Καύκασος, Αμπχαζία, 1992. Ο πόλεμος μαίνεται ανάμεσα στους Τσετσενούς και τους Γεωργιανούς. Αυτό πληγώνει τον γέροντα Iβο, όμως συνεχίζει πεισμωμένα να κατασκευάζει τα ξύλινα καφάσια του και να βοηθά τον γείτονα Μάρκους με τις μανταρινιές του. Οι δύο άντρες, κόντρα στις επικίνδυνες συνθήκες ενός παράλογου πολέμου, έχουν βάλει σκοπό να μαζέψουν τη φετινή πλούσια σοδειά. «Οχι τόσο για τα χρήματα, τα οποία ναι θα είναι πολλά, αλλά γιατί είναι κρίμα να πεταχτούν τα μανταρίνια». Οταν μία σύγκρουση συμβαίνει μπροστά από το σπίτι του Ιβο, ο ηλικιωμένος άντρας καταλήγει να περιθάλπτει τους μόνους επιζήσαντες τραυματίες: έναν μισθοφόρο Τσετσενό κι έναν νεαρό Γεωργιανό. Αρχικά, η κίνησή του μοιάζει με τρέλα: δύο εχθροί κάτω από την ίδια στέγη. Σταδιακά όμως, η επιμονή του γέροντα υπενθυμίζει το αυτονόητο: εκεί, σε μια ξεχασμένη γωνιά της φύσης, τι έχουν πραγματικά να χωρίσουν δύο άνθρωποι που ήρθαν τόσο κοντά στο θάνατο;

Ο Γεωργιανός σκηνοθέτης Ζάζα Ουρουσάντζε υπογράφει τη φετινή έκπληξη των Οσκαρ: ένα αντιπολεμικό δράμα που μπήκε στην πεντάδα της ξενόγλωσσης ταινίας, χωρίς να το έχουμε ξανακούσει ποτέ πριν, βάζοντας για πρώτη φορά την Εσθονία στην τελική ευθεία για ένα βραβείο. Ο Ουρουσάντζε στήνει με κινηματογραφική απλότητα, παραδοσιακή αφήγηση και τρυφερό βλέμμα μία αντιπολεμική αλληγορία για τον παραλογισμό του πολέμου και την μεγαλύτερή του απώλεια: το χάσιμο της ανθρωπιάς. Οχι, δεν είναι κάτι καινούργιο ότι ο πόλεμος σκοτώνει μάταια, γκρεμίζει πολιτισμούς, θερίζει όσα με μόχθο κι όνειρα σπείραμε, αλλά ο τρόπος που η κάμερα του Ουρουσάντζε κινηματογραφεί τα μηνύματά της με καθαρότητα, οικονομία και ανατροπές, πλημμυρίζει τον θεατή με γόνιμη θλίψη.

Οχι ότι ο Ουρουσάντζε δεν καταφεύγει σεναριακά και σε κάποιες ευκολίες: η κόντρα των δύο αντιπάλων στήνεται προβλέψιμα και γεφυρώνεται με διαλόγους που φλερτάρουν με μία παλιομοδίτικη, διδακτική αφέλεια. Ο ουμανισμός της ταινίας όμως είναι η κινητήρια δύναμή της και σε συνδυασμό με το στιβαρό καστ (εξαιρετικός ο Λέμπιτ Ούλφσακ στον πρωταγωνιστικό ρόλο) σχηματίζουν την μεγάλη της εικόνα - εκεί όπου συγχωρούνται οι ραφές της κατασκευής της που διακρίνονται ολοκάθαρα.


Δείτε παρακάτω δυο σκηνές από τα «Μανταρίνια» υποτιτλισμένες στα ελληνικά: