Το δημιουργικό ζευγάρι που ως τώρα υπέγραψε τις αιχμηρές ταινίες κοινωνικής καταγγελίας, «Το Μάθημα» και «Glory», στρέφεται, αυτή τη φορά, προς τα «μέσα», προς την απώλεια, τη δυσλειτουργία μιας οικογένειας, την ενοχή και την έλλειψη επικοινωνίας, το... υπαρξιακό μανίκι που είναι η σχέση με τους γονείς, σε μια βουλγαρο-ελληνική παραγωγή που κέρδισε, πέρσι, το μεγάλο βραβείο στο Κάρλοβι Βάρι.
Ο σαρανταπεντάχρονος Πάβελ επιστρέφει από τη Σόφια στο χωριό του για την κηδεία της μητέρας του. Εκεί, όμως, θ' ανακαλύψει ότι με την προτροπή μιας αλαφροΐσκιωτης γειτόνισσας και την καθοδήγηση του τοπικού σαμάνου - γκουρού, ο ζωγράφος πατέρας του, Βασίλ, θέλει να εγκατασταθεί στο δάσος για να επικοινωνήσει με τη νεκρή γυναίκα του και να λύσουν κάποια τελευταία ζητήματα. Απρόθυμα, ο Πάβελ μένει στο χωριό για να ακολουθήσει τον Βασίλ σ' ένα οδοιπορικό πατριδογνωσίας και δεσμών αίματος.
Με την κάμερα στο χέρι για αμεσότητα και με δυο διακριτικές, αριστουργηματικές ανδρικές ερμηνείες, η ταινία καταφέρνει, πρώτ' απ' όλα, να αναπτύξει δυο αναγνωρίσιμους, σύνθετους χαρακτήρες από το τίποτα, από μικρές στιγμές, βλέμματα και λόγια που δεν ειπώνονται. Στον Πάβελ και τον Βασίλ βρίσκονται οι δυο ενδεικτικοί τύποι Βαλκάνιου άντρα. Εκείνου που τόσο θέλει ν' αποφύγει την όποια σύγκρουση, τον όποιο θόρυβο, ώστε αποφεύγει ακόμα και ν' αναφέρει στην έγκυο γυναίκα του ότι πέθανε η μαμά του. Κι εκείνου που τόσο θέλει ν' αποφύγει τον όποιο συναισθηματισμό, ώστε απαντά σε όλα τα τραύματα μ' ένα «θα το κατουρήσω και θα περάσει».
Μεταξύ τους ξεδιπλώνεται η έλλειψη επικοινωνίας δύο γενεών, δυο αταίριαστων ανθρώπων που, ωστόσο, αγαπιούνται εξ ορισμού, χωρίς από την ταινία να διαφεύγει και μια αντιπαραβολή της μοντέρνας Βουλγαρίας του γρήγορου ρυθμού και της τεχνολογίας, με τη βουκολική, μετα-κομμουνιστική, γεμάτη αμετακίνητες συνήθειες και προκαταλήψεις. Από μια απολαυστική απόδραση με κάρο, μέχρι το αφοπλιστικό, τρυφερό φινάλε της και παρά κάποιες επιβεβλημένες υπερβολές στο σενάριο, η ταινία κερδίζει εύκολα και το ενδιαφέρον και μια στοργή, χάρη σ' αυτή την καλοδουλεμένη αίσθηση κυνισμού, που συνδέει τα μεγάλα ζητήματα της ζωής, όπως ο θάνατος, με τα ελαφρώς μικρότερα, όπως μια καλή, αυθεντική μαρμελάδα κυδώνι.