Μέσα στο (κινηματογραφικό) αραχνο-σύμπαν και στις πιο σκοτεινές του γωνίες, παραμονεύουν αρκετοί κακοί του Spider-Man, οι οποίοι σιγά σίγα έρχονται στο φως για να τους γνωρίσει ένα ευρύτερο κοινό ακόμα καλύτερα, έτοιμοι να φέρουν μαζί τους και το χάος.
Την αρχή έκανε ο Venom με δυο, όχι και τόσο ενδιαφέρουσες ταινίες, οι οποίες πρόδωσαν την σκοτεινή πλευρά του χαρακτήρα για κάτι αρκετά πιο ελαφρύ και διασκεδαστικό. Κάτι που ίσως θέλει να προσπαθήσει να αλλάξει το πιο σκοτεινό «Morbius», το οποίο προσθέτει τους βρικόλακες στο MCU, αλλά μαζί τους φέρνει και μια απέθαντη βαρεμάρα.
O χαρακτήρας του Morbius έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο τεύχος 101 του The Amazing Spider-Man το 1971 και στην πορεία συναντήθηκε (και πάλεψε) κάμποσες φορές με τον Ανθρωπο Αράχνη, σε μια διαδρομή που ήταν βουτηγμένη στο σκοτάδι αλλά και στις ενοχές για την μοίρα του που τον καταδίκασε να ζει πίνοντας το αίμα αθώων. Ο Μάικλ Μόρμπιους είναι ένας ιδιοφυής επιστήμονας, ο οποίος έχοντας ξεπεράσει μια δύσκολη παιδική ηλικία, παλεύει ακόμη με μια σπάνια αρρώστια του αίματος που απειλεί να τον σκοτώσει. Προκειμένου να επιβιώσει δεν θα διστάσει να δοκιμάσει τις πιο ανορθόδοξες και παράνομες μεθόδους θεραπείας, μεταμορφώνοντας τον εαυτό του σε βαμπίρ στην πορεία.
Η ιστορία του Μόρμπιους από μόνη της (βρικόλακες, αιματοβαμμένη ατμόσφαιρα, γοτθικές αναφορές και μια εσάνς τρόμου) θα μπορούσε να δημιουργήσει μια αρκετά ενδιαφέρουσα και κάπως ανατρεπτική προσθήκη στο ήδη τεράστιο σύμπαν της Marvel, το οποίο είναι γεμάτο από μεταλλαγμένους και εξωγήινους ήρωες και κακούς. Ομως για τον σκηνοθέτη της, Ντάνιελ Εσπινόζα, ο οποίος επιστρέφει στο σινεμά πέντε χρόνια μετά την ταινία επιστημονικής φαντασίας/τρόμου «Life», όλα αυτά δείχνουν να έχουν όχι και τόσο ιδιαίτερη σημασία.
Αποφασίζει να ξεγυμνώσει την ταινία από εκείνα τα στοιχεία που θα της έδιναν το γοτθικό της χαρακτήρα και αντ’ αυτού χτίζει μια υποτυπώδη ατμόσφαιρα βασισμένη σε σκοτεινά σοκάκια και τους μουντούς σκοτεινούς διαδρόμους κάποιου νοσοκομείου και, όπως στο Venom, παίζει τα χαρτιά του εκ του ασφαλούς. Ενώ σε στιγμές, μοιάζει εντυπωσιακό λόγω κάποιων ιδιαίτερων slow motion σκηνών δράσης εδώ κι εκεί, κάτω από αυτό το περιτύλιγμα η ταινία παραμένει άψυχη, καθώς όλα αυτά καταλήγουν σε ένα άνευρο και πολλές φορές αδιάφορο αποτέλεσμα που μόνο έχουν σαν σκοπό να προχωρήσουν την αρκετά σχηματική πλοκή από το ένα σημείο στο άλλο.
Κι όλα αυτά μέσα σε ένα διεκπεραιωτικό και αρκετά προβλέψιμο σενάριο με κάποιες από τις πιο κακογραμμένες ατάκες που έχουμε δει ποτέ σε ταινία Marvel, αφήνοντας αρκετούς, αν όχι όλους, τους χαρακτήρες χωρίς δεύτερη ευκαιρία να γίνουν κάτι περισσότερο από τις κλασικές κομιξικές καρικατούρες που τους θέλει το σενάριο, με μοναδική ίσως εξαίρεση τον Τζάρεντ Λέτο ο οποίος καταφέρνει να δώσει λίγη παραπάνω ζωή στον Μόρμπιους με την ερμηνεία του και τη γοητεία του.
Αλλά δυστυχώς από μόνος του αυτός δεν αρκεί για να κάνει το «Morbius» διασκεδαστικό, αφήνοντας μια πικρή γεύση στο τέλος. Μια ταινία η οποία δείχνει να είναι «νεκρή» πριν καν ξεκινήσει, και τίποτα περισσότερο από μια πραγματικά χαμένη ευκαιρία τόσο για τον ίδιο τον χαρακτήρα όσο και για να μπει ένας αέρας ανανέωσης στο, για κάποιους, βαλτωμένο κινηματογραφικό σύμπαν της Marvel.