Δεν είναι η πρώτη φορά που το σινεμά γοητεύεται από την πραγματική ιστορία ενός δασκάλου ο οποίος αφοσιώνεται πλήρως στη δουλειά του, προσπαθώντας να προσφέρει στους μαθητές του, πέρα από τις γνώσεις, μαθήματα ζωής, καθώς αγωνίζεται σκληρά ενάντια σε όλους εκείνους που προσπαθούν να τον λογοκρίνουν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.

Η ταινία «Ο Δάσκαλος που Υποσχέθηκε τη Θάλασσα» της Πατρίσια Φοντ εμπνέεται από τη ζωή και το έργο του δασκάλου Αντονι Μπενάγιες, μια εμβληματική φιγούρα την περίοδο που ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος. Και μπορεί ο δασκαλάκος να είναι μια πραγματική λεβεντιά, όμως η ταινία παραμένει ως το τέλος ένα όμορφο, αλλά τελείως απλοϊκο και σχηματικο biopic, το οποίο δεν καταφέρνει ποτέ να αναδείξει τη μεγαλειώδη προσωπικότητα και το έργο του Μπενάγιες.

Η Αριάδνα ανακαλύπτει ότι ο παππούς της, που εδώ και καιρό παραμένει συνεχώς σιωπηλός, ψάχνει τα ίχνη του πατέρα του, που είχε εξαφανιστεί κατά τον ισπανικό εμφύλιο. Αποφασίζει λοιπόν να ταξιδέψει στο ορεινό χωριό της βόρειας Ισπανίας, τόπο γέννησης του παππού, για να ξετυλίξει το κουβάρι των δραματικών γεγονότων πριν και κατά τη διάρκεια του εμφυλίου. Ψάχνοντας όσους ντόπιους παρέμεναν στη ζωή, όλες τους οι διηγήσεις συγκλίνουν σε ένα εμβληματικό όσο και χαρισματικό πρόσωπο: τον δάσκαλο του χωριού, Αντονι Μπενάγιες, που αποπειράθηκε να εφαρμόσει στο απομονωμένο ορεινό χωριό μία πρωτοποριακή και ελευθεριακή μέθοδο διδασκαλίας, τη μέθοδο του Γάλλου εκπαιδευτικού Φρενέ. Ο Αντονι Μπενάγιες κατάφερε να εμπνεύσει τα παιδιά να διαλέξουν τις κλίσεις τους και τους υποσχέθηκε να τους δείξει τη θάλασσα που μέχρι τότε δεν είχαν ποτέ τους δει...

Η Φοντ αποφασίζει να πει την ιστορία της σε δυο χρόνους. Από τη μια έχοντας το ένα πόδι της να πατά σταθερά στο παρόν, όπου εξελλίσεται και η ιστορία της Αριάδνα, με την ανακάλυψη ενός μαζικού τάφου να μας δείχνει το πώς μια ολόκληρη χώρα, κουρασμένη από τις κακουχίες των καιρών, προσπαθεί σκληρά ακόμα και τώρα να επουλώσει τις πληγές που άφησε πίσω του ο εμφύλιος πόλεμος, τόσο στην ίδια την Ισπανία αλλά και σε ολόκληρες γενιές – κάτι που μάλλον θα αργήσει πολύ να γίνει – με ένα ταξίδι στην ίδια τη μνήμη.

Και από την άλλη βρισκόμαστε στο παρελθόν, λίγο πριν την έναρξη του εμφυλίου στην Ισπανία, με τη σκιά του καθεστώτος του Φράνκο να ελλοχεύει. Εκεί εξελίσσεται και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της ταινίας της, στην οποία γνωρίζουμε καλύτερα τον Μπενάγιες που κατάφερε να αλλάξει τις ζωές των μαθητών του, υποσχόμενός τους όχι μόνο τη θάλασσα αλλά ταυτόχρονα μια καλύτερη και ελεύθερη ζωή και σκέψη. Εναλλασσόμενη ανάμεσα στους δυο αυτούς χρόνους η Φοντ συνδέει με μια λεπτή κλωστή τους δυο χαρακτήρες, το παρόν και το παρελθόν, για να παρουσιάσει τη θλίψη και την ντροπή που βρίσκονται βαθιά χαραγμένες μέσα στους κατοίκους της χώρας της, αλλά και τη δυνατότητα της θεραπείας μέσω της συμφιλίωσης.

Μόνο που προσπαθεί να το κάνει με έναν αργόσυρτο ρυθμό που δεν βοηθά πολύ στην εξιστόριση της πλοκής, με το παρόν να χάνεται κάτω από το βάρος του παρελθόντος, χωρίς να κατορθώνει απόλυτα να ενώσει τα δυο αυτά σημεία με επιτυχία, πέφτοντας σε κλίσε και τετριμμένες συνειδητοποιήσεις που οριακά μόνο δίνουν αξία και τιμούν όχι μόνο τη μνήμη του συγκεκριμένου ατόμου και όλων όσων σκοτώθηκαν κάτω από το φασιστικό καθεστώς του Φράνκο, αλλά και όλων εκείνων που έμειναν πίσω.

Τελικά η ταινία μπορεί να σου υποσχέθηκε να σου δώσει ολόκληρη τη θάλασσα, αλλά μέχρι το τέλος απλώς σε πάει ως την ακτή της.