Ενας άντρας επιστρέφει σε μια μικρή πόλη στην Τουρκία προκειμένου να παρευρεθεί στην κηδεία του πατέρα του. Φτάνοντας στο σιδηροδρομικό σταθμό θα γίνει μάρτυρας ενός φόνου. Ο δολοφόνος θα τον κοιτάξει στα μάτια, αλλά θα τον αγνοήσει. Λίγο αργότερα, ο άντρας θα καταθέσει στο αστυνομικό τμήμα όσα είδε, οι αξιωματικοί ασφαλείας θα του ζητήσουν να μην απομακρυνθεί, ενώ την ίδια στιγμή η πόλη μπαίνει σε καραντίνα μετά από την εμφάνιση λυσσασμένων φονικών σκύλων. Ο άντρας νιώθει παγιδευμένος. Κάθε ένας από τους ξένους που συναντά στη διαδρομή του, αντί να του δώσει απαντήσεις τον βυθίζει ακόμη περισσότερο στο σκοτάδι.
Ακριβώς ό,τι μπορείς να πεις και για τη νέα ταινία του Ταϊφούν Πιρσελίμογλου, συμπαραγωγή κι αυτή Τουρκίας, Ελλάδας και Γαλλίας, που συνεχίζει την προβληματική μιας δυστοπίας που θαυμάζεις αλλά σε αφήνει αμήχανο - αν και εδώ σε λιγότερο στιλιζαρισμένα και περισσότερο σουρεαλιστικά μονοπάτια από το «Sideway» του 2018.
Υιοθετώντας τη λογική των δωματίων που ανοίγουν και κλείνουν για να αποκαλύψουν ένα κάθε φορά καινούριο στοιχείο, το «Kerr» ακολουθεί τον ήρωά του καθώς αυτός συναντά τους πρωταγωνιστές ενός απροσδιόριστου θιάσου. Ολοι - από τη μυστηριώδη πρώην σύζυγο του θύματος μέχρι τον αξιωματικό υπηρεσίας στο αστυνομικό τμήμα - μοιάζουν να γνωρίζουν τι συμβαίνει, εκτός από τον άντρα που μοιάζει να ζει μέσα σε έναν καφκικό εφιάλτη χωρίς τέλος. Η περιήγηση του στην πόλη όπου μεγάλωσε θα τον φέρει αντιμέτωπο με το πνεύμα του πατέρα του που μοιάζει να ζει στις αφηγήσεις όλων, ενώ ο χώρος και χρόνος αρχίζουν να χάνουν τα γνωστά χαρακτηριστικά τους και να μετατρέπονται σε μια σκηνή όπου διαδραματίζεται ένα τρομακτικό θέατρο του παραλόγου.
Χωρίς στοιχεία που να ξεκλειδώνουν το μυστήριο και με μια διαρκή αίσθηση επανάληψης που, ακόμη και ηθελημένη, ενεργεί εις βάρος της αφήγησης, το «Kerr» θα μπορούσε να διαδραματίζεται και στο μυαλό του ήρωά του - σε έναν διαρκή κύκλο αναρώτησης πάνω στην ενοχή και την αθωότητα. Όσο ενδιαφέρουσα, όμως, κι αν παραμένει μέχρι το τέλος η εμμονή του Πιρσελίμογλου να εκμεταλλευτεί την κινηματογραφική του κατασκευή για να παγιδέψει και τον θεατή μέσα σε ένα δυστοπικό offbeat θρίλερ, τόσο πιο απλοϊκή και «λίγη» μοιάζει η παραβολή του - ειδικά όταν επιμένει ταυτόχρονα να υπενθυμίζει πως ό,τι βλέπουμε είναι μια αλληγορία για την «κατάσταση της χώρας».
Eχοντας χάσει κάπου στη διαδρομή και τον ήρωα του, αλλά κυρίως το ενδιαφέρον του θεατή για ένα μυστήριο που καταλαβαίνεις από νωρίς πώς δεν έχει καμία πρόθεση να λυθεί, το «Kerr» δίνει την ευκαιρία για ακόμη μια φορά στον Ανδρέα Σινάνο να φωτίσει εξαιρετικά - σε νουάρ τόνους εσωτερικά και παγωμένα εξωτερικά την ίδια τη ψυχοσύνθεση του κεντρικού ήρωα, ενώ στον Νίκο Κυπουργό να ντύσει με μελαγχολική τζαζ μια υπερφιλόδοξη λιντσική ατμόσφαιρα. Πολύτιμοι συνεργάτες και οι δύο του Πιρσελίμογλου εδώ και χρόνια, καθώς συμπληρώνουν το όραμα του όταν αυτός παρασύρεται από την ίδια του την ατελέσφορη (καλλιτεχνική) ενδοσκόπηση.