Αγγίζει πολλά και καίρια θέματα η νέα ταινία του Αλέξη Τσάφα.
Από τη μία τοποθετεί στο κέντρο της ιστορίας του την ερωτική σχέση δύο γυναικών και μιλάει για το γυναικείο σώμα και την διαρκή αγωνιώδη, ιστορικά και οικουμενικά, απελευθέρωση του. Από την άλλη θίγει με σχεδόν ακτιβιστικό τρόπο το μεγάλο ζήτημα της υιοθεσίας των ομόφυλων ζευγαριών. Ακόμη όμως και πέρα από αυτά, κάνει μια ταινία για τη μνήμη, ξεδιπλώνοντας σε δύο διαφορετικούς χρόνους (κι άλλους ανάμεσα) μια ιστορία αναζήτησης, μια ιστορία ταυτότητας, μια ιστορία που διαπερνά την Τέχνη και τη ζωή πριν καταλήξει να γίνει μια εν είδει σύγχρονη αρχαία τραγωδία «ανεβασμένη» στο μεγάλο θέατρο του σύγχρονου κόσμου.
Ηρωίδες της ταινίας είναι δύο γυναίκες, η Aννα, μια δημοσιογράφος ενός περιοδικού πόλης που ζει στη Θεσσαλονίκη. Και η Λοφίλια, μια καλλιτέχνης από τη Δρέσδη που προκαλεί θόρυβο με κάθε νέα περφόρμανς με κεντρικό στοιχείο το σώμα και το body painting. Η σχέση τους θα γεννηθεί σε μια καθοριστική στιγμή και για τις δύο, καθώς η καθεμία για τους δικούς της λόγους, θα νιώσει πως ήρθε η στιγμή να αφηγηθεί σωστά την ιστορία της και να αναζητήσει την πραγματική ευτυχία.
Μαζί, ακόμη και όταν η Αννα είναι μόνη της, θα φτάσουν μέχρι το τέλος του νήματος μιας μεγαλύτερης ιστορίας και από τη δική τους.
Είναι ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο ο Αλέξης Τσάφας μπλέκει το προσωπικό με το συλλογικό, διασχίζει δύσκολα μονοπάτια (από τα κατάλοιπα του Ναζισμού και τη συντηρητικοποίηση της εποχής μας μέχρι την τύχη των ομόφυλων ζευγαριών) και φιλοδοξεί με αυτήν την ταινία να δώσει στίγμα για τον ψυχισμό των γυναικών, ηρωίδων πάντοτε εμβληματικών στην ιστορία αυτού του κόσμου. Μόνο που τα υλικά του τον προδίδουν διαρκώς: ο στομφώδης τρόπος με τον οποίο περνάει τα μηνύματα του, οι ατελέσφορες συζητήσεις γύρω από την Τέχνη που μοιάζουν με ένα - με το ζόρι - μάθημα που σου κάνει κάποιος στο σχολείο, οι πραγματικά αδύναμες ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστριών του και η έλλειψη κάποιας δραματικής κορύφωσης που θα έκανε μια πραγματικά συγκινητική ιστορία να σε συγκινήσει, σε οδηγούν στο τέλος του ταξιδιού, αλλά ποτέ σίγουρο για τη διαδρομή μέσα από την οποία έφτασες εκεί.