Ο Τζον Γου είναι ένας θρύλος του σινεμά δράσης.

Με βαρύ ιστορικό στις πλάτες του όπως τα «The Killer», «Face/Off», «Δύσκολος Στόχος», «Σπασμένο Βέλος» και «Επικίνδυνη Αποστολή 2» (η οποία μπορεί να μην ήταν μια από τις καλύτερες του franchise, αλλά σίγουρα μια από τις πιο εντυπωσιακές σε σκηνές δράσης), ο Γου είναι ένας από τους λίγους δημιουργούς ο οποίος με το τολμηρό και ιδιαίτερο στυλ του, έχει αφήσει το δικό του στίγμα στο σινεμά.

Μετά από 20 χρόνια απουσίας από το Χόλιγουντ, έχοντας γυρίσει το 2003 την τελευταία του ταινία «Η Αποζημίωση» («Paycheck») με τον Μπεν Αφλεκ, η μεγάλη επιστροφή του Τζον Γου στο αμερικάνικο σινεμά είναι γεγονός με τη νέα του ταινία «Σιωπηλή Οργή». Μια επιστροφή όμως, η οποία θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως μια μεγάλη γιορτή για το σινεμά δράσης, καταλήγει σε μια ρηχή, άκρως αδιάφορη περιπέτεια χωρίς τον παραμικρό κινηματογραφικό αέρα και το στυλ του δημιουργού της.

Αν κάτι προσέχει κάποιος από την αρχή είναι ότι η ταινία - μια απλή ιστορία εκδίκησης ενός άντρα που θα βάλει στο στόχαστρο μια σκληροτράχηλη συμμορία εν μέσω Χριστουγέννων - ποντάρει πάνω στην έλλειψη διαλόγου για να διαφοροποιηθεί από τις υπόλοιπες ταινίες του είδους (φαίνεται πως οι ταινίες με ελάχιστο ή καθόλου διάλογο αρχίζουν να γίνονται μόδα στην κινηματογραφική βιομηχανία).

Μόνο που ο Γου εδώ το όλο αυτό εύρημα το ενσωματώνει στην ταινία του ως ένα gimmick το οποίο δεν μπορεί να το υποστηρίξει, κάνοντάς το να δείχνει ως έναν κινηματογραφικό πείραμα το οποίο πάει στραβά από την αρχή. Προσπαθώντας να πει την ιστορία του μέσα από εικόνες, εφημερίδες και ραδιοφωνικές συζητήσεις, ο Γου δεν βρίσκει έναν ρυθμό έτσι ώστε να δημιουργήσει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Προσπαθώντας να κάνει τον πρωταγωνιστή του να δείξει απομονωμένος από το περιβάλλον του (ο οποίος δεν μπορεί να μιλήσει λόγω του τραυματισμού στο λαιμό του) βάζει και τους γύρω του να μην βγάζουν λέξη, κάτι που δεν βγάζει κανένα απολύτως νόημα.

Ακόμα και αν κάποιοι δεν ενδιαφέρονται και τόσο για το σενάριο και απλά θέλουν να δουν το απαράμιλλο στυλ του Γου στις σκηνές δράσεις στη μεγάλη οθόνη, θα απογοητευτούν ακόμα περισσότερο. Στη πρώτη ώρα, από τα 100 περίπου λεπτά που διαρκεί, η ταινία αναλώνεται σε flashbacks για να μας δείξει το πόσο λείπει στον ήρωα το δολοφονημένο παιδί του (το οποίο ήδη καταλάβαμε από τις δυο φορές, δεν χρειάζονται οι υπόλοιπες πέντε) και στο πώς μεταμορφώνεται από έναν μέσο άνθρωπο σε ένα εκδικητή με όλα τα κλισέ που το συνοδεύουν (ο Τζόελ Κίναναν τουλάχιστον προσπαθεί με μια κάπως ευάλωτη ερμηνεία). Ακόμα και όταν αποφασίζει να μπει σε μια διάθεση δράσης, το τελευταίο μισάωρο, αυτή γρήγορα ξεθυμαίνει και χάνεται σε μια μετριότητα με τον Γου να προσπαθεί μάταια να αναδείξει την παλιά του δόξα.

Είναι αλήθεια ότι χωρίς τον Τζον Γου δεν θα είχαμε τώρα ταινίες όπως π.χ. το franchise toy «John Wick» αλλά και μια ολόκληρη σχολή στυλιζαρισμένου σινεμά δράσης που του ανήκει δικαιωματικά. Και είναι κρίμα λοιπόν που η «Σιωπηλή Οργή» δεν είναι η μεγάλη επιστροφή του Τζον Γου που περιμέναμε. Μια βαρετή, ανούσια ταινία η οποία θέλει να μιμηθεί (!!) την επιτυχία του «John Wick», χωρίς όμως κανένα στυλ και χωρίς την αδρεναλίνη της συναρπαστικής δράσης εκείνου του franchise. Ακόμα και η «μόδα» του χωρίς διαλόγους που έχει παρουσιαστεί πολύ καλύτερα αλλού (δείτε το υπέροχο «Καμία Σωτηρία» στο Disney+) πέφτει στο κενό, αναίμακτα. Κι όχι δεν είναι η επόμενη καλτ χριστουγεννιάτικη ταινία δράσης, όπως το «Πολύ Σκληρός Για Να Πεθάνει», η οποία θα παίζεται στο repeat τις γιορτές.