Το «Η Ψυχή και το Σώμα», η νέα ταινία της Ιλντικο Ενιέντι από την Ουγγαρία, που κέρδισε τη Χρυσή Αρκτο στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου το 2017 κι άνοιξε το φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είναι από την αρχή και από πρόθεση αλλόκοτη. Οι κεντρικοί ήρωες μοιάζουν να είναι ένα ζευγάρι ελαφιών στο χιονισμένο δάσος: εκείνος προστατευτικός, εκείνη διστακτική, μαζί σε τέλεια, σιωπηλή αρμονία. Η αντιπαράθεση με το σφαγείο μεγάλων ζώων στη Βουδαπέστη δεν είναι επιτηδευμένη. Μετά τα παραμυθένια πλάνα στη φύση, τα ζώα που μπαίνουν στο σφαγείο ως στριμωγμένες αγελάδες και βγαίνουν ως κομμάτια κρέας προς κατανάλωση έχει κάτι το απλό, ρεαλιστικό, σκληρό μεν, αλλά χωρίς την παραμικρή διάθεση εντυπωσιασμού, πάθους ή εκμετάλλευσης. Δυο πλάνα, δυο όψεις: η φυσική και η τεχνολογική. Μαζί, οι άνθρωποι.
Αλλά και οι δύο «άλλοι» ήρωες της ταινίας είναι κι αυτοί παράξενοι. Ο Εντρε, ο οικονομικός διευθυντής του σφαγείου που δε βγαίνει ποτέ από το γραφείο του, είναι ένας όμορφος, μεγαλούτσικος άντρας, με λαμπερό βλέμμα, κατεστραμμένο ηθικό κι ένα παράλυτο χέρι. Η Μαρία έρχεται ως επισκέπτρια ελεγκτής στο εργοστάσιο κι είναι τακτική, πεντακάθαρη, μιλά μόνο συγκεκριμένα, με ακρίβεια, δεν της αρέσει οτιδήποτε απρόβλεπτο κι είναι φανερά πάνω της τα σημάδια του αυτισμού. Οταν ο Εντρε κοιμάται, ονειρεύεται δυο ελάφια στο δάσος. Οταν κοιμάται η Μαρία, βλέπει τα ίδια ελάφια, στην ίδια καθημερινή περιπέτεια. Πόσο πιθανό είναι ο Εντρε κι η Μαρία να είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο; Πόσο πιθανό είναι οτιδήποτε στη ζωή να έχει την ιδανική έκβαση; Ρωτήστε τον εαυτό σας. Ρωτήστε και τις αγελάδες και τα ελάφια.
Η Ενιέντι τολμά να κάνει μια ταινία που παρουσιάζει σε «διπλοτυπία» το σώμα και το πνεύμα, τη λογική και το συναίσθημα και κοιτάζει να δει αν κάπου συμπίπτουν. Αυτό το κάνει εναλλάσσοντας εικόνες της αγνότητας του ανέγγιχτου δάσους, βγαλμένες από παιδικό παραμύθι. Και εικόνες της σύγχρονης βιομηχανίας (του κρέατος, ναι), βγαλμένες από κανέναν εφιάλτη, μόνο από ένα σύνολο κανόνων και εργατών. Οπως παρατηρεί από πολύ κοντά τα ελάφια της, προσεκτικά για να μην τα τρομάξει, άλλο τόσο πλησιάζει τους ανθρώπους - ήρωές της, που είναι ήδη τρομαγμένοι από την εμπειρία της ζωής. Οπως κοιτάζει με διάχυτο φως τη διαδικασία της σφαγής («κάποια ζώα βλάφτηκαν στη διάρκεια αυτής της ταινίας, αλλά όχι λόγω αυτής της ταινίας,» σημειώνουν κλείνοντας το μάτι οι τίτλοι τέλους), άλλο τόσο κατάματα κοιτάζει τη σκοτεινή ανθρώπινη πλευρά, το τραύμα, την αδυναμία, τον πόνο, ψυχικό ή σωματικό.
Ομως η ταινία της, παρότι στην καρδιά της κρύβει τις πιο σκοτεινές επιταγές του ρομαντισμού ενός παραμυθιού των αδελφών Γκριμ, ξεδίνει με χιούμορ, με μια κωμική αδεξιότητα που διευκολύνει τις ισορροπίες. Καθώς ο Εντρε και η Μαρία δεν μπορούν να αγγιχτούν, ή να τολμήσουν να εξερευνήσουν ο ένας τον άλλο στην «κανονική» ζωή, παρά μόνο στα όνειρά τους, επισκέπτονται την καθημερινότητα με μια εκκεντρικότητα που ξεβάφει χαριτωμένα πάνω στην ταινία. Ενα τόσο εγκεφαλικό και απαιτητικό στοίχημα δύσκολα διατηρεί τη σοφία του σ' όλη τη δίωρη διάρκειά του: η ταινία ξεχειλώνει σ' ένα side story έρευνας των υπαλλήλων του σφαγείου, με την επίσκεψη μιας ψυχιάτρου, αλλά και σε μια make-over διαδικασία της Μαρία, που φλυαρούν κι αποδυναμώνουν την πρωτοτυπία του φιλμ.
Ακόμα κι έτσι, όμως, το «Η Ψυχή και το Σώμα» είναι μια ταινία γεμάτη αγάπη για την αδυναμία, γεμάτη ελπίδα για τις απροσδόκητες ερωτικές ιστορίες, γεμάτη πραγματισμό για τις σκιές της ζωής - τόσο όμορφη και ρομαντική που της επιτρέπονται και τα παραστρατήματα. Ειδικά όταν συνοδεύονται από Λόρα Μάρλινγκ, σε φορητό cd player, και μια ήρεμη, ευθεία ματιά στον καθρέφτη.