Το στούντιο της DreamWorks Animation, εκτός από την υπέροχη τριλογία του «Πώς Να Εκπαιδεύσετε τον Δράκο Σας», τα τελευταία χρόνια πασχίζει να κάνει μια ταινία η οποία, έστω και λίγο, να μπορέσει να ανταγωνιστεί εκείνες της Disney και της Pixar.

Ταινίες όπως o «Αρχηγός από Κούνια» και τα «Trolls», αν και βρήκαν κάποια επιτυχία στο box office, δεν κατάφεραν πραγματικά να ξεχωρίσουν και να εντυπωσιάσουν.

Η νέα τους ταινία, «Τα Κακά Παιδιά», έρχεται ακριβώς πάνω στη σωστή στιγμή και με τον επιτακτικό αέρα της αλλαγής που χρειάζονταν το στούντιο, τόσο στον τρόπο του animation όσο και στις ιστορίες που θέλει να πει, δίνοντάς μας μια από τις πιο διασκεδαστικές τους ταινίες των τελευταίων ετών - αν και χωρίς αυτό το κάτι παραπάνω.

Βασισμένη στη διάσημη σειρά βιβλίων του Ααρον Μπλάμπεϊ, η ταινία αφηγείται τις περιπέτειες μιας διαβόητης παρέας πέντε φίλων που αποτελείται από τον επιτήδειο πορτοφολά Κύριο Λύκο, τον έμπειρο διαρρήκτη χρηματοκιβωτίων Κύριο Φίδι, τον χαλαρό άρχοντα της μεταμφίεσης Κύριο Καρχαρία, τον ευέξαπτο νταή Κύριο Πιράνχα και την ετοιμόλογη, ευφυή χάκερ Κυρία Ταραντούλα. Μαζί, τα «Κακά Παιδιά», όπως είναι το παρατσούκλι τους, οργανώνουν εντυπωσιακές ληστείες και πάντα καταφέρνουν να ξεγλιστράνε, γι’ αυτό και βρίσκονται στην κορυφή της λίστας με τους πιο καταζητούμενους κακοποιούς. Αυτό όμως θα αλλάξει. Γιατί έπειτα από αμέτρητες επιτυχημένες διαρρήξεις μέσα στα χρόνια, η συμμορία τελικά συλλαμβάνεται και ο Κύριος Λύκος κάνει μια συμφωνία (την οποία δεν έχει πρόσθεση να τηρήσει) προκειμένου να γλιτώσουν τη φυλακή: Τα Κακά Παιδιά θα γίνουν Καλά!

«Σε αυτόν τον κόσμο οι μισοί φοβούνται και οι άλλοι μισοί είναι εκείνοι που τους φοβίζουν.»

Μέσα σε αυτή εδώ τη φράση που ακούγεται κάποια στιγμή στα «Κακά Παιδιά», κρύβεται ολόκληρο το νόημα της πρώτης μεγάλης ταινίας του σκηνοθέτη Πιερ Περιφέλ. Οσο και αν, εκ πρώτης όψεως, η ταινία θέλει να δείξει πως πρόκειται για κάτι μεταξύ του «Ocean’s Eleven» και του «Reservoir Dogs» αν συναντούσαν τη «Ζωούπολη» της Disney, η ιστορία γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρουσα όταν αρχίζει να μιλά για τις προκαταλήψεις στις οποίες εκτίθενται οι χαρακτήρες.

Ολοι τους ζώα (λύκος, φίδι, καρχαρίας, πιράνχα και ταραντούλα), τα οποία αυτομάτως θεωρούμε τρομαχτικά, η ιστορία μιλάει για την ευκολία με την οποία πολλοί από εμάς βάζουμε μέσα σε ένα τσουβάλι μια ομάδα ανθρώπων επειδή απλώς μπορούμε και για το πώς αυτές οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα διαμορφώνουν τους ανθρώπους γύρω μας κι εμάς. Είναι κακοί επειδή μας έμαθαν πως είναι ή επειδή πραγματικά είναι; Ερωτήματα τα οποία είναι άκρως ενδιαφέροντα να τα βλέπεις σε μια παιδική ταινία, αλλά εδώ, αν και υπάρχουν στιγμές στις οποίες ο Περιφέλ τα αγγίζει με σεβασμό, συχνά δείχνει να φοβάται να τα αναλύσει σε βάθος. Εξάλλου στόχος είναι ένα πιο νεανικό κοινό, και όλα αυτά παραμένουν κάπως επιφανειακά και δεν αποτελούν τίποτα άλλο παρά μια μικρή τροφή για σκέψη.

Οχι πως αυτό δεν το κάνει καλά. Σε συνδυασμό με τα διάφορα πετυχημένα αστεία και τις ατάκες τους, όλα μέσα σε ένα περιτύλιγμα εντυπωσιακού και στιλάτου animation, με μια έντονη χρωματική παλέτα, η οποία συνδυάζει εύστοχα το 3D με το 2D animation (κάτι ανάλογο έχουμε δει και στις πρόσφατες ταινίες της Sony όπως «Oι Μίτσελ και η Εξέγερση των Μηχανών» και «Spider-Man: Μέσα στο Αραχνο-Σύμπαν»), η ταινία δεν χάνει ποτέ το στόχο της διασκέδασης.

Κρίμα μόνο που μέχρι στο τέλος παραμένει σεναριακά σε μια δοκιμασμένη συνταγή και δεν ρισκάρει να δώσει στους χαρακτήρες και στην ιστορία της λίγη έκπληξη παραπάνω. Ισως αυτό συμβεί αν, στο σίγουρο σίκουελ, η ταινία εμπιστευτεί περισσότερο το νεανικό κοινό της και την ικανότητά του να καταλάβει πολλά περισσότερα από ό,τι θέλουν κάποιοι να νομίζουν.