Σε μία κατάμεστη Αποθήκη Γ', ο Δημήτρης Εϊπίδης πήρε πρώτος το λόγο για να παρουσιάσει στο φεστιβαλικό κοινό τον Κωνσταντίνο Γιάνναρη, ο οποίος υπήρξε προσωπική του επιλογή για το φετινό τιμητικό αφιέρωμα. «Δεν πρόκειται να πω πολλά, γιατί είναι πασίγνωστος» δήλωσε ο Διευθυντής του Φεστιβάλ. «Τον ξέρουμε όλοι, γνωρίζουμε το έργο του, έχουμε θαυμάσει την εξέλιξή του μέσα στα χρόνια. Ηρθα για πρώτη φορά σε επαφή με τη δουλειά του όταν είδα στις Κάννες την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του και έμεινα εκστασιασμένος. Από τότε παραμένω πιστός θαυμαστής του. Η παρουσία του στον ελληνικό κινηματογράφο έχει δημιουργήσει ένα πολύ σημαντικό έργο, το οποίο έγινε κίνητρο για την νέα γενιά σκηνοθετών. Ο Κωνσταντίνος είναι ένα κεφάλαιο στον ελληνικό κινηματογράφο. Ελπίζω και προσδοκώ στη συνέχεια του έργου του και στη συνεχή παρουσία του στα κινηματογραφικά πράγματα της χώρας μας.»
Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης, με τη σήμα κατατεθέν ειλικρίνειά του μίλησε για την εξέλιξή του μέσα στα χρόνια και το πώς βλέπει τα μελλοντικά του βήματα από εδώ και πέρα.
Πώς αισθάνεται όταν έρχεται αντιμέτωπος με το σύνολο του έργου του σ' ένα τέτοιο αφιέρωμα; Τι προκαλεί σ' έναν ενεργό κινηματογραφιστή μία φεστιβαλική ρετροσπεκτίβα;
Σύγχυση. Κάθε δημιουργός μπροστά σε μία τέτοια αναδρομή δεν μπορεί να παρά νιώσει κάτι τέτοιο. Αλλά δεν πειράζει - και η ίδια η δημιουργία προέρχεται από τη σύγχυση. Ενα τέτοιο αφιέρωμα είναι πολύ ωραία ευκαιρία να κάνεις έναν εσωτερικό απολογισμό, αλλά κι έναν απολογισμό με τους θεατές, οι οποίοι βλέπουν εκ νέου το έργο σου. Αυτό που παρατήρησα πάντως είναι ότι οι εμμονές του καθενός μένουν σταθερές μέσα στο χρόνο. Ολοι μιλάμε για την εξέλιξή μας μέσα στα χρόνια, για ωρίμανση, αλλά κατά βάθος οι εμμονές και τα ερεθίσματα είναι τα ίδια. Απλώς μπορεί το περιτύλιγμα, η φόρμα, το στιλ να αλλάζουν. Οι βαθύτερες φοβίες, η ηδονή που σου προκαλεί το σινεμά παραμένουν αμετάβλητα. Κι αυτό τρομάζει λίγο. Τρομάζει και ερεθίζει. Τρομάζει, γιατί αντιλαμβανόμαστε πόσο είμαστε προκαθορισμένοι, αν θες να το δεις ψυχαναλυτικά. Ερεθίζει, γιατί όλο αυτό είναι και μια πολύ ενδιαφέρουσα πάλη.
Είναι έτοιμος να περάσει σε μία νέα φάση στη δουλειά του;
Ναι, θα ήθελα να κάνω νέα πράγματα. Ειδικά τώρα που κοίταξα συνολικά πίσω στο παρελθόν, νιώθω έτοιμος. Αυτό τελικά μου επέτρεψε αυτή η μεγάλη ευκαιρία που μου έδωσε ο Δημήτρης. Αρχικά πρέπει να σας ομολογήσω ότι ήμουν αρνητικός στην πρότασή του, ή μάλλον διστακτικός. Αλλά τώρα συνειδητοποιώ ότι αυτή «η σούμα» είναι ωραίο πράγμα. Βγάζεις τις αποσκευές σου και τις κοιτάς. Από εδώ και πέρα σκέφτομαι ότι θέλω να αλλάξω πολλά. Ακόμα και τη θεματολογία μου. Δεν θέλω πλέον να χαρακτηρίζομαι ως σκηνοθέτης που καταπιάνεται με το περιθώριο ή το μεταναστευτικό ζήτημα. Αυτή τη στιγμή την Ευρώπη συνταράσσουν άλλα κοινωνικοπολιτικά και οικονομικά θέματα. Εχουμε πάρα πολλά ερεθίσματα ως δημιουργοί. Κάτι που φοβάμαι ότι είναι πάρα πολύ καλό για την Τέχνη, αλλά όχι για τις κοινωνίες.
Υπάρχει μία στιγμή στην καριέρα του που ένιωσε ότι βρήκε το στιλ του;
Ναι, όλοι λένε ότι με την «Μια Θέση στον Ηλιο» το κοινωνικό σινεμά που ήθελα να κάνω και η φόρμα να το κάνω βρήκαν μία κοινή έκφραση. Αυτό ήταν το «the moment» μου. Η στιγμή της ώσμωσης όλων όσων θέλεις να πεις και του ύφους σου. Ομως αυτή η στιγμή τελειώνει. Μετά, η πορεία του δημιουργού πρέπει να έχει στόχο να βρει την επόμενη στιγμή. Αυτό είναι το ενδιαφέρον, η εξέλιξη. Να παραμείνεις στο όποιο στιλ σου είναι τέλμα. Βαλτώνεις. Και καθώς παλιά ήμουν του ευκαιριακού έρωτα, μου αρέσει και κινηματογραφικά το περιστασιακό, το εφήμερο. Οπότε θέλω να προχωρώ. Η σταθερότητα είναι ωραία, αλλά το εφήμερο έχει γοητεία.
Ποια είναι η ματιά του για το σινεμά;
Για να είμαι ειλικρινής θα σας ομολογούσα ότι δεν ήθελα πάντα να είμαι κινηματογραφιστής. Επιθυμούσα να είμαι ζωγράφος ή αρχιτέκτονας. Ηρθαν έτσι τα πράγματα και σπούδασα Οικονομικά, Ιστορία. Βρέθηκα στο σινεμά κι έμεινα εκεί. Για μένα το σινεμά είναι βλέμμα και είναι ίδιο είτε γυρίζεις με Super 8, είτε με μία ψηφιακή RED κάμερα. Είναι ακριβώς το ίδιο, γιατί το κίνητρό μου είναι το ίδιο: προσπαθώ να πιάσω τη στιγμή, το κάδρο. Αυτός είναι ο καημός του μη ζωγράφου, ο συμβιβασμός για όσους δεν έχουν τη δεξιότητα να ζωγραφίσουν. Ο περισσότερος κόσμος δεν καταλαβαίνει ότι μία ταινία είναι μία δημιουργία. Και δημιουργία δεν είναι μόνο μία ταινία με αφήγηση και γραμμική εξέλιξη, αλλά και πράγματα απόλυτα εικαστικά που λειτουργούν σε επίπεδο εικόνων. Αυτή η παράδοση του avant garde σινεμά δεν είναι απόλυτα εδραιωμένη στην Ελλάδα, αλλά αυτό το είδος του εικαστικού κινηματογράφου είναι οι αρχές μου, από εκεί προήρθα.
Για την εμπειρία να μοντάρει από την αρχή το Man at Sea
Μια ταινία είναι σαν ανοιχτή σελίδα. Παίρνεις μια γόμα, σβήνεις, προσθέτεις. Αυτή η ταινία με έχει ταλαιπωρήσει. Την έχω ήδη ξαναμοντάρει και τώρα που θα την πάρει ένας άλλος παραγωγός, θα γίνουν κι άλλες εξελίξεις - θα αλλάξει το πρώτο μισάωρο ώστε να είναι πιο διάφανα τα κίνητρα του καπετάνιου και της γυναίκας του. Ηταν λάθος η εμπλοκή μου σε μια σεναριακή αφήγηση που δεν μου ταίριαζε καθόλου. Μετά πλάκωσε η κρίση στην Ελλάδα και τα γυρίσματα έγιναν δύσκολα, με μεγάλη χρονική πίεση. Ηταν μία ιδιόρυθμη εμπειρία αυτή η ταινία. Εχω εξαντληθεί, έχω ξεπεράσει τα όρια της κόπωσης. Θα ήθελα να το αναλάβει κάποιος άλλος. Πρέπει όμως να σταθώ και στα καλά: στην εντυπωσιακή αφοσίωση των ερασιτεχνών - παιδιών που είτε δεν είχαν δουλειά, ή ερχόντουσαν για πρόβα το βράδυ μετά τις οικοδομές και τα έδιναν όλα. Κι όσο για τους επαγγελματίες... Επιτρέψτε μου μία ειδική μνεία στον Αντώνη Καρυστινό και την ολόψυχη ερμηνεία του. Θέλω πραγματικά να τον ευχαριστήσω, από την καρδιά μου.
Για το πόσο δύσκολο είναι να κάνει κανείς σινεμά στην Ελλάδα και πώς βρίσκει κανείς το πάθος να συνεχίζει
Δεν ξέρεις και τι άλλο να κάνεις. Κάποια στιγμή βαριέσαι αφόρητα – και τον χώρο και τον ίδιο σου τον εαυτό σου. Αλλά πρέπει να βρεις και τη δύναμη να συνεχίσεις. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι παθιασμένος με το κινηματογράφο. Είναι κάτι που μου συνέβη και μου συμβαίνει. Αν μπορούσα να αλλάξω καριέρα και εμμονή ευχαρίστως. Γιατί δεν νομίζω ότι μπορείς να είσαι ήρεμος κι ευτυχισμένος όταν ασχολείσαι με το σινεμά. Οι υπόλοιποι άνθρωποι είναι πολύ πιο ήρεμοι κι ευτυχισμένοι.
Μπορεί όμως να φανταστεί τον εαυτό του να κάνει κάτι άλλο;
Οχι. Αλλά θα ήθελα να επιστρέψω σε μια μορφή που θα θυμίζει τις πρώτες ταινίες μου. Σ' ένα σινεμά πολύ πιο μαζεμένο και προσωπικό. Με μία 7D ή 5D που να είναι σαν Super 8 και το αποτέλεσμα να είναι πιο προσωπικό και υπό τον απόλυτο ελεγχό μου. Να κάνω σινεμά χωρίς να μπαίνω σε διαδικασίες χρηματοδότησης, παραγωγής, τριβές με επιτροπές - όλα αυτά τα ψυχοφθόρα. Η δουλειά με ερασιτέχνες, η κινηματογράφηση, το μοντάζ είναι στιγμές ηδονής. Το περιτύλιγμα όμως, αυτό το προφυλακτικό από πάνω, είναι κάτι το ασύλλυπτα ψυχοφθόρο. Σαδομαζοχιστή εμπειρία.
Κάποτε είχε συγκρίνει τον εαυτό του με ηδονοβλεψία...
Το είπα λίγο για πλάκα, να προκαλέσω. Ο ηδονοβλεψίας κοιτάει με μία αίσθηση κρυφής και διεστραμμένης χαράς – εκείνη που δεν μπορεί δημόσια να ομολογήσει ως χαρά. Ζει σε ένα λυκόφως ενοχής. Εγώ δεν έχω καμία ενοχή. Μου αρέσει η παρατήρηση. Παρατηρώ καθημερινά, τις εκφράσεις, τις χειρονομίες των ανθρώπων και μπορεί να τις ενσωματώσω σ' έναν μελλοντικό μου χαρακτήρα. Θα τις κρατήσω στον σκληρό δίσκο και θα τις χρησιμοποιήσω στο μέλλον. Αυτή η παρατήρηση είναι το οξυγόνο ενός δημιουργού.
Για το «Kalashnikov», την νέα του ταινία
Θα ξαναδουλέψω με την ομάδα της «Ακρης της Πόλης» - τον Διονύση Σαμιώτη και την Μαρία Πάουελ. Αυτή την νέα ταινία τη βλέπουμε σαν μία απάντηση στην «Ακρης της Πόλης» χωρίς τη naïveté, την αφέλεια της τότε εποχής. Τώρα ζούμε άλλες συγκυρίες: τη βία που διακατέχει όλα τα στρώματα της κοινωνίας – από τους αστούς μέχρι το περιθώριο. Αυτή η λατρεία της βίας που έχει κυριέψει την ελληνική κοινωνία χρειάζεται μία κινηματογραφική απεικόνιση. Συγκέντρωσα ιστορίες που διαβάζουμε και είναι σοκαριστικές - και λόγω των ηλικιών των δραστών, αλλά και γιατί η βία δεν εκφράζεται με πέτρες, γροθιές ή μαχαίρια, αλλά με εξελιγμένα όπλα. Για αυτό και ο τίτλος της ταινίας είναι «Kalashnikov». Βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή την εξέλιξη για τη χώρα, γιατί μιλάμε για την Ελλάδα που έμοιαζε να είχε γλιτώσει - δεν είχε μπει στη δίνη των Βαλκανίων, στην ισοπέδωση της Ανατολικής Ευρώπης. Ομως σήμερα συνειδητοποιούμε πόσο εύθραστη ήταν και η Ελλάδα. Τα τελευταία δύο χρόνια αποκαλύφθηκαν τα σαθρά της θεμέλια.
Για την επιτυχία της νέας γενιάς Ελλήνων κινηματογραφιστών
Ναι δεν είμαι πια μόνος εναντίον όλων. Υπάρχουν άπειροι. Από νέα παιδιά που κάνουν τώρα το ντεμπούτο τους, μέχρι και λίγο παλιότερους, κινηματογραφιστές που είχαν κάνει μία ταινία δέκα χρόνια πριν και τώρα ωριμάζουν κι αναγνωρίζονται - ο Πάνος Χ. Κούτρας, ο Φίλιππος Τσίτος, η Αθηνά Τσαγγάρη, ο Γιώργος Λάνθιμος. Είναι τέλειο αυτό που συμβαίνει. Είμαι σίγουρος ότι θα έρθουν κι άλλοι νεότεροι - σημερινοί 25άρηδες, 30άρηδες. Είναι πολύ ελπιδοφόρο αυτό που γίνεται, αλλά ταυτόχρονα με κάνει και αναρωτιέμαι: την εποχή του 80 και 90 πόσο ταλέντο άραγε πήγε χαμένο με τους σαθρούς μηχανισμούς, τα συνδικαλιστικά, τις λάθος προσεγγίσεις του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, τις πολιτικές εμπλοκές. Το βλέπεις και στο φεστιβάλ, όπου ο κόσμος φέτος βλέπει κι ευχαριστιέται ταινίες, δεν αναλώνεται με ίντριγκες.
Το αφιέρωμα του 52ου Διεθνούς Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στον Κωνσταντίνο Γιάνναρη συνεχίζεται μέχρι και την Κυριακή 13 Νοεμβρίου
Δείτε τον Κωνσταντίνο Γιάνναρη να μιλάει για όλο του έργο στο Flix