Η Ντάνι (Φλόρενς Πιού) και ο Κρίστιαν (Τζάκ Ρέινορ) είναι ένα νεαρό ζευγάρι από την Αμερική, του οποίου η σχέση είναι υπό διάλυση. Ομως, μετά από μία οικογενειακή τραγωδία που ταράζει την Ντάνι, το πένθος τους φέρνει πάλι κοντά και η Ντάνι αυτοπροσκαλείται σε ένα ταξίδι του Ντάνι με τους φίλους του σε ένα μοναδικό στο είδος του φεστιβάλ που λαμβάνει χώρα το μεσοκαλόκαιρο σε ένα απομονωμένο σουηδικό χωριό. Αυτό που ξεκινάει σαν μία ανέμελη καλοκαιρινή περιπέτεια σε ένα ηλιόλουστο καταφύγιο, παίρνει νοσηρή τροπή, όταν οι κάτοικοι του χωριού προσκαλούν τους καλεσμένους να συμμετέχουν σε εορτασμούς που μεταμορφώνουν αυτόν τον παράδεισο σε ένα όλο και πιο ανησυχητικό και ενοχλητικό μέρος.
Το «Μεσοκαλόκαιρο» είναι σύμφωνα με τον ίδιο τον σκηνοθέτη του, μια ταινία για τον χωρισμό ενός ζευγαριού αλλά ο τρόπος που δομείται η σχέση των δυο βασικών του χαρακτήρων, έχει κάτι το κωμικό και μια αίσθηση παρωδίας ακόμη κι αν είναι γεμάτη μικρές ή μεγαλύτερες τραγωδίες, ανασφάλειες κι αδυναμίες. Και πιθανότατα απόλυτα ηθελημένα, αυτή ακριβώς η αίσθηση -ενός στραβού ειρωνικού μειδιάματος πίσω από το προσωπείο της σοβαρότητας και του τρόμου- διατρέχει ολόκληρη την ταινία, υπονομεύοντας διακριτικά μα απόλυτα ξεκάθαρα όλο το οικοδόμημα του φιλμ.
Είναι σαν ο Αρι Αστερ να ήθελε να κάνει μια ταινία τρόπου που πολλοί θα πάρουν απόλυτα σοβαρά μα που την ίδια στιγμή μοιάζει να τρολάρει τους τρομαγμενους θεατές της με μια σειρά από κλεισίματα ματιού κι ένα χιούμορ που θα ταίριαζε περισσότερο σε ένα ανίερο φιλμ των Μόντι Πάιθον παρά σε μια καθαρόαιμη ταινία τρόμου.
Η τουλάχιστον αυτό ελπίζουμε ότι ήθελε να κάνει, αλλιώς η εξαιρετικά περίτεχνη κατασκευή της ταινίας εμφανίζεται απλά σαν μια μπερδεμένη κι άτσαλη παράθεση από προφανείς συμβολισμούς κι ευκολίες, μια συσσώρευση από υπερβολές, δράμα και γκροτέσκο τρόμο. Οι προθέσεις του Αστερ και τελικά το ίδιο το νόημα του φιλμ παραμένουν θολά ως το τέλος πιθανότατα γιατί κι ο ίδιος μοιάζει να νοιάζεται πολύ περισσοτερο για την ατμόσφαιρα και την ανησυχητική διάθεση που το φιλμ χτίζει παρά για να δομήσει μια ιστορία ή μια σειρά από ψυχολογικά πορτρέτα χαρακτήρων που να αφήνουν έναν οποιονδήποτε συναισθηματικό αντίκτυπο.
Μπορεί η βασική του ηρωίδα να σπουδάζει ψυχολογία και η παρέα των ανδρών να φιλοδοξούν να γίνουν ανθρωπολόγοι -εξ ου και το ταξίδι τους στην απομονωμένη σέκτα των σουηδών παγανιστών- όμως κανείς τους δεν μοιάζει να έχει έστω και την ελάχιστη βαθύτερη κατανόηση των πιο βασικών συστατικών της ανθρώπινης φύσης. Ολοι τους με μόνη ισως εξαίρεση την Ντάνι, της οποίας το βαθύ τραύμα που κουβαλάει από το ξεκίνημα του φιλμ της δίνει ελαφρυντικά, μοιάζουν εξαιρετικά αναλώσιμοι, κι όταν ο ένας μετά τον άλλο συναντούν την αναπόφευκτη μοίρα τους, ελάχιστα νοιάζεσαι. Οπως και η ίδια η ταινία.
Κι αυτή ακριβώς η απόλυτη απάθεια του φιλμ απέναντι σε κάτι που σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση θα ήταν αληθινά σοκαριστικό (η πρώτη σεκάνς του φιλμ αποτελεί εξαίρεση σε αυτή την στάση του Αστερ), μοιάζει να επιβεβαιώνει την ιδέα πως ακόμη κι ο ίδιος το μόνο που μοιάζει να παίρνει στα σοβαρά είναι όχι η ουσία της ταινίας του, μα απλά το περίβλημά της.
Οι εικόνες, η ατμόσφαιρα, η κάθε λεπτομέρεια των σκηνικών, των ρούχων, της φύσης, της μουσικής, του τρόπου που η ιστορία ξετυλίγεται αργόσυρτα και υπνωτικά, σε βυθίζουν σε έναν κόσμο που ακόμη κι αν δεν έχει λογικό έρεισμα δεν παύει να σε γοητεύει. Το «Μεσοκαλόκαιρο» μπορεί να υφαίνει στο περίτεχνο ιστό του ελαφρώς αχώνευτες ιδέες φολκλορικών μύθων και παγανιστικών δοξασιών, όλιγον τι εύκολες σκέψεις για τις σχέσεις των δύο φύλων, την «τοξική αρρενωπότητα» και την «γυναικεία εξάρτηση» αλλά παρ΄ όλη την επίφαση βάθους το φιλμ λειτουργεί καλύτερα σαν ένα εντυπωσιακό παλίμψηστο γοητευτικών εικόνων και στιγμών, που ξεκινούν από το μαγευτικά όμορφο και καταλήγουν στο (όμορφα) αποκρουστικό.
Κι αντίθετα από την παράδοση μιας σειράς ταινιών τρόμου που θέλουν να λειτουργήσουν ως μια παραβολή, το φιλμ του Αστερ δουλεύει καλύτερα όταν δεν δοκιμάζεις να αναζητήσεις κάτι βαθύτερο κάτω από την επιφάνεια, μα μένεις να κοιτάς υπνωτισμένος τις παραισθησιογόνες εικόνες μιας ιστορίας που μοιάζει με κακό τριπ αλλά με υπέροχο production design, location scouting και set decoration στο οποίο θα ήθελες να ζεις. Ή έστω να περάσεις τις καλοκαιρινές διακοπές σου.
Αλλά δίχως με μια αρκούδα σε ένα κλουβί κι όλα όσα αυτό συνεπάγεται.