Συνέντευξη

Ολε Κρίστιαν Μάντσεν: «Πρέπει να γίνουμε περισσότερο τρελλοί!»

στα 10

Ο Δανός σκηνοθέτης του «Superclasico», στον οποίο το 52 Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης κάνει φέτος συνολικό αφιέρωμα, απαρνιέται τον ευρωπαϊκό ορθολογισμό και θέλει να μας κάνει να διασκεδάσουμε!

Ολε Κρίστιαν Μάντσεν: «Πρέπει να γίνουμε περισσότερο τρελλοί!»

Ο Ολε Κρίστιαν Μάντσεν τα έχει κάνει όλα. Και κινηματογράφο και τηλεόραση. Και μυθοπλασία και ντοκιμαντέρ. Και σκηνοθεσία και παραγωγή. Και δράμα και, εκεί που νομίζαμε ότι τον χαρακτηρίσαμε, να που τώρα αποφάσισε να κάνει κωμωδία!

Ο Μάντσεν έγινε περισσότερο γνωστός με το «Μέρες Θυμού / Flammen & Citronen» το 2008. Η νέα του ταινία, όμως, το «Superclasico», που αποτελεί και την επίσημη πρόταση της Δανίας για το Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, έρχεται να συμπληρώσει την «τριλογία του χωρισμού», όπως την ονομάζει ο δημιουργός της, μετά το «Κίρα: Μια Ιστορία Αγάπης» και το «Πράγα».

Πολύ ψηλός, πολύ Δανός και πολύ αποφασιστικός, ο Ολε Κρίστιαν Μάντσεν μίλησε στο Flix για τον κινηματογράφο και για τις ταινίες του, αλλά και για το πώς, μεγαλώνοντας, πρέπει να παίρνουμε τη ζωή πιο ελαφριά.

Η άνθιση του Δανέζικου κινηματογράφου

Νομίζω ότι η αποκάλυψη του Δανέζικου κινηματογράφου τη δεκαετία του ‘90 έχει δύο πλευρές. Η μια είναι η Δανέζικη Σχολή Κινηματογράφου, που άρχισε να διδάσκει με άλλο τρόπο, να διδάσκει το πώς μπορείς να επικοινωνήσεις με το κοινό. Μετακινήθηκαν κάπως από την έμφαση που έδιναν στους auteurs, προς τις ταινίες που απευθύνονται στους θεατές. Αυτό ήταν μεγάλο βήμα. Ολη η έμφαση δόθηκε στο σενάριο και στην αφήγηση, όχι τόσο στο να δημιουργείς μεγαλειώδη τέχνη, αλλά στο να δουλεύεις με αυτά που ξέρεις, στο πώς να λες μια ιστορία. Αυτή είναι η μία πλευρά. Γιατί όταν σπουδάζεις σινεμά, πάντα επιμένεις στο «καλλιτεχνικό» προϊόν, που μπορεί να γίνει και λίγο βαρετό. Κι έπειτα, ο Λαρς φον Τρίερ απέκτησε παγκόσμια ακτινοβολία κι αρέσυρε κι άλλους δημιουργούς μαζί του στην επιφάνεια. Και μετά το Δόγμα άλλαξε τα πάντα. Δε θεωρώ ότι έιναι κάτι το ομαδικό. Θεωρώ ότι υπήρχαν ταλαντούχοι άνθρωποι, διάσπαρτοι και χρειάζονταν διαμόρφωση. Και μ’αυτές τις δύο κατευθύνσεις βρήκαν τη σωστή τους φόρμα. Επίσης, θεωρώ ότι το Δανέζικο σινεμά μίλησε, γενικά, στον κόσμο, γιατί πάντα ασχολείται με το ανθρώπινο στοιχείο, σε όλες τις ταινίες που κάνουμε υπάρχει μαι μικρή ανθρώπινη ιστορία. Δε βρίσκω ότι αυτή τη στιγμή έχουμε τόσο μεγάλα νέα ταλέντα, ίσως θα πρέπει τώρα να επανεξετάσουν, άλλη μια φορά, τη Σχολή.

Η απόφαση να αντικατασταθεί το δράμα από την κωμωδία

Ημουν πόλυτα συνειδητοποιημένος. Πρώτα απ’ όλα, έχω κάνει τρεις ταινίες για τον έρωτα και το γάμο. Το ένα είναι το «Κίρα: Μια Ιστορία Αγάπης», αυτό ήταν σκληρός κοινωνικός ρεαλισμός. Πριν το χωρισμό. Μετά έκανα το «Πράγα», στη διάρκεια του χωρισμού, μελοδραματικό, σκοτεινό, ανάγλυφο. Κι ήθελα το τελευταίο να είναι σε άλλο στιλ, άλλο ύφος. Κι ήθελα και να κάνω κωμωδία, γιατί όσο μεγαλώνω, δεν παίρνω τα πράγματα τόσο στα σοβαρά πια. Θεωρώ ότι αυτά που κάνουμε ο ένας στον άλλον είναι γελοία γενικά, τα προβλήματά μας στην καλύτερη περίπτωση είναι εκνευριστικά και στη χειρότερη επίσης γελοία. Οπότε μάλλον είχα μια διαφορετική οπτική στα πράγματα. Επιπλέον μου άρεσε να προσεγγίσω μια ιστορία με δύο διαφορετικές αισθητικές. Ηταν μέρος του πειράματος. Μου αρέσει να κάνω διαφορετικά πράγματα, δε θέλω να κάνω συνέχεια την ίδια ταινία.

Τι αποτελεί ενδιαφέρον υλικό για μια ταινία

Ο,τι με ιντριγκάρει. Εννοείται ότι ο έρωτας και ο γάμος είναι πράγματα με τα οποία όλοι τρελαινόμαστε, δεν μπορούμε να ζήσουμε μ’ αυτά, ούτε και χωρίς αυτά, άρα έχουμε ν’ αντιμετωπίσουμε μια μεγάλη πρόκληση. Αλλά αυτό που συμβαίνει στην ουσία είναι ότι κάτι σου τραβά το ενδιαφέρον, κοιτάς λίγο βαθύτερα και λες, πρέπει να κάνω μια ταινία γι’ αυτό. Είναι ένα μείγμα αφορμών από μέσα σου και απ’ έξω. Πρέπει να μπορείς ν’ αναγνωρίζεις τον ευατό σου σ’ αυτά που σε περιβάλλουν, να καθρεφτίζεσαι, διαφορετικά δεν μπορείς να κάνεις ταινίες.

Το βορειοευρωπαϊκό και το λατινοαμερικάνικο ταμπεραμέντο

Η διαδικασία του να κάνω το «Superclasico» ήταν για μένα πολύ απελευθερωτική σε διάφορα επίπεδα. Τόσο το ότι βρισκόμουν στο Μπουένος Αϊρες και πειραματιζόμουν μ’ αυτόν τον τρόπο ζωής, όσο και ότι έκανα αυτήν την ελαφριά ταινία. Θα έλεγα ότι ξεκίνησα την ταινία ως βορειοευρωπαίος σκηνοθέτης και τελειώνοντας ήμουν ανάμεικτος με λατινοαμερικάνο! Πήρα πολλά πράγματα από αυτήν την εμπειρία και θέλω να τα κρατήσω πολύ κοντά μου, η κοσμοθεωρία των Αργεντίνων ήταν πολύ ελκυστική για μένα. Είναι τρελλοί και υπέροχοι ταυτόχρονα. Πρέπει να γίνουμε περισσότερο τρελλοί. Πολλές ευρωπαϊκές ταινίες είναι υπερβολικά λογικές, ευαίσθητες και ηθικοπλαστικές. Πρέπει να γίνουμε λίγο πιο τρελλοί.

Η επόμενη ταινία

Νομίζω ότι τελείωσα με το θέμα του έρωτα και του χωρισμού, αλλά ίσως κάνω μια ακόμα ταινία, για το πριν, για τη γνωριμία. Αλλά δε θα είναι σκοτεινή. Αργότερα, ίσως. Τώρα κάνω μια ταινία στην Αμερική, ξεκινώ γυρίσματα τον Μάρτιο. Και μετά θα κάνω κι άλλη μια στην Ευρώπη. Και μετά βλέπουμε.

Η πιθανότητα της υποψηφιότητας για Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας

Αισθάνομαι καλά, χαίρομαι, πηγαίνει καλά η ταινία στην Αμερική, το Screen τη συμπεριέλαβε στη λίστα με τις πιθανές υποψηφιότητες. Αν συμβεί αυτό θα είμαι πολύ χαρούμενος. Δεν ξέρω αν είναι πιθανό να πάρει το Οσκαρ γιατί η ταινία παραείναι κωμωδία, αλλά αν μπει στην πεντάδα θα είναι απίστευτο!

Οι σκηνοθέτες που αποτέλεσαν έμπνευση για το «Superclasico»

Οι άνθρωποι που θαυμάζω για την κωμωδία τους είναι ο Ερνστ Λιούμπιτς, ο Μπίλι Γουάιλντερ και ο Γούντι Αλεν. Μου αρέσει η νέα αμερικανική κωμωδία αλλά δεν μπορώ να την κάνω εγώ, δεν μπορώ να κάνω το «Hangover», δεν ταιριάζει με τον τρόπο σκέψης μου. Αυτοί θα ήταν οι τρεις τους οποίους θα ήθελα να τιμήσω με τη δική μου κωμωδία.

Τι θα αποκομίσει ο θεατής που θα δει το σύνολο των ταινιών του στη Θεσσαλονίκη

Νομίζω ότι παρότι η ταινίες μου διαφέρουν πολύ η μία από την άλλη, θα μπορούν ν’ αναγνωρίσουν ότι είναι δουλειές του ίδιου σκηνοθέτη. Υπάρχει μια κοινή θεματική, είτε πρόκειται για μια ταινία στο Δεύτερο Παγκόσμιο, είτε για το «Πράγα», υπάρχει μια σχέση μεταξύ τους. Είναι πολύ αστείο, είδα χθες το «Pizza King» και σήμερα το «Πράγα», έχω να δω αυτές τις ταινίες από τις πρεμιέρες τους, μια δεκαετία κι είχα ξεχάσει πράγματα! Ηταν απίστευτο, συνειδητοποίησα ότι λειτουργούν ακόμα με το κοινό! Αυτό που μου έκανε τη μεγαλύτερη έκπληξη, είναι ότι δε δείχνουν γερασμένες. Τις έβλεπα σα θεατής, δεν τις συνδέω τόσο με μένα πια, μπορεί να έκοβα και κάποιες σκηνές, ή σημεία, αλλά η κάθε ταινία μου μιλούσε ακόμα!

Φωτογραφία Βασίλης Βερβερίδης, Motionteam