Η stop motion τεχνική και το ψηφιακό σκίτσο συνδιαλέγονται όλο και θεαματικότερα στα animation της Laika, κάτι σαν το αμερικανικό αντίστοιχο των βρετανικών στούντιο Aardman, η οποία πρωτοδοκιμάστηκε στη μεγάλη οθόνη το 2009 με το έξοχο «Coraline: Το Σπίτι στην Ομίχλη» για να φθάσει μέχρι τη διπλή οσκαρική υποψηφιότητα επτά χρόνια μετά με το μαγευτικό «Ο Κούμπο και οι Δύο Χορδές».
Το «Ο Ευγενικός Κύριος Λινκ», το πέμπτο πόνημα της εταιρείας, συνιστά πράγματι ένα χάρμα οφθαλμών σε κάθε εικαστικό επίπεδο, όχι όμως και τη συνέχεια στην τολμηρή κατάδυση που επιχειρεί εδώ και μια δεκαετία στο ασυνείδητο.
Οχι πως το φιλμ του Κρις Μπάτλερ, υπεύθυνου και για το «ParaNorman» της Laika, δε δανείζεται στοιχεία από το φανταστικό. Ο ομότιτλος ήρωας είναι ένας Μεγαλοπόδαρος, τελευταίο δείγμα της πρωτόγονης καταγωγής του ανθρώπου, που ζει στα δάση του αμερικανικού βορρά στα τέλη του 19ου αιώνα. Πλάσμα (αυτό-) μορφωμένο και με τρόπους πάρα τη θηριώδη όψη του, εντοπίζεται, μετά από δική του έκκληση, από τον Βρετανό Σερ Λάιονελ Φροστ, παράτολμο κυνηγό μυθικών όντων που παλεύει να αποδείξει σε υπεροπτικούς εξερευνητές, οι οποίοι αρνούνται επίμονα να τον κάνουν μέλος της λέσχης τους, πως τέρατα όντως υπάρχουν.
Ο Μεγαλοπόδαρος, λοιπόν, που ο Φροστ ονομάζει κύριο Λινκ, «σύνδεσμο» μεταξύ θηρίου και ανθρώπου, αλλά ο ίδιος θέλει να αποκαλείται… Σούζαν, πείθει τον ανιχνευτή να τον πάει σε μια κοιλάδα των Ιμαλαΐων όπου φημολογείται πως ζουν απόγονοι του είδους του -μακρινοί του συγγενείς. Σε αντάλλαγμα, ο Φροστ θα έχει όσες αποδείξεις χρειάζεται για να εντυπωσιάσει τη λέσχη. Το ταξίδι ξεκινά, παρέα με την Αντελίνα Φόρτναϊτ, παλιό αμόρε του Φροστ και χήρα συναδέλφου του, κατέχουσα τον μοναδικό γνωστό χάρτη της μυθικής κοιλάδας. Ομως στο κατόπι τους βρίσκεται ένας μισθοφόρος του προέδρου της λέσχης, που θέλει πάση θυσία να δει τον Φροστ να αποτυγχάνει.
Η αλά γουέστερν περιπέτεια, που βασίζει το χιούμορ της στην αφέλεια του κυρίου Λινκ και πάλλεται με μερικές καλοδουλεμένες σεκάνς δράσης (η καταδίωξη στο πλοίο ή η τελική αναμέτρηση στη γέφυρα, που θυμίζει πολύ την αντίστοιχη στο «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο Ναός του Χαμένου Θησαυρού»), έχει κάτι το παλαιομοδίτικα νόστιμο, ενώ οργανικά εντεταγμένες στο ξετύλιγμά της είναι η οικολογική συνείδηση (συναγερμός για τα υπό έκλειψη είδη), οι κοινωνικές αναφορές (το κόστος της προοδευτικότητας σε ένα αντιδραστικό –και μάλιστα περήφανα ιμπεριαλιστικό- περιβάλλον) και η πολιτική απέναντι στη διαφορετικότητα (ο γίγας που ήθελε να τον λένε Σούζαν!).
Είναι, ωστόσο, μια περιπέτεια προβλέψιμη (κι ας νοεί ως δήθεν «ανατροπή» την κορύφωση στην κοιλάδα των προγόνων) και τελικά ανώδυνη, καθότι απομακρυσμένη απ’ οτιδήποτε «εναλλακτικό» είχε μέχρι τώρα μας προτείνει η Laika με τα απόλυτα συμφιλιωμένα με τον θάνατο animation της, όπου οι έννοιες της ομορφιάς και της ασχήμιας, της καλοσύνης και του δόλου, της ασφάλειας και του κινδύνου, του ονείρου και του εφιάλτη ήταν μόνιμα ρευστές. Εδώ τα πάντα είναι πιο συγκεκριμένα, πιο σαφή, και συνεπώς πολύ πιο «ορθά».
Στην ελληνική μεταγλώττιση, τις φωνές των Χιού Τζάκμαν, Ζακ Γαλιφιανάκη και Ζόι Σαλντάνα ντουμπλάρουν αντίστοιχα οι Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Κωστής Μαραβέγιας και Αντιγόνη Ψυχράμη.