Πρώτος μας υποδέχθηκε ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Ο Τζάστιν Κερσέλ, ο Αυστραλός κινηματογραφιστής που σάρωσε τα φεστιβαλικά βραβεία με το «Snowtown Murders», υπογράφει την τελευταία ταινία του φετινού διαγωνιστικού του 68ου Διεθνούς Φεστιβάλ των Καννών. Το «Macbeth» είναι μία σύγχρονη αλλά κλασική, ωμά βίαιη αλλά κι εγκεφαλικά υπερφυσική κινηματογραφική διασκευή του διάσημου σαιξπηρικού δράματος για τον Βασιλιά της Σκωτίας που αυτοκαταστράφηκε από την μεγαλομανία και τη φιλοδοξία του.
Διαβάστε εδώ την κριτική του Flix για το «Macbeth» του Τζάστιν Κερσέλ
«Αυτή η μεγαλομανία κάνει το έργο διαχρονικά επίκαιρο, προκλητικό, ενδιαφέρον» μάς είπε ο Κερσέλ. «Ο ίδιος ο σαιξπηρικός λόγος, τόσο εύστοχος, τόσο καυστικός, τόσο επώδυνος καυτηριάζει την ανθρώπινη αλαζονεία, το αχόρτογό μας είναι. Ο Σαίξπηρ χρησιμοποιεί τη γλώσσα ως όπλο. Για αυτό και δεν θέλαμε να την πειράξουμε, να την αλλάξουμε. Αποκτά άλλη ενέργεια ένα μοντέρνο κείμενο. Και ποτέ κανείς δεν μπορεί να κάνει, ακόμα και την πιο τέλεια απόδοση, να ακουστεί με τη βαρύτητα και τη μεστότητα των λόγων του Σάιξπηρ...»
«Το ίδιο το έργο σε τρομάζει και σε ενθουσιάζει ταυτόχρονα» μάς απάντησε ο Μάικλ Φασμπέντερ για το κατά πόσο η αναμέτρησή του με έναν τόσο εμβληματικό ήρωα τον φόβισε. «Ομως ο φόβος δεν μου ταιριάζει. Δεν νομίζω ότι μάς πάει μπροστά. Αντιθέτως, το να αποδέχεσαι την πρόκληση να συγκρουστείς με το φόβο σου σε ωριμάζει συνεχώς σε αυτή τη δουλειά. Εκανα την έρευνά μου βλέποντας τις παλιότερες κλασικές ταινίες, διάβασα όσες αναλύσεις του ήρωα έπεσαν στα χέρια μου, αλλά κάποια στιγμή τα πέταξα όλα από το παράθυρο. Επρεπε να βρω τη δική μου φωνή....»
Δείτε ακόμα: Πρώτα κλιπ από το «Macbeth»
«Οχι, όχι δεν είδα τίποτα» είπε γελώντας η Μαριόν Κοτιγιάρ. «Κι αυτό γιατί τα έχω δει τόσες πολλές αποδόσεις στο παρελθόν, κινηματογραφικές και θεατρικές. Τεράστιες ηθοποιούς που έχουν παίξει αυτό τον τεράστιο ρόλο και έδωσαν τεράστιες διαστάσεις στην δική μου ανασφάλεια. Ξέρετε, ταινίες, θεατρικά, ρόλοι οταν γράφουν ιστορία, δεν τα ξεχνάς. Οπως δεν τα ξεχνάει και το κοινό. Κι όταν έρχεται η ώρα να πρέπει να δοκιμαστείς μαζί τους, ακόμα κι εσύ η ίδια λες "Μα που πάω; Λαίδη Μάκβεθ είναι μόνο η Tζούντι Ντεντς! Τι πάω να κάνω;»
Η Κοτιγιάρ ομολόγησε πώς αυτός ήταν ο πιο δύσκολος ρόλος στην καριέρα της. «Οχι, όχι λάθος το διατυπώνω. Δεν μου αρέσει να εστιάζω στη ''δυσκολία''. Ολες οι ηρωίδες μου με παίδεψαν, όλες μου αντιστάθηκαν, όλες έπρεπε να αγωνιστώ για να τις βρω μέσα μου. Ομως η Λαίδη Μάκβεθ κουβαλά μία ιδιαίτερα βαριά σκοτεινιά που αγωνίστηκα να ξεπεράσω. Να την καταλάβω, να την προσπεράσω, να βρω την γυναίκα, την μητέρα, τη σύζυγο. Είμαι μητέρα πλέον - δεν μπορώ να κουβαλώ τα σκοτάδια των ρόλων όταν γυρίζω το κλειδί στην πόρτα του σπιτιού μου το βράδυ. Και με την Λαίδη Μακβέθ δεν πέρασα καλά. Μου ήταν αδύνατον να την αφήνω πίσω στο σετ. Σπάραξα...»
Ο Φασμπέντερ γέλασε στην ερώτησή μας αν θεωρεί πιο απαιτητικές τις σωματικές απαιτήσεις ενός ρόλου (είτε στο ''Hunger'' είτε στα πεδία μάχης του ''Macbeth'') ή αν οι εγκεφαλικές στιγμές που δοκιμάζει και δοκιμάζεται με το κείμενο, τις παύσεις και τις σιωπές του είναι εκείνες που θέλουν πιο πολύ δουλειά. «Ολα με δυσκολεύουν. Ολα πρέπει να τα αναθεωρώ και να τα αποδομώ, πειραματιζόμενος. Για μένα τον πρώτο λόγο έχει ο σκηνοθέτης μου. Αυτός με εμπνέει, αυτός με καθοδηγεί. Μου αρέσει να χάνω τον έλεγχο και να γίνομαι πιόνι. Να ξέρω ότι πρέπει να βουτήξω με το κεφάλι, γιατί έχω εμπιστοσύνη στο όραμα ενός καλλιτέχνη που μου ζητά να το κάνω. Γυρίζω την μία ταινία μετά την άλλη, 8 χρόνια τώρα. Ετσι όμως αναπνέω - στο σετ, στον αγώνα να βγει η σκηνή, ανάμεσα στα κινηματογραφικά συνεργεία που βουίζουν γύρω μας, μαζί με τους συμπρωταγωνιστές μου βρίσκω και τη δική μου φωνή. Είναι χημεία η δουλειά μας. Δεν ξέρω τι με δυσκολεύει. Ολα με δυσκολεύουν. Τίποτα δεν με δυσκολεύει...»
Θα διαβάσετε ολόκληρες τις συνεντεύξεις του σκηνοθέτη και των πρωταγωνιστών του «Macbeth» όταν η ταινία βγει στις αίθουσες από την Spentzos / Seven Films.