Στο πιο νότιο μέρος της Αργεντινής λίγο πριν τον Νότιο Πόλο, λίγο πριν το τέλος του κόσμου, υπάρχει ένας φάρος, όπου ο θρύλος θέλει τους ανθρώπους με ραγισμένες καρδιές να φτάνουν μέχρι εκεί για να αφήσουν τη θλίψη τους.
Μη ρωτήσει κανείς τι γίνεται η θλίψη όταν ελευθερωθεί στο σύμπαν. Μη ρωτήσει κανείς τι κάνει ένας άνθρωπος με ραγισμένη καρδιά αν δεν έχει τη θλίψη του για να μπορεί να ακουμπάει το κεφάλι του τις ώρες που πεθαίνει από μοναξιά. Μη ρωτήσει κανείς αν αυτό το μέρος υπάρχει και αν υπήρξε κάποιος που έφτασε μέχρι εκεί, κάποιος που ήταν τόσο τολμηρός για να αφουγκραστεί όλη τη θλίψη του κόσμου να πέφτει σαν καταρράχτης που ποτίζει όλη τη γη με ερωτικές ιστορίες που τέλειωσαν, άρχισαν ξανά και τέλειωσαν ξανά σαν να μην είχαν συμβεί ποτέ.
«Τελικά οι μοναχικοί άνθρωποι είναι όλοι ίδιοι», θα ανακαλύψει ο Γιου Φαΐ στο τέλος μιας διαδρομής που θα τον βρει πιο μόνο από ποτέ, να δοκιμάζει εραστές στα δημόσια ουρητήρια του Μπουένος Αϊρες, αναζητώντας τον άντρα που ερωτεύτηκε, αυτόν με τον οποίο χόρεψε το πρώτο του τανγκό, αυτόν με τον οποίο δεν έκανε ποτέ το ταξίδι που ονειρεύτηκαν, αυτόν που χάθηκε στα μισά μιας ιδρωμένης νύχτας σαν να μην ήταν ποτέ εραστής αλλά ένα σύμβολο, αυτόν με τον οποίο δεν ήταν παρά για πολύ λίγο «ευτυχισμένοι μαζί».
Αυτό το «για πολύ λίγο» είναι το «Happy Together».
Η ταινία που στο μισό ακριβώς της μέχρι σήμερα φιλμογραφίας του Γουόνγκ Καρ Γουάι έγινε το σημείο αναφοράς για τα κινηματογραφικά love stories και εκείνα τα άλλα της πραγματικής ζωής που σε ένα εμμονικό, αυθαίρετα (;) εναλλασσόμενο έγχρωμο-ασπρόμαυρο καθρεφτίζουν τη συναισθηματική εκείνη κατάσταση που περιγράφεται ιδανικά με το ακαταμάχητα σινεφίλ «μαζί σου και χωρίς εσένα», αλλά που στην πραγματικότητα αντανακλούν την αέναη και μάταιη τις περισσότερες φορές διαδικασία εκμάθησης του «σ’ αγαπώ».
Κάθε φορά που ο ασταθής, παρορμητικός, εξωστρεφής, φιλόδοξος ερωτικά και κοινωνικά Πο-Γουίνγκ (ο συγκλονιστικός, τραγικός Λέσλι Τσενγκ του «Αντίο Παλλακίδα μου» που αυτοκτόνησε στα 40 του χρόνια) ζητάει από τον εσωστρεφή, μετριοπαθή Γιου Φαΐ (ο σπαρακτικός Τόνι Λιουνγκ, ηθοποιός - φετίχ για τον Καρ Γουάι) να ξεκινήσουν από την αρχή, ο δεύτερος υποκύπτει γιατί αγαπάει, γιατί είναι έτοιμος να θυσιάσει πολλά για να μην είναι μόνος, γιατί ξέρει πως δύο μαζί είναι πιο δυνατοί, γιατί γι’ αυτόν είναι αρκετό να μοιράζεται ένα δωμάτιο με κοινή κουζίνα όταν την ώρα που ξυπνάει μπορεί να χαζεύει τον άνδρα που αγαπάει να κοιμάται. Κάθε φορά που ο Πο Γουίνγκ ζητάει από τον Γιου Φαΐ να ξεκινήσουν από την αρχή, λέει αλήθεια, αλλά και ψέματα μαζί. Μέσα του ξέρει πως το να είσαι μαζί είναι πιο δύσκολο από το να είσαι μόνος, αλλά ξέρει επίσης πως ένα τσιγάρο που ανάβει από το τσιγάρο του εραστή σου σε καίει μέχρι τα σωθικά, σε κρατάει ζωντανό, σου δίνει όνομα, ταυτότητα και προορισμό.
Χαμένοι σε ένα παραισθησιογόνο Μπουένος Αϊρες, φωτογραφημένο από τον Κρίστοφερ Ντόιλ στην ίσως μεγαλύτερη στιγμή του σαν να αντηχεί με overdose κορεσμού όλα τα κλασικά αμερικάνικα μελοδράματα των 50ς, οι δύο εραστές αναζητούν σε όλη τη διάρκεια του φιλμ, συνεχώς, επώδυνα αδιάλλειπτα το σωστό βηματισμό για το τανγκό που θα τους κάνει να μείνουν για πάντα μαζί. Ο Γουονγκ Καρ Γουάι τους κινηματογραφεί σε μια βίαιη και μαζί τρυφερή χορογραφία, σαν δυο παιδιά που ανιχνεύουν ο ένας το σώμα του άλλου, σαν τα μάτια τους να γίνονται το κοινό βλέμμα που αναζητά τη Γη της Επαγγελίας, σαν δύο μετανάστες σε μια εξωτική χώρα που αναδύει μεθυστικά σε επίπεδα ναυτίας την οσμή της «ερωτικής επιθυμίας» (εδώ στην πρώιμη αυθεντική εκδοχή της), χωρίς υπόθεση, μόνο με την πρόφαση ότι το παροξυσμικό τους love stοry θα αρκούσε για όλες τις ταινίες του κόσμου.
Μη ρωτήσει κανείς πως ο Γουόνγκ Καρ Γουάι καταφέρνει με το «Happy Together» να παραδώσει μια από τις πιο πολιτικές ταινίες του, ένα ύμνο στη διαφορετικότητα είτε αυτή εκφράζεται με την χαμένη τρίτη γενιά μεταναστών από την Κίνα στη Λατινική Αμερική είτε με τους δύο γκέι εραστές - εμβληματικούς για το LGTBQ+ σινεμά των τελευταίων τριάντα χρόνων, είτε με μια θρασεία διακήρυξη αυτοδιάθεσης για ανθρώπους χωρίς διαβατήρια, χωρίς προορισμό, χωρίς καταγωγή.
Μέσα από πόρτες που δεν κλείνουν καλά, τζάμια που θολώνουν από τις ανάσες, το ποτό και τα τσιγάρα, στρώματα διάτρητα από κοριούς, κατσαρόλες γεμάτες ντάμπλινγκς και ένα γοερό κλάμα που θα πάρει τη θέση της πιο σπαρακτικής ερωτικής εξομολόγησης που έγινε ποτέ σε ένα κασετοφωνάκι, αυτή η ταινία βρίσκει διαρκώς τον τρόπο να αναδυθεί ως ένα επώδυνα ρομαντικό μανιφέστο που δύο και παραπάνω δεκαετίες μετά παραμένει ο φάρος που αφουγκράζεται αδιάκοπα όλες τις ραγισμένες καρδιές του κόσμου και φωτίζει αδιάκοπα τους ωκεανούς που θα κρατάνε για πάντα χωριά τους ανθρώπους.
«Ας αρχίσουμε από την αρχή.»
Μερικές ταινίες είναι φτιαγμένες για να ακουμπήσετε πάνω τη θλίψη σας.