Στο άκουσμα και μόνο μιας νέας ταινίας με πρωταγωνιστή τον Λίαμ Νίσον και χωρίς να ξέρεις την παραμικρή λεπτομέρεια από την πλοκή της, στο μυαλό σου ήδη έχεις φτιάξει ένα πλάνο για τον τρόπο με τον οποίο θα εξελιχθεί αλλά και το πώς ο χαρακτήρας του Νίσον θα μεταμορφωθεί (και πάλι) από έναν ήσυχο άνθρωπο σε κάποιον που ξέρει πόσο καλά μπορεί να χρησιμοποιεί διάφορα όπλα για να αντιμετωπίσει τους αντιπάλους του.

Το κακό είναι πως, δυστυχώς, για άλλη μια φορά θα έχεις πέσει σχεδόν σε όλα μέσα.

Ακριβώς αυτό συμβαίνει και στη νέα ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί ο ακούραστα 69χρονος Λίαμ Νίσον, με τίτλο «Ο Μεσάζοντας» σε σκηνοθεσία του Μαρκ Γουίλιαμς, με τον οποίο ο ηθοποιός είχε συνεργαστεί ξανά και στον «Εντιμο Κλέφτη». Και οι δυό τους μπαίνουν από το πρώτο λεπτό στον αυτόματο πιλότο, αποδεικνύει για άλλη μια φορά πως και αυτή η ταινία δεν διαφέρει σε τίποτα από τις δεκάδες προηγούμενες ταινίες στις οποίες έχτισε τη δεύτερη αυτή καριέρα του ο Λίαμ Νίσον, με τη μόνη διαφορά ίσως πως αυτήν φορά αρχίζει να δείχνει την ηλικία του.

O Τράβις Μπλοκ λειτουργεί παρασκηνιακά για λογαριασμό του FBI, έχοντας ως αποστολή να μεσολαβεί για να σώζει μυστικούς πράκτορες από επικίνδυνες καταστάσεις. Οταν βρεθεί μπλεγμένος στα δίχτυα μιας νοσηρής συνομωσίας, αρχίζει να αναρωτιέται πού βρίσκεται η αλήθεια. Μία αλήθεια που μπορεί να κλονίσει ακόμα και τον κώδικα τιμής του.

Χωρίς κανένα απολύτως σασπένς και προβλέψιμη μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια (όσο και η παραπάνω σύνοψη που ταιριάζει σε τουλάχιστον άλλες 100 ταινίες χωρίς να αλλάξεις ούτε κόμμα), η ταινία του Γουίλιαμς δεν αφήνει κανένα χώρο στο φαινομενικά άφαντο σασπένς να μεγαλώσει, στη δράση να γίνει πιο συναρπαστική και στους χαρακτήρες να ξεπεράσουν το ενδιαφέρον μια χάρτινης προσωπικότητας. Ακόμα και όταν ο χαρακτήρας του Νίσον, ο οποίος αυτή την φορά μοιάζει να έχει χάσει αρκετό από τον δυναμισμό του και μοιάζει περισσότερο κουρασμένος από ποτέ, δείχνει να έχει τάσεις ψυχαναγκασμού, αυτό παρουσιάζεται ως μια απλή ιδιοτροπία η οποία τίποτα δεν έχει να δώσει τόσο στον συγκεκριμένο χαρακτήρα όσο και στο σενάριο.

Ενα σενάριο που γεμίζει διαρκώς με ανούσιες θεωρίες συνομωσίας, κλισέ και σεναριακές ευκολίες που μοιάζουν πλέον ως η νέα νόρμα στις ταινίες του Νίσον και κάνουν τον «Μεσάζοντα» να δείχνει περισσότερο ως μια ταινία φτιαγμένη «κατευθείαν για DVD» παρά για το σινεμά. Ακόμα και αν ο Νίσον προσπαθεί να διατηρήσει το στάτους ενός action hero, δεν φαίνεται να αρκεί πλέον ως δικαιολογία για να τραβήξει η συγκεκριμένη ταινία το κοινό, φανς και μη, στις αίθουσες.