«Το πρώτο σπιτάκι που βλέπουμε στην άκρη του βουνού, ήταν το σπίτι του Αλαν Μπέιτς. Τα εξωτερικά έγιναν εκεί. Ακριβώς μπροστά γυρίστηκε ο χορός».
Ο Λευτέρης Λαμπράκης, Χανιώτης ηθοποιός και συλλέκτης και στενός συνεργάτης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων, μας δείχνει το σπίτι που χρησιμοποίησε ο Μιχάλης Κακογιάννης το 1964 ως οικία του καζαντζακικού «Αλέξη Ζορμπά». Είμαστε στον Σταυρό Ακρωτηρίου, μπροστά στη φυσική λιμνοθάλασσα που χωρίζει το λιμανάκι της Γαλήνης από το βουνό Βάρδιες, απέναντι. «Δεν υπήρχε τίποτα εδώ», τονίζει. Τώρα το λιμανάκι έχει αναπτυχθεί, είναι αγαπημένος προορισμός χιλιάδων λουόμενων και τουριστών. Μαγαζιά, ταβέρνες, καφετέριες. Είμαστε πάντως τυχεροί. Είναι δυο-τρεις μέρες που έχουν μαζέψει ξαπλώστρες και κλειδώσει κιόσκια. Μόλις λίγες δεκάδες εκδρομείς κόβουν βόλτες στην αμμουδιά, και μπορούμε να φανταστούμε λίγο καλύτερα έστω για το πώς ήταν τούτος ο τόπος πριν την επέλαση της εκμετάλλευσης.
Βέβαια, στη φαντασία μας βοηθούν και εικόνες που έχουμε φρέσκες από το ντοκιμαντέρ «Walter Lassaly, ο Πλανόδιος Οπερατέρ». Η ωριαία προσωπογραφία του Προκόπη Δάφνου, που μόλις παρακολουθήσαμε στο Πολιτιστικό Κέντρο της Ενορίας Κουνουπιδιανών παρουσία του σκηνοθέτη και, μεταξύ άλλων, του διευθυντή του Φεστιβάλ Χανίων Ματθαίου Φραντζεσκάκη και μελών της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων του Νίκου Καζαντζάκη, περιέχει παλλόμενο αρχειακό υλικό από το Ακρωτήρι του ‘60, το σχεδόν ερημικό, που έγινε το φυσικό πλατό για την κινηματογραφική διασκευή του μυθιστορήματος «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά». Ο φακός πηγαινοέρχεται στον χρόνο, με τον θρυλικό διευθυντή φωτογραφίας Γουόλτερ Λάσαλι, το υποκείμενο του φιλμ, να ξετυλίγει σταθμούς στη ζωή και το έργο του σε συνεντεύξεις που απλώνονται από το ασπρόμαυρο του τότε μέχρι το έγχρωμο της δεκαετίας του 2000 και λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του στα Χανιά, όπου ζούσε τις τρεις σχεδόν τελευταίες δεκαετίες της ζωής του.
«Ηρθε εδώ [στον Σταυρό] το 1992, με τη σύντροφό του Νάντια, η οποία πέθανε μετά από μερικά χρόνια από καρκίνο», συνεχίζει ο φίλος του Λευτέρης Λαμπράκης, που πρωτογνώρισε τον Λάσαλι το 2001 με αφορμή μια συνέντευξη. «Οικογένεια δεν είχε, μόνο τέσσερα σκυλάκια. Και υποσχέθηκε στη Νάντια που έφυγε ότι αυτός θα συνεχίσει να μένει εδώ. Ήταν ένας ιδιαίτερος άνθρωπος. Ξεκινήσαμε τη συνέντευξη στη «Χριστιάνα», το περίφημο εστιατόριο που είχε και το Οσκαρ του, το οποίο δυστυχώς κάηκε μαζί με το μαγαζί. Χαράματα εδώ, και μετά στο δωμάτιο που έμενε, τελείως μοναστικό, όπου είχε μόνο τα προσωπικά του αντικείμενα. Τίποτα άλλο, παρά μια πολυθρόνα κι ένα καναπεδάκι. Δεν ήταν ένα σπίτι επανδρωμένο. Και φυσικά μια τηλεόραση που ήταν το πιο αγαπημένο του μέσο εκείνη την εποχή, γιατί είχε μια μεγάλη συλλογή από βιντεοκασέτες, από δουλειές του κι από δουλειές που εκτιμούσε. Και διοργάνωνε σαββατιάτικα σουαρέ καλώντας φίλους εκ περιτροπής, βλέπανε ταινίες και μετά συζητούσανε γι’ αυτές. Ήταν νομίζω ευτυχισμένος μ’ αυτό τον τρόπο ζωής».
«Είχε ένα μπαούλο που είχε μέσα τα άλμπουμ του, αποκόμματα, προγράμματα, φωτογραφίες. Αυτή ήταν η περιουσία του Γουόλτερ. Δε συμμάζευε το αρχείο του. Και θυμάμαι ότι όταν κουράστηκε το μεσημέρι με άφησε, πήγε παραμέσα και κοιμήθηκε. Εγώ καθόμουν κι έψαχνα το αρχείο εκεί, μέσα στην τρελή χαρά. Μετά ξύπνησε, συνεχίσαμε, πήγε αργά το βράδυ, φάγαμε εδώ στη Χριστιάνα. Αυτή ήταν η πρώτη μας συνάντηση», θυμάται ο κ. Λαμπράκης, με τη συνδρομή του οποίου το φετινό Φεστιβάλ Χανίων ξετύλιξε τρεις εντυπωσιακές εκθέσεις στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων, «Τα Χανιά μέσα από τα μάτια του Walter Lassally», «Από τα Χανιά στην Χολλυγούνδη» και «Στέλλα, γυναίκα ελεύθερη», με τις δυο τελευταίες να συνοδεύονται κι από ομότιτλες εκδόσεις με την υπογραφή του ερευνητή και συλλέκτη.
«Το ορυχείο ήταν εκεί πάνω», μας λέει ο κ. Λαμπράκης, συνεχίζοντας να μας ξεναγεί στο επιβλητικό τοπίο που αντικρίζουμε. Δείχνει τη μεγάλη εσοχή δεξιά στο βουνό Βάρδιες, εκεί που οι συντελεστές του «Ζορμπά» πάλεψαν να στήσουν την περίφημη σκηνή με το αυτοσχέδιο τελεφερίκ για τα κούτσουρα. «Είχαν ταλαιπωρηθεί πολύ με το γύρισμα της σκηνής. Δε γινόταν με τίποτα. Ο Κακογιάννης εκνευρίστηκε κι έφυγε. Κι άφησε τον Γουόλτερ και τον Νίκο Καβουκίδη να τη διεκπεραιώσουν. Μάλιστα είχαν φέρει άνθρωπο από την Ιταλία για στο στήσιμο της σκηνής, να τους βοηθήσει με τα υποστυλώματα και τη ροή. Με το που τα στήνανε όμως έπεφτε, από αστάθεια. Έτσι αγχώθηκε ο Κακογιάννης, δεν άντεχε την αποτυχία, κι αποχώρησε. Κι ανέλαβαν ο Καβουκίδης και ο Λάσαλι».
«Κι ο Γιώργος Κοσμάτος!», ακούγεται μια φωνή από την παρέα. Είναι ο Νίκος Καβουκίδης αυτοπροσώπως. Ο βετεράνος οπερατέρ, μοντέρ και σκηνοθέτης, ζωντανός θρύλος της εθνικής μας κινηματογραφικής ιστορίας, που είχε δουλέψει πριν 55 χρόνια στην ταινία του Κακογιάννη ως δεύτερος βοηθός σκηνοθέτη. Πρώτος βοηθός ήταν πράγματι ο 23χρονος τότε Τζορτζ Κοσμάτος, ο μετέπειτα σκηνοθέτης του «Περάσματος της Κασσάνδρας», της «Απόδρασης στην Αθήνα» και του «Ράμπο 2: Η Αποστολή». Η διόρθωση ήταν απαραίτητη.
Το Φεστιβάλ Χανίων τίμησε πολλαπλά φέτος τον κ. Καβουκίδη. Ένα απόσπασμα του ιστορικού του ντοκιμαντέρ «Μνήμες» προβλήθηκε, σε masterclass του ιδίου, για μαθητές δημοτικού, στο πλαίσιο των εντατικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων του φεστιβάλ –ίσως η πιο ψαγμένη και δημιουργική δράση της διοργάνωσης. Προβλήθηκε επίσης, στο κυρίως πρόγραμμα, και το «Νίκος Καβουκίδης – Η δύναμη της εικόνας», προσωπογραφικό ντοκιμαντέρ για τον βίο και το έργο του, σε σκηνοθεσία του μαθητή του, του οπερατέρ Μενέλαου Κυρλίδη. Όπως μαθητής του ήταν και ο Προκόπης Δάφνος, ο οποίος αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην 60χρονη συμβολή του στο ελληνικό σινεμά μετά την προβολή του ντοκιμαντέρ «Walter Lassaly, ο Πλανόδιος Οπερατέρ».
Ομως όλα τα παραπάνω συνέστησαν μονάχα ένα κομμάτι του 7ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων, που ολοκλήρωσε τις εργασίες του την περασμένη Παρασκευή ανανεώνοντας το ραντεβού του με τους Κρητικούς –και όχι μόνο- σινεφίλ για το 2020. Πάνω από 150 ελληνικές και ξένες ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους παρέλασαν από τις δύο αίθουσες του Πνευματικού Κέντρου, πολλές παρουσία των συντελεστών τους, που όχι μόνο κουβέντιαζαν με το κοινό μετά το πέρας της προβολής, αλλά και το έβαζαν στο κλίμα από πριν ραδιοφωνικά, δια του δημοφιλέστερου στο νησί μουσικού σταθμού Δίκτυο FM (που εξέπεμπε ζωντανά απ’ έξω, στην αυλή του Κέντρου, σε καθημερινή prime time βάση) και του παραγωγού Παναγιώτη Ορφανίδη. Χώρια τα απανωτά masterclass και βιωματικά εργαστήρια. Αρκεί να θυμηθούμε εκείνο του ηθοποιού Αρη Σακελλαρίου, που έβαλε ακροατές του να διασχίζουν την αίθουσα αλλάζοντας διαρκώς το leading center τους, δηλαδή το σημείο του σώματος όπου χρειάζεται να συγκεντρώνεσαι ανάλογα με τις εκάστοτε διαθέσεις του χαρακτήρα που υποδύεσαι, με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Ξεκινώντας το masterclass, ο Ακης Σακελλαρίου έκανε έναν ουσιαστικό διαχωρισμό στους τρόπους ερμηνείας ενός ρόλου. Από μέσα προς τα έξω, που προϋποθέτει ψυχολογισμό του χαρακτήρα που καλείσαι να παίξεις και εσωτερική αναζήτηση και δημιουργία συναισθημάτων ανάλογα με τις δοθείσες στο κείμενο συνθήκες. Και από έξω προς τα μέσα, δηλαδή η ερμηνεία της σχολής του Actors Studio και της Μεθόδου. Προκειμένου για το Φεστιβάλ Χανίων, μια από τις πιο δραστήριες και φιλόξενες σινε-γιορτές της χώρας μας, θα λέγαμε μεταφορικά πως μας μεταδίδει το «ήθος» μιας κινηματογραφικής διοργάνωσης και με τους δύο τρόπους.