O πρωτότυπος τίτλος της ταινίας του Ντιέγκο Χάλιβις έρχεται αυτούσιος από τη διάσημη ομιλία ορκομωσίας του Ντόναλντ Τραμπ. Χρησιμοποιώντας τον όρο «American Carnage», ο πρώην Πρόεδρος των Η.Π.Α. είχε ουσιαστικά περιγράψει την Αμερική που θεωρούσε ως ένα… σφαγείο, μια χώρα δηλαδή που ενδίδει σε μια σύγχρονη δημοκρατική διακυβέρνηση που οφείλει να προστατεύει τις μειονότητες, τους αδύναμους, όσους είναι θύματα μιας βαθιά πατριαρχικής κοινωνίας, ρατσισμού, ξενοφοβίας και ομοφοβίας.
Στο πραγματικό σφαγείο, που είναι αυτό που ονειρεύτηκε και τελικά επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ, εδώ στην πιο ακραία, προφανώς φανταστική, κινηματογραφική του εκδοχή, διαδραματίζεται η ιστορία μιας ομάδας μεταναστών που συλλαμβάνονται σε μια επιχείρηση εκκαθάρισης, φυλακίζονται και ετοιμάζονται για την απέλαση τους. Μοναδική διέξοδος ένα πιλοτικό πρόγραμμα που τους αναθέτει να εργαστούν σε ένα γηροκομείο - με την ολοκλήρωση του προγράμματος θα κερδίσουν και πάλι την ελευθερία τους.
Εχει ενδιαφέρον να μην γνωρίζεις τίποτα από ότι θα συμβεί μέσα στο γηροκομείο, αφού το φιλμ θα εξελιχθεί γρήγορα σε μια ταινία τρόμου και αυτή με τη σειρά της θα δώσει πάσα σε μια ολοκληρωτική σάτιρα πάνω στο ρατσισμό κάθε είδους - φέρνοντας μνήμες από πρόσφατες κινηματογραφικές απόπειρες, με κορωνίδα το «Get Out» του Τζόρνταν Πιλ, αλλά και τη σειρά των «The Purge», ακόμη και το «The Hunt» του 2020. Η φιλοδοξία είναι παρόμοια με τις ταινίες αυτές, μια ποπ, εύγευστη, διασκεδαστική ταινία για ευρύ νεανικό κοινό που περνάει τα σοβαρά της μηνύματα μέσα από την υπερβολή, το γκροτέσκα και τους μηχανισμούς που έχει μάθει να εκπαιδεύεται η νεολαία.
Όλα καλά μέχρι εκεί, μόνο που ο τόνος της ταινίας είναι τόσο προφανής, ο τρόμος και το χιούμορ δίνονται σε δόσεις που δεν μπορούν παρά να βγουν εκτός ανεκτής για την οποιαδήποτε ισορροπία ποσότητας και τελικά η διαρκής επανάληψη των μηνυμάτων κινδυνεύει να τα ακυρώσει. Το φιλμ θα λειτουργούσε πολύ καλύτερα αν ήταν όντως θρίλερ (το «Get Out» ήταν πραγματικά τρομακτικό και αρκούντως ανησυχητικό) ή όντως κωμωδία (που θα ανέβαζε εντάσεις στις κομβικές σκηνές που τώρα απλά επαναλαμβάνονται για να επαναληφθούν).
Τώρα μοιάζει με λίγο απ’ όλα, χωρίς συγκεκριμένο στόχο, παρά μόνο τη λειτουργία του ως ένα φρενήρες οδοιπορικό σε μια χώρα - παρωδία που όσο κι αν τρομάζει ότι μπορεί να αγγίξει την πραγματικότητα, παραμένει στα όρια του exploitation όταν αυτό συναντά το εκπαιδευτικό entertainment και με μερικές πετυχημένες σκηνές και ακόμη περισσότερες άστοχες εξαντλείται κάπου εκεί.