Η ιστορία της Εϊμι Γουάινχαους είναι πολύ πρόσφατη, μόλις μια ανάσα πίσω και πολύ γνωστή, ώστε ένα ντοκιμαντέρ για εκείνη ν' αποκαλύψει κάτι που προκαλέσει έκπληξη. Πράγματι, η ταινία του Ασίφ Καπάντια, που αναγνωρίστηκε το 2010 με το «Senna», είναι ένα πλήρες πορτρέτο, με άφθονο υλικό που έρχεται γνώριμο στα μάτια. Το ντοκιμαντέρ πιάνει την ιστορία απ' όταν η Εϊμι ήταν κοριτσάκι και γύριζε βίντεο με τις δυο κολλητές της φίλες, ανεβαίνει στη δόξα της, κατεβαίνει στην παρακμή της και τελειώνει με το τέλος της. Απ' όλα τα στοιχεία του ταλέντου της, η μεγαλύτερη έμφαση πέφτει στους στίχους της, οι οποίοι εμφανίζονται στην οθόνη στη διάρκεια των τραγουδιών της, σημάδια όχι μόνο ενός ιδιαίτερου και ιδιαίτερα δημιουργικού ανθρώπου, αλλά και των σημαντικών γεγονότων της καθημερινότητας και της ζωής της που αποτυπώνονται εκεί με ακρίβεια και λεπτομέρεια, απόλυτα βιωματικά.
Επειδή η ζωή κι η καριέρα της Γουάινχαους ξετυλίχτηκαν... τώρα, το υλικό από τη ζωή της είναι άφθονο, μεγάλο μέρος του τραβηγμένο από την ίδια και τους φίλους της. Οι άνθρωποι με τους οποίους μιλάει ο Καπάντια είναι ο στενός της κύκλος, οι λίγοι φίλοι της, ο τελευταίος ατζέντης της, ο σωματοφύλακάς της, ο πατέρας και η μητέρα της, ο Μπλέικ Φίλντερ, ο μεγάλος της έρωτας και άντρας της, μαζί με τον οποίο ξεκίνησε τα σκληρά ναρκωτικά και για τον οποίο έγραψε το «Back to Black». Κι η αλήθεια που βγαίνει από τα λόγια τους - κι είναι μάλλον πράγματι αλήθεια, η ζωή δεν άφησε πολλά περιθώρια θεωρίας συνωμοσίας - είναι ότι η Εϊμι Γουάινχαους αντιμετώπισε τις μεγάλες απαιτήσεις της διασημότητας χωρίς να τη βοηθήσει κανείς. Οι φίλοι της, στην πορεία, αποτραβήχτηκαν μην μπορώντας να αντιμετωπίσουν το διαρκές αυτοκαταστροφικό high της, ο ατζέντης της την πίεσε πέρα από τις αντοχές της, ο πατέρας της, η μεγάλη της αδυναμία, την εκμεταλλεύτηκε καταφανώς για να οφεληθεί, η μητέρα της ήταν σιωπηλή, απούσα. Ακόμα και το ίδιο αυτό το ντοκιμαντέρ, όσο προχωρά προς το τέλος του κι επιμένει στις εικόνες της καταστροφής της Εϊμι Γουάινχαους αισθάνεσαι ότι, θέλοντας ή μη, την εκθέτει.
Εάν το «Amy» του Ασίφ Καπάντια έχει κάτι σημαντικό να προσφέρει, εκτός από την αφθονία του υλικού που έτσι, συγκεντρωμένο, σφραγίζει τη μνήμη της, είναι μια αυθεντική ματιά στο παρελθόν. Η ίδια η Εϊμι Γουάινχαους ακούγεται και φαίνεται διαρκώς να μιλά για τις σκέψεις και τα όνειρά της, απ' όταν είναι μικρή, πριν τη γνωρίσει το κοινό, ή στα πρώτα της βήματα. Κι εκεί φαίνεται η πραγματική, εύθραυστη προσωπικότητά της. Φαίνεται ένα κορίτσι που αγαπάει όσο τίποτε άλλο τη μουσική, το να γράφει στίχους, τη τζαζ και το να ερωτεύεται, αχαλίνωτα, να διασκεδάζει και να ζει την ανεμελιά της. Μια κοπέλα που το ξέρει ότι δε θα τα βγάλει πέρα με τις απαιτήσεις της δισκογραφίας, των συναυλιών και των fans και το λέει, ξανά και ξανά. Φωτεινή, ατίθαση, βορειολονδρέζα με attitude, έτοιμη για πάθος, αλλά όχι για ευθύνες. Οταν, λοιπόν, συνειδητοποιείς αυτό, για ένα κορίτσι που πέθανε θλιμμένο στα 28, με μουσική υπόκρουση τα τραγούδια της κι ακούς τον Τόνι Μπένετ, το από παιδί ίνδαλμά της, να λέει ότι λυπάται που δεν πρόλαβε να της πει να περιμένει... ε, να μη βουρκώσεις;