των συντηρητικών, χαρτογραφώντας μια Αγγλία στα όρια του τρόμου.

Οι πέντε ταινίες που ακολουθούν γυρίστηκαν ακριβώς μέσα στα χρόνια της διακυβέρνησης της Μάργκαρετ Θάτσερ και αποτελούν εξέχοντα δείγματα μιας από τις πιο δυναμικές θέσεις αντιπολίτευσης της εποχής, από σκηνοθέτες που με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο συνεχίζουν ακόμη και σήμερα (με εξαίρεση τον Ντέρεκ Τζάρμαν που δεν ζει πια) να επιτίθενται στο εν γένει συντηρητισμό.

Οσο για την έκτη, γυρίστηκε δεκαοκτώ χρόνια μετά την αποχώρηση της Θάτσερ από την πρωθυπουργία της Μ. Βρετανίας, αλλά περίεγραψε τόσο γλαφυρά το κλίμα της εποχής της, που απλά δεν μπορεί να λείπει πλόν ποτέ από οποιαδήποτε κινηματογραφική αναφορά στην «Σιδηρά Κυρία».

3

Ωραίο μου Πλυντήριο του Στίβεν Φρίαρς (1985)

Μια από τις ωραιότερες βρετανικές ταινίες όλων των εποχών, το «Ωραίο Μου Πλυντήριο» δεν ήταν παρά η πιο ανατριχιαστική περιγραφή της θατσερικής Αγγλίας στο περιτύλιγμα ενός από τα μεγαλύτερα love stories του σινεμά. H ομοφοβία, ο ρατσισμός, τα προβλήματα της κοινότητας των Πακιστανών στο Λονδίνο, η διαρκής αγωνία της εργατικής τάξης, ο φόβος για το τι βρίσκεται έξω από τα μέσα δωμάτια του «πλυντηρίου» και ο τρόμος για το τι γίνεται μέσα σε αυτά, σε μια ιδανική επίθεση απέναντι σε ένα αρτηριοσκληρωτικό σύστημα που θα άφηνε τον άνθρωπο έξω από την εξίσωση της ευημερίας. Ευτυχώς στο σινεμά κάπου κάπως κάποτε κρύβεται ένα happy end.

2

The Last of England του Ντέρεκ Τζάρμαν (1988)

Αν και όλη η φιλμογραφία του δεν ήταν παρά μια επίθεση όχι μόνο προς την Μάργκαρετ Θάτσερ αλλά και σε όλα όσα εξέφραζε η ίδια και η πολιτική της, το «The Last of England» παραμένει ακόμη και σήμερα μια από τις πιο προσωπικές ταινίες του Ντέρεκ Τζάρμαν και ταυτόχρονα η έκρηξη μιας οργής που στρεφόταν προς οτιδήποτε είχε να κάνει με τη θατσερική Μ. Βρετανία. Ενα patchwork, στην πραγματικότητα, από φιλμάκια super 8 και αποκαλυπτικές εικόνες ενός δυστοπικού μέλλοντος, το «The Last of England» δεν ήταν μόνο βλάσφημο, αιρετικό, πανκ, αλλά και ένα ποιητικό φιλμ διαμαρτυρίας για έναν κόσμο που θυσίασε τα όνειρα του στη βιομηχανική εποχή για να τα ξανασυναντήσει σε μορφή εφιάλτη στη δεκαετία του '80 και να τα δει να βγαίνουν αληθινά ως προφητείες σε ένα απολυταρχικό και γεμάτο χαμένες ψυχές κόσμο. Την ίδια εποχή ο Τζάρμαν μάθαινε πως έχει προσβληθεί από τον ιο του AIDS και η ανοχή προς την διαφορετικότητα (σεξουαλική, καλλιτεχνική, πνευματική) ήταν κάτι περισσότερο από ένα αίτημα. Ηταν μια ανάγκη.

2

High Hopes του Μάικ Λι (1988)

O ίδιος ο Μάικλ Λι είχε περιγράψει το «High Hopes», μια από τις πρώτες μεγάλες του επιτυχίες (με βραβεία στη Βενετία και στα Ευρωπαϊκά Βραβεία) ως μια ταινία για το πόσο δύσκολο είναι να είσαι σοσιαλιστής. Μέσα από τους αγαπημένους του ήρωες μιας working class καθημερινότητας και καθώς αυτοί προσπαθούν να βρουν απάντηση στο «αν υπάρχει ευτυχία», ο Λι ζωγραφίζει το χάρτη μιας Μ. Βρετανίας σε απόλυτη σύγκρουση ακόμη και ανάμεσα σε ισόπαλες τάξεις, ανοίγοντας το βλέμμα του σε έναν κόσμο που δεν θα συμπαθούσε με τίποτα την Μάργκαρετ Θάτσερ και τους συντηρητικούς, αλλά που μπορεί να τους ψήφιζε πιστεύοντας σε μια αλλαγή. Που δεν θα ερχόταν ποτέ ή κι αν συνέβαινε ποτέ θα είχε τις βάσεις της όχι στο πολιτικό σύστημα, αλλά στην κοινωνική βάση.

2

Ο Μάγειρας, ο Κλέφτης, η Γυναίκα του και ο Εραστής της του Πίτερ Γκρίναγουεϊ (1989)

Ακόμη και σε μπαρόκ αποχρώσεις (με λίγη βοήθεια από τον Ζαν Πολ Γκοτιέ που σχεδίασε τα κοστούμια), η ίσως πιο διάσημη ταινία του Πίτερ Γκρίναγουεϊ ήταν ταυτόχρονα μια αποθέωση του δικού του σουρεαλιστικού στιλ και μια ευθεία αναφορά στην Θατσερική Αγγλία. Οχι μόνο γιατί το σύμπαν που απεικονίζεται είναι ένας κόσμος που τρέφεται (μέχρι σκασμού) από το χρήμα, την απληστία, την κοινωνική αδικία και κάθε είδους σωματική αποφορά, αλλά και γιατί ο συμβολισμός του απόλυτου κακού ως ιδιοκτήτη ενός εστιατορίου δεν θα μπορούσε παρά να στείλει ανατριχίλες στην «Σιδηρά Κυρία» πάνω ακριβώς στην τελευταία χρονιά της μεγάλης θητείας της. Αν και θα αρκούσε το διάσημο «ανθρώπινο» δείπνο για να καταδείξει την παρακμή που με μανία κινηματογράφησε ο Γκρίναγουεϊ σε μια δική του εκδοχή πάνω στο «τέλος της Μ. Βρετανίας».

4

Riff Raff του Κεν Λόουτς (1991)

Δεν χρειάζεται να δείτε καμία ταινία του Κεν Λόουτς για να μάθετε τη γνώμη του για την Μάργκαρετ Θάτσερ, αφού΄πριν απ' όλα η αριστερή του καταγωγή υπήρξε κατά μέτωπο αντίθετη με τη συντηρητική πλευρά μιας Βρετανίας, που ο Λόουτς αποτύπωσε όχι μόνο σε ταυτόχρονη μετάδοση με τα χρόνια της Θάτσερ αλλά και σε όλες τις ταινίες που έκανε μεταγενέστερα και αναφερόμενος στην εποχή της και τα κατάλοιπα της θητείας της. Το «Riff Raff» του 1991 (με το βραβείο καλύτερης ταινίας της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου) θα έβρισκε την ιστορία δύο οικοδόμων στο επίκεντρο όχι μόνο ενός συμβολισμού (το νοσοκομείο που γκρεμίζεται για να χτιστούν πολυτελείς κατοικίες) αλλά και στην καρδιά της εργατικής τάξης που απειλείται καθημερινά από τις απολύσεις και την έλλειψη υποτυπώδους ασφάλειας. Δεν είναι τυχαίο πως σε μια σκηνή της ταινίας, οι ήρωές της ταινίας αντιδρούν ακόμη και στη φωνή ενός αριστερού που επιτίθεται στην πολιτική της Μάργκαρετ Θάτσερ, αφού σύμφωνα με όσα ζουν έχουν ζήσει και θα ζήσουν η πολιτική δεν είχε ποτέ την παραμικρή σχέση με την καθημερινότητά τους. Βλέπετε (ακόμη κι αν το σινεμά διαφωνεί) η εργατική τάξη πηγαίνει σπάνια στον Παράδεισο...

2

Hunger του Στιβ ΜακΚουίν (2008)

Ταινία εποχής, το «Hunger» γύρισε το χρόνο σε μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες της θητείας της Θάτσερ, την εποχή της απεργίας πείνας των Ιρλανδών κρατουμένων το 1981, μια ανοιχτή μονομαχία ανάμεσα στο δικό τους πείσμα και στην αδιαλλαξία της «Σιδηράς Κυρίας». Αν και όχι μια ιστορική ταινία, το «Hunger» τοποθετεί τα γεγονότα ακριβώς στο χρονικό τους περιβάλλον, κλείνοντας ωστόσο τη δράση ακριβώς μέσα στα κελιά των φυλακών για να κατασκευάσει μια υπεράνθρωπη ιστορία επιβίωσης - όχι της ζωής, αλλά των ιδανικών. Σε παράλληλη δράση, η ιστορία ενός από τους δεσμοφύλακες λειτουργεί ως δίοδο με τον έξω κόσμο, ακριβώς εκεί όπου ο ηρωισμός του Μπόμπι Σαντς (εδώ ο Μάικλ Φασμπέντερ) ανάγεται στο πιο τρομακτικό πορτρέτο της Αγγλίας των αρχών των 80s, όταν η αντίδραση απέναντι στους συντηρητικούς θα άρχιζε να παίρνει διαστάσεις ενός επείγοντος - σχεδόν ζωής και θανάτου - εδώ και τώρα αιτήματος. Θα χρειάζονταν περίπου δέκα ακόμη χρόνια μέχρι την πτώση της Μάργκαρετ Θάτσερ και χρειάζονται ακόμη περισσότερα για έναν ιδανικό κόσμο...

  • προαιρετικά, το παραπάνω κείμενο μπορεί να διαβαστεί με soundtrack το «Margaret on the Guillotine» του Morrissey από το «Viva Hate» του 1988.