Οσοι μεγάλωσαν στην δεκαετία του ’90 σίγουρα θυμούνται στοργικά, με περίσσια θέρμη, όλα εκείνα τα Σαββατοκύριακα που πέρασαν μπροστά από την τηλεόραση παρακολουθώντας τις anime σειρές στην παιδική ζώνη του ANT1, την «Sailor Moon» και το «Dragon Ball». Είναι οι σειρές που έφεραν την αγάπη της Ανατολής για το anime στη Δύση και εδραιώθηκαν ως μερικές από τις πιο αγαπημένες anime σειρές τόσο στην Ελλάδα όσο και στον κόσμο.

Και παρόλο που η ελληνική τηλεόραση όλα αυτά τα χρόνια έχει γεμίσει από anime σειρές, δημιουργώντας μάλιστα ένα αρκετά δυνατό fanbase για πολλές από αυτές, κανείς δεν τολμούσε να κάνει το ίδιο πέρασμα και στη μεγάλη οθόνη. Πέρα από τις όποιες προσπάθειες είχαν γίνει παλιότερα με ταινίες του Χαγιάο Μιγιαζάκι, που αποδείχθηκαν εισπρακτικές επιτυχίες, η διανομή του mainstream anime στην ελληνική κινηματογραφική αγορά ήταν μηδαμινή.

Μονο πριν λίγες εβδομάδες και δειλά δειλά έκανε την εμφάνισή της η anime ταινία «One Piece Film: Red» η οποία κατάφερε να προσελκύσει ένα ικανοποιητικό κοινό στις αίθουσες. Αυτό φαίνεται πως ήταν και η αιτία που το «Dragon Ball Super: Super Hero» βρίσκει διανομή και στη χώρα μας, δίνοντας έτσι στους φανς την δυνατότητα να απολαύσουν τις περιπέτειες των αγαπημένων τους χαρακτήρων, αυτή την φορά στη μεγάλη οθόνη.

Ακολουθώντας την ιστορία του «Dragon Ball Super: Broly», βρισκόμαστε στο Ετος 784. Ο Γκόχαν είναι πλέον σύζυγος και πατέρας (η Παν, η κόρη του, είναι μαθήτρια πια). Μόνο που δεν υπάρχει στιγμή ηρεμίας στο σύμπαν του. Οταν ο Μπιρ, ο Θεός της Καταστροφής, επιστρατεύει τα φονικά του Androids για να κατακτήσει τον κόσμο, ο Γκόχαν θα φωνάξει όλους τους υπερήρωες να ενώσουν δυνάμεις μαζί του και να τον αντιμετωπίσουν.

Από την αρχή καταλαβαίνεις πως η ταινία δεν έχει σκοπό να κερδίσει καινούργιους οπαδούς και απευθύνεται σχεδόν αποκλειστικά στους φανς της σειράς (η ταινία προβάλλεται αποκλειστικά στα ιαπωνικά με ελληνικούς υπότιτλους). Υπάρχουν αρκετές αναφορές τόσο στην παλιά manga/anime σειρά του Ακίρα Τοριγιάμα όσο και στο «Dragon Ball Z» που την κάνει να μοιάζει πιο οικεία σε όσους είχαν εγκαταλείψει την σειρά στα νιάτα τους. Είναι ένα πραγματικό γράμμα αγάπης σε όλους εκείνους που έμειναν πιστοί σε αυτή όλα αυτά τα χρόνια αλλά ταυτόχρονα παρουσιάζει καινούργιους χαρακτήρες οι οποίοι μοιάζουν να συμπληρώνουν τέλεια την παλιά ομάδα.

Ομως αυτό είναι και το δίκοπο μαχαίρι της ταινίας. Για μια ταινία η οποία σε πετάει αμέσως στην δράση με το να εξηγεί ελάχιστα πράγματα γύρω από το ήδη ποικιλόμορφο και περίπλοκο σύμπαν της, οι αμύητοι θεατές θα χαθούν μέσα σε μια παρέα από ανδροειδή, εξωγήινους, ανθρωποειδή, μια ακαταλαβίστικη και περίπλοκη ιστορία την οποία από το πρώτο κιόλας λεπτό θα τους έχει χάσει. Από την άλλη οι γεμάτοι στόμφο σε στιγμές διάλογοι οι οποίοι κρατάνε πολύ περισσότερο από ό,τι ίσως χρειάζεται σε πολλές στιγμές (κάτι που ισχύει εδώ που τα λέμε σε πολλά anime) δεν βοηθάει και τόσο στο να διατηρήσει την συγκέντρωσή τους και το ενδιαφέρον τους στην ταινία.

Ισως αυτοί καταφέρουν να βρουν μια όαση στην υπέροχη τεχνική που χρησιμοποιεί ο σκηνοθέτης Τετσούρο Κοντάμα, ο οποίος συνδυάζει το παραδοσιακό σχεδιασμένο στο χέρι με ένα εξαιρετικό 3D animation αποδεικνύοντας το ταλέντο και την δεξιότητά του να προσφέρει κάτι το πραγματικά συναρπαστικό στον χώρο αυτό. Η τεχνική αυτή ζωντανεύει πραγματικά στις εκρηκτικές, και πολλές φορές υπερβολικές, σεκάνς δράσης, όπου η ομάδα του animation εκμεταλλεύεται πλήρως την ικανότητα να συνδυάσει την κλασική τεχνική του anime με εντυπωσιακά εφέ, βάζοντας την κάμερα na τρέχει πίσω από τους χαρακτήρες από τοπίο σε τοπίο και από μάχη σε μάχη. Ακριβώς ό,τι θα περίμενες από μια ταινία «Dragon Ball».

Είναι ευχάριστο το να βλέπουμε επιτέλους το anime να αρχίζει με μικρά αλλά σταθερά βήματα να εδραιώνεται και στην ελληνική κινηματογραφική διανομή. Το «Dragon Ball Super: Super Hero» μπορεί να μην κερδίσει καινούργιους φανς, αλλά σίγουρα θα καταφέρει να προσελκύσει όλους εκείνους που όταν ήταν παιδιά ξυπνούσαν και έτρεχαν να δουν τις περιπέτειες των αγαπημένων τους χαρακτήρων στην τηλεόροαση και όταν μεγάλωσαν φρόντισαν να μην τους ξεχάσουν ποτέ