Εντάξει, ο παραπάνω πρόλογος είναι προβοκατόρικος, αλλά νομίζω ότι ο Τρίερ δεν θα είχε κανένα πρόβλημα μ' αυτό. Στην πραγματικότητα, το ότι το «Melancholia» είναι η πιο ήσυχη, χαμηλότονη και συγκρατημένη ταινία του (ναι, παρ ότι περιγράφει και το τέλος του πλανήτη) είναι κι αυτό με τον δικό του τρόπο, μια μορφή πρόκλησης.
Εχοντας επισκεφτεί τις Κάννες για τελευταία φορά με τον «Αντίχριστο», ο οποίος υπήρξε μια από τις ταινίες που σημάδεψαν το φεστιβάλ, το να επιστρέφει με ένα ψιθυριστό δράμα δωματίου (άντε και κήπου), δεν είναι τιποτ' άλλο από μια ακόμη τρικλοποδιά στις προσδοκίες μας. Πολύ περισσότερο δε, εφόσον ξεκινά με κάτι που μοιάζει με κορύφωση, μια σειρά από εξωφρενικά όμορφες εικόνες που θα έχετε δει ήδη στο τρέιλερ (όπως αυτή της νύφης Κίρστεν Ντανστ να πλέει ανάμεσα στα νούφαρα) γυρισμένες με τη μαγευτική super slow motion, που για πρώτη φορά χρησιμοποίησε στον «Αντίχριστο».
Μετά από αυτή την υποβλητική αρχή, που θα μπορούσε να είναι προμήνυμα των όσων θα ακολουθήσουν ή εικόνες από τα όνειρα της μιας από τις ηρωίδες του, η ταινία του είναι έτοιμη ν' αρχίσει. Χωρισμένη σε δυο μέρη, αφιερωμένα το πρώτο στην Τζαστίν της Κίρστεν Ντανστ και το δεύτερο στην αδελφή της Κλερ που υποδύεται η Γκενσμπούργκ, μας καλεί στον γάμο της πρώτης, που όχι, δεν θα έχει, όπως μας είχε άλλωστε υποσχεθεί, happy ending.
Παρ ότι το παρελθόν ή η δυναμική των σχέσεων ανάμεσα στις αδελφές, την οικογένεια, τους συζύγους, τους καλεσμένους στον γάμο είναι ένα παζλ που συμπληρώνεται αποσπασματικά όσο περνά η ώρα και το πάρτι του γάμου κυλά (μετ' εμποδίων), γρήγορα αντιλαμβάνεσαι ότι πίσω από την εικόνα της γιορτής, οι σκιές και τα μυστικά βράζουν κι όλα ετοιμάζονται να γίνουν χειρότερα, καθώς ο πλανήτης Μελαγχολία που μέχρι πριν λίγο καιρό κρυβόταν πίσω από τον ήλιο, πλησιάζει απειλητικά, κινδυνεύοντας ίσως να συγκρουστεί με την γη.
Ομως αν το «Melancholia» είναι μια ταινία καταστροφής, τότε αφορά κυρίως στην καταστροφή των οικογενειακών δεσμών, της συναισθηματικής ειλικρίνειας, της εσωτερικής μας ισορροπίας. Η Τζαστίν της Κίρστεν Ντανστ, είναι μια εύθραυστη, ανίκανη να αντιμετωπίσει όσα οι άλλοι απαιτούν από αυτή, γυναίκα, η αδελφή της Κλερ είναι μια απόλυτα συμβιβασμένη γυναίκα-τρόπαιο, μητέρα και σύζυγος που ενδιαφέρεται μόνο να παίξει σωστά το ρόλο της. Η σχέση τους μπορεί να δείχνει αυτή δυο αγαπημένων αδελφών, αλλά βρίσκει τις μόνες αληθινές στιγμές της όταν το τέλος είναι αμετάκλητο, όταν η ανάγκη για οποιαδήποτε προσποίηση καταρρέει, όταν όλα τα φορτία που και οι δυο κουβαλούν, μένουν πίσω, λίγο πριν όλα σβήσουν.
Αν μη τι άλλο, ο Τριερ παραμένει πιστός στις απόψεις του. Στον πεσιμισμό, στον σκληρό πραγματισμό του, στην επιμονή του να βλέπει πίσω από τον ορίζοντα των πραγμάτων στο αναπόφευκτο τέλος τους. Η στάση του, το θάρρος του, αξίζουν συγχαρητήρια. Το ίδιο και η δουλειά του ως σκηνοθέτης. Ο τρόπος που κινηματογραφεί, οι λεπτομέρειες που κατορθώνει να φωτίσει, το νόημα που δίνει στις εικόνες του, η εμμονή του σε μια κινηματογραφική αισθητική που αγγίζει το σημείο τις πιο υψηλής τέχνης, είναι επιτεύγματα στα οποία δεν μπορείς παρά να υποκλιθείς.
Την ίδια στιγμή όμως, θέλοντας να κάνει ένα φιλμ που να αρνείται οποιοδήποτε συναισθηματισμό, να κοιτάξει με σοβαρότητα ένα θέμα που έχει συχνά συρθεί στο βούρκο της φτηνής διασκέδασης, στεγνώνει κάθε χυμό από την ταινία του, της στερεί τη δυνατότητα να σε συνταράξει. Οι χαρακτήρες σε κρατούν σε απόσταση, οι εικόνες σε εντυπωσιάζουν, αλλά δεν σε αγγίζουν στ αλήθεια. Ο συγκρατημένος θαυμασμός, η μέτρια απορία, οι χλιαροί έπαινοι δεν είναι αντιδράσεις στις οποίες μας έχει συνηθίσει. Ο Λαρς Φον Τρίερ μας εκπλήσσει για μια ακόμη φορά, αλλά όχι με τον τρόπο που περιμέναμε.
Tags: Cannes 2011