Βασισμένη στα αληθινά γεγονότα, αυτή είναι η ιστορία της θρυλικής διαμάχης του εφευρέτη Τόμας Εντισον και του επιχειρηματία Τζορτζ Γουέστινγκχαουζ (με την κομβική παρεμβολή και του Νίκολα Τέσλα) για το ποιος εφηύρε το φως - ή, πιο σωστά, την πατέντα της ηλεκτροδότησης στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο Εντιστον ήταν πιουρίστας, επιστήμονας κι ασυμβίβαστος και βρήκε τον τρόπο να παρέχει συνεχές ρεύμα (ασφαλές, αλλά ακριβό). Ο Γουέστινγκχαουζ ανταγωνιστκός, επίμονος, έξυπνος μπήκε στη μάχη προτείνοντας το φθηνότερο εναλλασσόμενο. Και οι δύο ευφυείς οραματιστές, αλλά μπροστά στον ανταγωνισμό, και οι δύο αδίστακτοι. Ποιος κέρδισε και με τι τίμημα;

Η κόντρα δύο πεισμωμένων πρωτοπόρων, σε μία Αμερική που μέσα από τη γέννηση της βιομηχανικής επανάστασης ξυπνούσε και η επιστήμη αλλά κι ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός, θα έπρεπε να είναι ένα ηλεκτρισμένο δράμα - γεμάτο ενέργεια κι ένταση. Το γεγονός ότι τους πρωταγωνιστικούς ρόλους ερμηνεύουν δύο από τους πιο αξιόλογους πρωταγωνιστές της εποχής μας, ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς κι ο Μάικλ Σάνον, θα έπρεπε να βάζει φωτιά στην οθόνη.

Δυστυχώς όμως, βραχυκύκλωμα. Το δράμα εποχής του Αλφόνσο Γκόμεζ-Ρεγιόν («Me and Earl and the Dying Girl»), αν και το φωτίζει ο διευθυντής φωτογραφίας του Παρκ Τσαν-γουκ, Τσανγκ Τσανγκ-χουν δεν απογειώνεται ποτέ σε κάτι συναρπαστικό. Παραμένει παραδόξως αφηγηματικά αδιάφορο, φλατ, επαναληπτικό, ανούσια φασαριόζικο.

Ο πάντα ανθρωποκεντρικός Γκόμεζ-Ρεγιόν προσπαθεί να μην σπαταλήσει τόσο ταλέντο και να δώσει ουσία στην ιστορία. Κι έχει ενδιαφέρον το πόσος ναρκισισμός μπορεί κρύβεται στην κόντρα δύο genius ανθρώπων, αλλά αυτό δυστυχώς δεν φτάνει για να ηλεκτροδοτήσει ολόκληρη την ταινία.

Μπορεί να φταίει ότι ο σεναριογράφος Μάικλ Μίτνικ («Ο Φύλακας της Μνήμης») το είχε αρχικά οραματιστεί ως μιούζικαλ (αλά «Χάμιλτον»). Ή ότι η ταινία μπλέχτηκε στο σκάνδαλο Γουάινστιν - διαβόητα εκείνος μπήκε στα μοντάζ κι έκανε κοψίματα, όταν έσκασαν οι κατηγορίες εναντίον του και ξέμεινε μισοτελειωμενη δυο χρόνια στα ράφια.

Το αποτέλεσμα πάντως μοιάζει με φωταγωγημένο σπίτι, όπου όλοι λείπουν.