Πριν το MCU δείξει τη δική του εμμονή με το multiverse, διάφοροι φυσικοί είχαν αρχίσει να αναπτύσσουν τις δικές τους θεωρίες γύρω από παράλληλα σύμπαντα και πολλαπλές πραγματικότητες. Μια τέτοια αναζήτηση φαίνεται πως εξερευνά και η ταινία του Τιμ Κρούγκερ «Η Θεωρία του Σύμπαντος», η οποία όμως όσο και αν φαίνεται συναρπαστική στη θεωρία της, καταλήγει σε κάτι το κινηματογραφικά άτοπο.

Σε ένα επιστημονικό συνέδριο φυσικής στις Aλπεις, ένας νεαρός φοιτητής προσπαθεί να ολοκληρώσει τη διπλωματική του γύρω από μια προκλητική θεωρία για την ύπαρξη παράλληλων πραγματικοτήτων, ενώ παράξενα φαινόμενα γύρω του μοιάζουν να την επιβεβαιώνουν: δυσοίωνες φιγούρες, αλλόκοτοι σχηματισμοί νεφών στον ουρανό, ανεξήγητοι θάνατοι και σωσίες.

Ο Κρούγκερ προσπαθεί να δημιουργήσει μια φιλόδοξη και οπτικά επιβλητική ταινία που συνδυάζει στοιχεία θρίλερ, μυστηρίου και επιστημονικής φαντασίας, μέσα σε μια ατμόσφαιρα απομόνωσης και αγωνίας που ενισχύει τη θεματική της επιστημονικής αναζήτησης και της μεταφυσικής αβεβαιότητας. Δεν είναι πως ο Κρούγκερ δεν ξέρει το πως να τα αξιοποιήσει όλα αυτά και τα αμβλύνει χρησιμοποιώντας μια ασπρόμαυρη Cinemascope κινηματογράφηση, παίρνοντας πολλά στοιχεία από ταινίες του Χίτσκοκ και του Κιούμπρικ.

Αλλά η έμφαση στο στυλ είναι το μόνο που κερδίζει την προσοχή σου αφήνοντας τη συνολική πλοκή να χάνεται μέσα σε αδιάφορες τροπές και θεωρίες που κάνουν την κβαντική φυσική να μοιάζει περισσότερο κατανοητή, επισκιάζοντας έτσι την όποια συναισθηματική σύνδεση με τους χαρακτήρες και το αφηγηματικό βάθος. Θέλοντας να μιλήσει για την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης αναζήτησης για κατανόηση, εξερευνά την λεπτή γραμμή μεταξύ επιστημονικής γνώσης και μεταφυσικής αβεβαιότητας. Η ιστορία προχωρά μέσα από έναν κύκλο ερωτήσεων για το τι είναι πραγματικό και τι όχι, άλλα χωρίς όμως να σου κεντρίζει το ενδιαφέρον, αφήνοντας σε μετέωρο σε ένα κενό κάπου ανάμεσα στο κοσμικό θρίλερ και στο υπερβατικό love story.

Ακόμα και αν η ταινία δεν καταφέρνει να ισορροπήσει τέλεια σε όλα αυτά που θέλει να πει, χάνοντας τον εαυτό της πολλές φορές μέσα σε μια πλοκή που γίνεται πιο ακατανόητη κι από την κβαντική φυσική, υπάρχουν στιγμές που σου προκαλεί ένα αίσθημα κοσμικού δέους. Αλλά όπως και σε πολλούς τομείς της φυσικής εξάλλου, φεύγεις με περισσότερα ερωτηματικά παρά πραγματικές απαντήσεις.