Ο Αρίτς μετακομίζει με τους γονείς του στη Βαρκελώνη. Νέο σχολείο, νέα αρχή. Η πρώτη μέρα στο καινούργιο του Γυμνάσιο όμως είναι εξευτελιστική. Στην τάξη πέφτει θύμα γελοιοποίησης από τα κορίτσια και στην αυλή βίαιου bullying από τα αγόρια. Ο μόνος που του συμπαραστέκεται είναι ο Εστέμπαν, ένα ακόμα περιθωριοποιημένο αγόρι. Αρχίζουν να κάνουν παρέα και τις μικρές εφηβικές τους επαναστάσεις: κοπάνες, αλκοόλ, πορνοπεριοδικά. Στην απροσάρμοστη συντροφιά τους προστίθεται κι ένα εξίσου διαφορετικό κορίτσι, η Σαρίτα. Πολύ γρήγορα, οι τρεις τους θα σχηματίσουν μία εναλλακτική οικογένεια, μία συμμορία: κλέβουν, μεθούν, τριπάρουν κι αντιδρούν με βία στη βία του σχολείου, των δρόμων. Από «weirdos» μετονομάζονται σε ήρωες. Ηρωες του Κακού. Ενα τρίο που εξερευνά τα όριά του, πειραματίζεται με τη σεξουαλικότητά του και φτάνει τα πράγματα στα άκρα. Υπάρχει επιστροφή;
Ο Ισπανός ηθοποιός και πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης Ζόε Μπεριατούα τολμά να βουτήξει με το κεφάλι σ' ένα πολύ ενδιαφέρον και αρκετά σύνθετο (κοινωνιολογικά και ψυχαναλυτικά) θέμα: τι προκαλεί την ανεπίστρεπτα βίαιη μεταμόρφωση ενός έφηβου; Τι κουβαλά ήδη ο ίδιος, τι ερεθίσματα παίρνει από το περιβάλλον, τι συμβάλλει στη δημιουργία απόκληρων κι ενός φαύλου καταστροφικού κύκλου;
Στο πρώτο μέρος της ταινίας καλούμαστε να θυμηθούμε τη σαγήνη του εφηβικού πειραματισμού, τον οποίο ο Μπεριατούα αποτυπώνει μάλιστα με στιλιζαρισμένο ρεαλισμό και κλείσιμο ματιού σε σινεφίλ αναφορές: η «Ζιλ και ο Τζιμ» ελαφρότητα, τόλμη, σχεδόν ευτυχία αυτού του παρέξενου νεανικού τρίο, η αλά «Κουρδιστό Πορτοκάλι» κλασική μουσική που ντύνει τις αναρχικές περιπέτειές τους. Σύντομα όμως περνάμε στο δεύτερο μέρος, όπου το ξέσπασμα της βίας οριοθετεί το τέλος της πλάκας: τα όρια ξεπερνιούνται, η ακραία συμπεριφορά γίνεται επικίνδυνη, το Κακό δείχνει το χωρίς επιστροφή στίγμα του.
Ολα αυτά είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα. Ομως, ο τρόπος με τον οποίο ο Μπεριατούα τα εξετάζει, η διαδρομή που ακολουθεί, τόσο σεναριακά όσο και σκηνοθετικά, στην εξέλιξη αυτής τη βίαιης ενηλικίωσης, δεν πείθει ιδιαίτερα. Το στόρι στήνεται προβλέψιμα, πνίγεται στις υπερβολές και τις μανιέρες, καταλήγει με διδακτισμούς και θεατρικά σχεδόν στημένη τελετουργική κατάληξη-κάθαρση.
Διαβάστε εδώ τη συνέντευξη του σκηνοθέτη της ταινίας, Ζόε Μπεριατούα στο Flix