Ολα δείχνουν να αλλάζουν προς το καλύτερο στο Ξενοδοχείο του Κόμη Δράκουλα… Επιτέλους, οι πόρτες είναι ανοιχτές και για τους κοινούς θνητούς, δηλαδή τους ανθρώπους. Αλλά ο Δράκουλας ανησυχεί για το αξιολάτρευτο εγγονάκι του, τον Ντένισεβιτς, που δεν δείχνει και ιδιαίτερα σημάδια βαμπιροσύνης. Η μητέρα του, Μέιβις, από την άλλη, αποφασίζει να εξετάσει το ενδεχόμενο μιας πιο φυσιολογικής ανατροφής του γιου της στον κόσμο των ανθρώπων και κάνει ένα διερευνητικό ταξίδι με τον Τζόνι στα πεθερικά της. Εν τω μεταξύ ο Δρακουλοπαππούς, δράττει την ευκαιρία για να ξυπνήσει το τερατάκι μέσα στον εγγονό του. Ολα θα κριθούν στο μεγάλο πάρτυ για τα 5α γενέθλια του Ντένις, όπου όμως τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο όταν εμφανίζεται από το πουθενά ο ξεχασμένος προπάππους και συντηρητικός δράκουλας Βλαντ, πατέρας του Δράκουλα.

Είναι αλήθεια πως το concept του «Hotel Transylvania» ήταν ήδη από τη συλληψή του ένας πρόσφορος τόπος για αναφορές στην ιστορία του λογοτεχνικού και κινηματογραφικού τρόμου, όπως και για κάθε είδους «τέρατα» όπως, ας πούμε, κομμάτια τούρτας που ουρλιάζουν και αντικείμενα που σε επαναλαμβανόμενο γκαγκ αποκαλύπτεται εκ των υστέρων πως κρύβουν μια σκοτεινή πλευρά - στην πιο «κατάλληλη» εκδοχή τους.

Η ιδέα του σικουελ μιας έτσι κι αλλιώς όχι πραγματικά σπουδαίας ταινίας που δεν «δάγκωνε» ούτε πίσω στο 2012, προτιμώντας την τρελή φάση από το πεντάστερο των «υπηρεσιών» της, στηρίζεται στο γεγονός πως εδώ τέρατα και άνθρωποι καλούνται να συνυπάρξουν υπό τη πίεση του πανταχού παρόντος Κόμη Δράκουλα, ο οποίος μπορεί να δέχτηκε το γάμο της κόρης του με έναν... άνθρωπο, αλλά αρνείται να δεχτεί έναν απόγονο που δεν είναι βαμπίρ.

Στην ίδια λογική των ακατάπαυστων ρυθμών και των αστείων που πυροβολούν (χωρίς να έχει σημασία αν φτάνουν στο στόχο τους), το δεύτερο «Ξενοδοχείο για Τέρατα» δεν διαφέρει καθόλου από το πρώτο και - το σημαντικότερο - επιμένει να αντιμετωπίζει το animation ως κάτι αποκλειστικά παιδικό και με την ίδια διάθεση χαβαλέ που θα κάνει μικρούς μπόμπιρες να ουρλιάζουν από ενθουσιασμό σε κάθε πέταγμα του Κόμη ή κάθε χλαπάτσα που σπέρνει λίγη αηδία σε ένα κατά τα άλλα τρισχαριτωμένο σύμπαν.

Η «διαφορετικότητα» βρίσκεται για ακόμη μια φορά στο προσκήνιο (ίσως και με λίγο από το «πόσο τέρας κρύβεται μέσα μας»), αλλά με έναν τρόπο επιφανειακό (επειδή κάθε ταινία κινουμένων σχεδίων οφείλει να δικαιώνει όσους διαφέρουν) και μόνο ως όχημα για ακόμη περισσότερο φρενήρεις ρυθμούς, με δεκάδες τερατάκια να αλώνουν την οθόνη και φατσούλες που βγάζουν άναρθρες κραυγές ερήμην ακόμη και του «σκοτεινού» του όλου πράγματος.

Αν η πραγματική πρωτοτυπία του concept του «Hotel Transylvania» είναι να κάνει φιλικό προς το χρήστη (βλ. παιδί) ένα ολόκληρο σύμπαν από μπαμπούλες, αυτό έγινε με όποιον τρόπο έγινε στην πρώτη ταινία. Εδώ η μοναδική πρωτοτυπία είναι πως ο παππούς αρνείται να δεχτεί ένα κόσμο που αλλάζει, ο προπάππους είναι ακόμη χειρότερος, οι γονείς αφήνουν το παιδί τους μόνο με τον... Δράκουλα και στο τέλος ο κόσμος θα είναι σίγουρα καλύτερος, όποια εκδοχή κι αν διαλέξετε.

Στην αυθεντική θα χαρείτε από μπόλικο Ανταμ Σάντλερ (όταν δεν τον βλέπεις είναι σαφώς καλύτερος) και την έκπληξη που ακούει στο όνομα Μελ Μπρουκς (στο ρόλο του Βλαντ), ενώ στη μεταγλωττισμένη εύσημα παίρνουν ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος και ο Κωνσταντίνος Τζούμας στους αντίστοιχους ρόλους.

Σε κάθε περίπτωση μην κλείσετε δωμάτιο για πάνω από τριήμερο...