Συνέντευξη

Τα «Κωλόπαιδα» δεν μπορούν να περιμένουν

στα 10

Τρεις φίλοι ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν αυτή τη χώρα... Λίγο πριν την αναχώρηση τους, ο Στέλιος Καμμίτσης τους παρακολουθεί με την κάμερα του και δίνει την οριστική απάντηση στο πόσο «κωλόπαιδο» πρέπει να είσαι για να καταφέρεις να επιβιώσεις.

Τα «Κωλόπαιδα» δεν μπορούν να περιμένουν

Τι είναι τα «Κωλόπαιδα»;Τα «Κωλόπαιδα» περιγράφουν το τελευταίο βράδυ τριών φίλων, που έχουν μεγαλώσει στα Εξάρχεια, προτού εγκαταλείψουν την Αθήνα για να εγκατασταθούν μόνιμα στο Βερολίνο, μία απόφαση που έχουν πάρει ένα χρόνο πριν. Εμείς τους συναντάμε δώδεκα ώρες πριν το ταξίδι. Η λέξη «Κωλόπαιδα» για μένα εκφράζει την εικόνα που έχει η σημερινή κοινωνία για τους νέους. Eνας αποδοκιμαστικός όρος, που χρησιμοποιείται ευρέως από την κοινωνία σήμερα, η οποία κατακρίνει τη συμπεριφορά των νέων, μια συμπεριφορά όμως στην οποία η ίδια η κοινωνία τους οδήγησε.

Ποια ανάγκη σε έσπρωξε να γυρίσεις την ταινία;Η δική μου προσωπική αναγκη να μιλήσω με κινηματογραφικές εικόνες. Σπούδασα κινηματογράφο στην Νέα Υόρκη και αργότερα επέστρεψα για κάποια σεμινάρια σχετικά με τη διεύθυνση φωτογραφίας. Τότε ήταν που έγραψα το σενάριο της ταινίας, τον Απρίλη του 2010. Εκεί μου γεννήθηκε η επιθυμία να γράψω για τρείς νέους που θέλουν να φύγουν απο την Αθήνα.

Νεοι και Εξάρχεια. Ο συνδυασμός δεν μπορεί παρά να φέρει στο νου τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 και ό,τι ακολούθησε. Ηταν μια συνειδητή επιλογή;
Δεν μεγάλωσα στην Αθήνα, αλλά στη Λευκωσία και όταν πρωτοήρθα πριν επτά χρόνια μετά τις σπουδές μου σύχναζα στα Εξάρχεια, γιατί εκεί έμενε ο κολλητός μου. Ετσι γνώρισα και αγάπησα τα Εξάρχεια. Πρόκειται για μια απ΄τις πιο ωραίες γειτονιες στην Αθήνα. Αλλά, με όλα αυτά που συμβαίνουν, ο κόσμος έχει σχηματίσει κακή εντύπωση για την περιοχή αυτή. Ημουν παρών στα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 και δεν μπορώ να πω ότι έμεινα ανεπηρέαστος.

Αφησες τους νέους ηθοποιούς σου να σε παρασύρουν κατά τη διάρκεια του γυρίσματος ή ήταν από πριν σαφείς οι επιλογές της ιστορίας και της δράσης; Η βασική ιδέα και πλοκή βεβαίως υπήρχε, αλλά με ενδιέφερε απο την αρχή να ανταλλάζω απόψεις και να συζητάω όχι μονο με τους ηθοποιούς, αλλά και με οποιοδήποτε μέλος του συνεργείου μπορεί να είχε μια ιδέα. Είναι η πρώτη μου ταινία και η γνώμη ανθρώπων που εμπιστεύομαι ήταν απαραίτητη. Ηταν μεγάλο σχολείο για μένα όλη αυτή η εμπειρία. Υπήρξε καθοριστική η βοήθεια της Αγγελικής Στελλάτου (επιμέλεια κίνησης), του Θοδωρή Μιχόπουλου (φωτογραφία), του Νίκου Καλογεράκη (βοηθού παραγωγής), του Χρήστου Δεληδήμου (σκηνικά-κοστούμια) και της Κατερίνας Χατζησπύρου (εκτέλεση παραγωγής). Αν δεν είχα τη βοήθειά τους σίγουρα δεν θα μπορούσα να ολοκληρώσω την ταινία.

Είναι η ταινία μια 100% ανεξάρτητη παραγωγή; Προσπάθησες να βρεις υποστήριξη από αλλού ή δεν θέλησες να μπλεχτείς καθόλου με κρατικές επιχορηγήσεις;
Η ταινία ξεκίνησε με ένα πολύ μικρό budget. Το κόστος των γυρισμάτων ήτανε πολύ χαμηλό γιατί η ομάδα των ηθοποιών και συνεργατών που δημιουργήσαμε, δούλεψε σκληρά και με ενθουσιασμό, χωρίς αμοιβή. Θέλαμε όλοι να δημιουργήσουμε κάτι για το οποίο θα ήμασταν περήφανοι και γνωρίζαμε ότι δεν θα πληρωθούμε για αυτό. Ηξερα σίγουρα πως δεν είχα τα λεφτά να την ολοκληρώσω μέχρι το post-production, γιατι η μίξη ήχου και το print είναι το πιο ακριβό κομμάτι της ταινίας. Είχα κάνει αιτήσεις για κάποια χορηγία απο το Υπουργείο Παιδίας και Πολιτισμού της Κύπρου, κάτι που τελικά όμως δεν απέδωσε γιατί είχαμε ήδη ξεκινήσει γυρίσματα και δεν πληρούσαμε έτσι τα κριτήρια. Δεν έχει ολοκληρωθεί το post-production και ψάχνω ακόμα συμπαραγωγό και διανομή.

Πως κρίνεις το γεγονός πως τελικά ο μόνος τρόπος για να κάνει κανείς ταινία σήμερα είναι να την κάνει μόνος του;
Το να κάνεις μόνος σου μια ταινία είναι εξαιρετικά δύσκολο και αν δεν το θες πολύ και να είσαι διατεθειμένος να παλέψεις, μπορεί ευκολα να τα παρατήσεις. Απ΄την άλλη όμως, όποιος έχει όρεξη και μεράκι βρίσκει τρόπους. Στην ταινία αυτή δεν πληρώθηκε σχεδόν κανείς. Ημασταν όμως μια ομάδα απο νέους, δημιουργικούς ανθρώπους, με όρεξη και διάθεση για δουλειά. Οι ώρες πολλές, οι συνθήκες δύσκολες, αλλά περάσαμε πολύ όμορφα. Για μένα, όμως, όσο όμορφη, άλλο τόσο κουραστική και επίπονη ήταν η διαδικασία, γιατί είχα το και βάρος και το τρέξιμο της παραγωγής. Πριν από λίγες μέρες, είδα τις κασέτες από το making of για πρώτη φορά και συνειδητοποίησα πόσο τρομαγμένος ήμουνα, αλλά και με πόσο ενθουσιασμό και κέφι δουλέψαμε όλοι.

Οι ήρωες σου φεύγουν το επόμενο πρωινό της ταινίας για το Βερολίνο. Είναι οι τυχεροί της υπόθεσης; Οσοι μένουν πίσω τι νομίζεις ότι θα έπρεπε να κάνουν; Οι τρεις πρωταγωνιστές παίρνουν την απόφαση να τα εγκαταλέιψουν όλα, γιατί οι συνθήκες του ανάγκασαν. Δεν μαθαίνουμε ποτέ τους λόγους για τους οποίους θέλουν να φύγουν, δεν με νοιάζει να σταθώ σε αυτούς. Δεν είχα ποτέ σκοπό να κάνω μια μίζερη ταινία, ψάχνοντας τους λόγους που θα οδηγούσαν κάποιον να φύγει - εξάλλου είναι τόσοι πολλοι οι λόγοι που δεν θα ήξερα από που να αρχίσω. Οι ήρωες πήραν αυτή την απόφαση και εμείς απλά παρακολουθούμε το τελευταίο τους βράδυ πριν την αναχώρηση, χωρίς να ψάχνουμε λόγους και αιτίες.

Κατά τη διάρκεια δημιουργίας της ταινίας, πόσο σε επηρέασε το θετικό κλίμα γύρω από τον νέο ελληνικό κινηματογράφο και τις διεθνείς επιτυχίες του; Οταν έγραφα το σενάριο της ταινίας δεν είχε γίνει ακόμα τίποτα απ΄ολα αυτά, έτσι δεν μπορώ να πω οτι με επηρέασε καθόλου όλο αυτό. Δεν έκανα αυτη την ταινία για τη συμμετοχή σε κάποιο φεστιβάλ, αλλά ούτε για να κόψει εισητήρια. Εκανα μια ταινία όπως θα ήθελα να την γράψω και να την σκηνοθετήσω, χωρίς να σκέφτομαι φεστιβάλ, κοινό, κριτικές, ή αν θα μπορούσα ποτέ να πάρω βραβεία η κάποια χορηγία. Με χαροποιουν πολύ, παρόλα αυτα, όλες οι διεθνείς επιτυχίες και διακρίσεις του ελληνικού κινηματογράφου. Εχουμε όμως γεμίσει ταινίες φεστιβαλικές, τις οποίες ο κόσμος δεν θα πάει να δει. Δεν κρύβω πως αυτό με προβληματίζει.

Τι πιστεύεις ότι κρύβει το μέλλον του ελληνικού σινεμά, σε μια εποχή όπου όλοι αδιαφορούν και με την σοβαρή δικαιολογία της οικονομικής κρίσης σταματούν οποιαδήποτε υποστήριξη του; Η εποχή που ζόυμε είναι δύσκολη και έχουν επηρεαστεί όλοι σχεδόν οι κλάδοι της οικονομίας και ανάπτυξης, δυστυχώς, λογικό είναι να έχει επηραστεί και ο κινηματογράφος. Θέλω όμως να σκέφτομαι θετικά. Σαφώς πρέπει να βρούμε πιο φτηνούς τρόπους και μέσα να φτιάχνουμε ταινίες, γι΄αυτό και πολλοί έχουμε στραφεί στα ψηφιακά μέσα. Η οικονομική κρίση, όμως, δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για την αδιαφορία προς τον κινηματογράφο. Τέτοιες δύσκολες εποχές, πιστεύω πως ο κόσμος χρειάζεται τον κινηματογράφο. Είναι ένα διαχρονικό μέσο διασκέδασης, φτηνό και προσιτό σε όλους.

Ενας σκηνοθέτης πρέπει να είναι «κωλόπαιδο»; Eνας σκηνοθέτης πρέπει να ξέρει τι θέλει, να το πιστεύει και να το υποστηρίζει και να μπορεί να το μεταδώσει στους γύρω του, χωρίς έπαρση. Αν αυτό τον κάνει κωλόπαιδο, τότε ναι.

Δείτε το making of της ταινίας

Στέλιος Καμμίτσης - Βιογραφικό / Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κύπρο. Σπούδασε κινηματογράφο στη Νέα Υόρκη και το ντοκιμαντέρ του «The 25th Member» (2005), το οποίο αποτέλεσε την πτυχιακή του εργασία, εκπροσώπησε το πανεπιστήμιο του στα Βραβεία της Αμερικάνικης Ακαδημίας κινηματογράφου (Oscars) για φοιτητές. Επέστρεψε στην Αθήνα και δούλεψε για ένα χρόνο δίπλα στον Θεόδωρο Αγγελόπουλο στην προεργασία της ταινίας «Η σκόνη του χρόνου» αλλά και στο μικρού μήκους «3 λεπτά» με το οποίο ο Αγγελόπουλος συμμετείχε στην επέτειο των εξήντα χρόνων του φεστιβάλ Καννών. Εχει συνεργαστεί με τον Δημήτρη Παπαιωάννου στην «Μήδεια 2» και το «Μέσα». Τα «Κωλόπαιδα» είναι η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους.

Κωλόπαιδα / Σκηνοθεσία - Σενάριο: Στέλιος Καμμίτσης Εκτέλεση Παραγωγής: Αικατερίνη Χατζησπύρου Διεύθυνση Φωτογραφίας: Θοδωρής Μιχόπουλος Μοντάζ: Αγγελος Μάντζιος Μουσική: Σταύρος Μακρής Σκηνογράφος - Ενδυματολόγος: Χρήστος Δεληδήμος Επιμέλεια Κίνησης: Αγγελική Στελάτου Πρωταγωνιστούν: Γιώργος Καφετζόπουλος, Αινείας Τσαμάτης, Διογένης Σκαλτσάς